Η Πόλη του Χρήματος
Καλοκαίρι του 1990. Ελλάδα. Το (νεοσύστατο τότε) Mega αρχίζει να προβάλλει μία βρετανική σειρά με τίτλο «Η Πόλη του Χρήματος» («Capital City»), στην οποία διαδραματίζεται η ζωή μιας ομάδας νεαρών χρηματιστών σε μία επενδυτική τράπεζα του Λονδίνου. Η σειρά, παραγωγή της εταιρείας Thames Television, είχε προβληθεί στο βρετανικό ITV λίγους μήνες νωρίτερα, στα τέλη του 1989. Μετά την επιτυχία του πρώτου κύκλου, η Thames TV εγκρίνει δεύτερο κύκλο που προβάλλεται το φθινόπωρο του 1990 (και από το Mega το επόμενο καλοκαίρι, του 1991). Ο δεύτερος κύκλος δεν τα πάει και τόσο καλά. Η σειρά τελειώνει με το 23ο επεισόδιο.
Στην Ελλάδα η σειρά πέρασε εντελώς απαρατήρητη. Ωστόσο, σε προσωπικό επίπεδο ήταν εντελώς καθοριστική, με τον τρόπο που λίγα «κείμενα» μυθοπλασίας κατακτούν τη φαντασία σου, ειδικά όταν προσπαθείς να αποδράσεις από μία αρκετά βαρετή εφηβία. Εκτός του ότι ήταν καλή τηλεόραση —με storylines, χαρακτήρες και production values που ξεχώρισαν στην εποχή της—, το «Capital City» έθετε σημαντικά κοινωνικά και διεθνή ζητήματα (διαζύγια, αλκοολισμός, άστεγοι, ανήθικες επιχειρηματικές πρακτικές, περιβαλλοντικά θέματα, παγκοσμιοποίηση κλπ.).
Ο πιο καθοριστικός όμως παράγοντας ήταν ότι περιέγραφε ένα επαγγελματικό περιβάλλον μοντέρνο, δυναμικό, φιλόδοξο, με ομαδική εργασία, σε ένα Λονδίνο που έλαμπε και μία Βρετανία που (επιτέλους, μετά από δεκαετίες στασιμότητας και κρίσης) αναπτυσσόταν ραγδαία εξαιτίας των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης Θάτσερ. Για έναν κρυφο-φιλόδοξο teenager, η καθημερινότητα του οποίου περιλάμβανε σχολικά μαθήματα με περιορισμένο ενδιαφέρον και μία Ελλάδα βουτηγμένη στην κρίση των σκανδάλων, της ακυβερνησίας, της κρίσης χρέους, του νέφους, ενός αστικού και επαγγελματικού τοπίου που πάσχιζε να αλλάξει και αποτύγχανε συνεχώς, η ιδιωτική τηλεόραση άνοιξε μία πύλη απόδρασης στον χωροχρόνο.
Το εβδομαδιαίο επεισόδιο του «Capital City» μετατράπηκε σε ιεροτελεστία. Το μέγα άγχος των καλοκαιρινών οικογενειακών διακοπών ήταν αν το ξενοδοχείο στην άκρη της Λακωνίας είχε κάπου (π.χ., στα μαγειρεία) τηλεόραση, αν έπιανε Mega και αν την Κυριακή το μεσημέρι μπορούσα να δω το έργο εκεί χωρίς να ενοχλήσω και να με ενοχλήσουν. Τα βίντεο συγγενών και φίλων επιστρατεύτηκαν για να γράψουν όσα λίγα επεισόδια μπορούσα να περισώσω. Οι κασέτες εντέλει έλιωσαν από το παίξιμο και μετά από κάποια χρόνια η εικόνα έγινε κυριολεκτικά ασπρόμαυρη. Κάποιοι ήθελαν να μπουν στο σύμπαν του «Beverly Hills» και του «Baywatch». Άλλοι προτιμούσαν το «Twin Peaks» και το «X-Files». Εγώ ήθελα αυτό — να έχω μία τέτοια δουλειά στο Λονδίνο των αρχών του 1990. (Τραγική ειρωνεία βέβαια ότι όταν εντέλει όντως τα κατάφερα να μετακομίσω στο Λονδίνο δέκα χρόνια μετά, η πραγματικότητα μόνο λαμπερή δεν ήταν· όμως αυτό μικρή σημασία έχει, αφού αυτό που στο τέλος μετράει είναι μόνο το καύσιμο που σε σπρώχνει να κάνεις κάτι).
Με την πάροδο της δεκαετίας του ’90, το «Capital City» εξαφανίστηκε από τον χάρτη. Η Thames Television έκλεισε το 1992. Οι ηθοποιοί —άγνωστοι ή πρωτοεμφανιζόμενοι οι περισσότεροι— εξαφανίστηκαν (στην κυριολεξία πολλοί αποσύρθηκαν από την ηθοποιία) με εξαίρεση τον Jason Isaacs που μετά έκανε καριέρα στο Χόλιγουντ. Η σειρά δεν ξαναπροβλήθηκε ποτέ. Στο νεοσύστατο διαδίκτυο οι πληροφορίες ήταν μηδαμινές. Το ενδιαφέρον μου σταδιακά μετατοπίστηκε (σε πολιτικά θρίλερ κυρίως — οιωνός τής μετέπειτα πορείας). Με εξαίρεση την αναφορά σε μία εγκυκλοπαίδεια της βρετανικής τηλεόρασης και την έκδοση του DVD το 2008, δεν ξανακούω τίποτα για τη σειρά αυτή.
Καλοκαίρι του 2017. Κορσική. Σε μία απόμακρη παραλία έχουν μαζευτεί μερικές δεκάδες ετερόκλητοι άνθρωποι από κάθε άκρη της γης για να γιορτάσουν τον γάμο δύο καλών φίλων. Δίπλα μου, στο «αγγλόφωνο» τραπέζι, κάθεται ένα ζευγάρι Βρετανών. Εκείνος μηχανικός αυτοκινήτων. Εκείνη υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων της εταιρείας του άντρα της. Όπως σταδιακά ξεδιπλώνει το κουβάρι της ζωής της, μαθαίνω ότι είναι γλωσσολόγος. Ύστερα από λίγο μαθαίνω ότι «σε μία προηγούμενη ζωή» είχε δουλέψει στα μίντια. Κάπως τα φέρνει η κουβέντα και μου λέει ότι δούλευε για την Thames Television. Αυτό μού κεντρίζει το ενδιαφέρον. Τη ρωτάω: «Από πότε μέχρι πότε;». Μου απαντάει: «Μέχρι το 1992». Αιτιολογώ την αδιακρισία μου ρωτώντας αν είχε ακούσει μία σειρά με τίτλο «Capital City». Το πρόσωπό της φωτίζεται και πετάγεται από τη θέση της: «Εγώ τους οργάνωσα το launch party!»
To εναρκτήριο πάρτι του «Capital City» έγινε στο Canary Wharf, το οποίο σήμερα είναι η μόνη αμιγώς μοντέρνα γειτονιά του Λονδίνου με ουρανοξύστες, επιχειρήσεις και τράπεζες. Το 1989 δεν υπήρχε σχεδόν τίποτε από αυτά. Η μετενσάρκωση του Canary Wharf από κομμάτι των Docklands (του ευρύτερου λιμανιού του Λονδίνου με προβλήτες που υποδέχονταν υγρά φορτία απ’ όλο τον κόσμο) σε σύμβολο της παγκόσμιας θέσης του Λονδίνου τη νέα χιλιετία ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, κορυφώθηκε στα τέλη της δεκετίας του 1990 και ολοκληρώθηκε σχετικά πρόσφατα. Η επιλογή του ως τοποθεσία για τα «εγκαίνια» της συγκεκριμένης τηλεοπτικής σειράς δεν ήταν τυχαία.
Από τότε βέβαια έχουν αλλάξει τα πάντα. Η μία μετά τις άλλες, τράπεζες και επιχειρήσεις ετοιμάζονται να μεταφέρουν τις έδρες και αρκετούς από τους υπαλλήλους τους σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η στερλίνα έχει καταρρεύσει. Το πολιτικό σύστημα είναι σε αφασία. Η κυβέρνηση διαπραγματεύεται την έξοδο από την ΕΕ με ευχολόγια για την «ανάγκη του να έχουμε φαντασία» σε συνεντεύξεις Τύπου. Η βρετανική κοινωνία αντιμετωπίζει με φόβο την παγκοσμιοποίηση και με σύγχυση το μέλλον. Η αισιοδοξία, η φιλοδοξία και η λάμψη που αποτυπώθηκαν σε μία μικρή τηλεοπτική σειρά στα τέλη της δεκαετίας του 1980 φαντάζουν τόσο εξωτικές και αφελείς, όσο και οι βάτες ή οι κομμώσεις των ηθοποιών, τα κινητά τηλέφωνα - «τούβλα» και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές με DOS που γέμιζαν το σετ του Capital City.
Ωστόσο, η ζωή έχει έναν καταπληκτικό τρόπο να σου κλείνει το μάτι. Η κόρη του νονού του συζύγου του φίλου σου —ο οποίος είναι Γάλλος και τον οποίο γνώρισες το 2000— δούλευε το 1989 στην τηλεοπτική σειρά που σε σημάδεψε ως έφηβο.
Ο κόσμος είναι πολύ μικρός.