Η σκοτεινή πλευρά του Έρεμπρο

C
Μαρία Αλτίκη

Η σκοτεινή πλευρά του Έρεμπρο

Ο Βαγγέλης Γιαννίσης είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους και ταλαντούχους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας. Έχοντας ως ίνδαλμά του τον γνωστό σε όλους Jo Nesbo —αλλά και τον Henning Mankell—, αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και να δοκιμάσει τις δυνάμεις του επιλέγοντας το στιλ γραφής της σκανδιναβικής σχολής αστυνομικής λογοτεχνίας, υπηρετώντας το με συνέπεια αλλά δίνοντας το προσωπικό του στίγμα, με αποτέλεσμα να έχουμε στα χέρια μας σκανδιναβικά μυθιστορήματα με άρωμα Ελλάδας. Ένα πρωτότυπο και πολύ ενδιαφέρον υβρίδιο που προκαλεί εθισμό.

Τα βιβλία του εκτυλίσσονται στο Έρεμπρο της Σουηδίας, που είναι η αγαπημένη πόλη του συγγραφέα και γι’ αυτό παίζει κεντρικό ρόλο στα μυθιστορήματά του. Άλλωστε την περίοδο που ζούσε εκεί και ενώ ταξίδευε με το τρένο από το Έρεμπρο προς τη Στοκχόλμη, συνάντησε τυχαία τον επιθεωρητή Άντερς Οικονομίδη και αποφάσισε να διηγηθεί τις ιστορίες του…

Όπως τα περισσότερα βιβλία του είδους, έτσι και τα δικά του έχουν μικρά κεφάλαια με γρήγορη πλοκή, μεγάλη ένταση, εναλλασσόμενες κινηματογραφικές σεκάνς και αρκετά flashback. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Είναι βιβλία που σε βάζουν σε σκέψεις και σου δημιουργούν δυνατά συναισθήματα, γιατί οι άνθρωποι και τα γεγονότα που περιγράφουν είναι άκρως ρεαλιστικά. Ο συγγραφέας αρέσκεται να θίγει στα βιβλία του δύσκολα κοινωνικά θέματα και προτιμά τούς κατά συρροήν δολοφόνους.

Ο ήρωας του, o Άντερς Οικονομίδης, είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, αρκετά οικείος, με ψεγάδια και αδυναμίες. Αγαπά τη δουλειά του, επειδή θεωρεί ότι εκμεταλλευόμενος το ταλέντο του να λύνει υποθέσεις, γίνεται αυτομάτως ένα χρήσιμο μέλος της κοινωνίας. Ως κέντρο της ζωής και της ισορροπίας του, έχει πάντα την οικογένεια του.

Η έως τώρα Τριλογία του Έρεμπρο αποτελείται από το «Μίσος», το «Κάστρο» και τον «Χορό των νεκρών».

Στο πρώτο του βιβλίο λοιπόν («Το Μίσος», Διόπτρα 2014) επέλεξε να ασχοληθεί με το φυλετικό μίσος και τον ρατσισμό. Έτσι, η ιστορία αρχίζει όταν ένας κατά συρροήν δολοφόνος βάζει στο στόχαστρό του μουσουλμάνες γυναίκες. Η τελετουργία του θανάτου περιλαμβάνει επτά μαχαιριές στο στήθος και αποκεφαλισμό. Το κεφάλι του θύματος εκτίθεται σε κοινή θέα. Τι μήνυμα θέλει να στείλει ο δολοφόνος; Θα καταφέρει ο Άντερς και οι συνεργάτες του να τον πιάσουν πριν ολοκληρώσει το έργο του;

Το στήθος είναι το μέρος όπου πολλοί πιστεύουν ότι κατοικεί η ψυχή μας. Το κεφάλι είναι η κατοικία της λογικής. Ο δράστης προσπαθεί να σκοτώσει τόσο την ψυχή, όσο και τη λογική του θύματος. Ο δε αποκεφαλισμός και η δημόσια έκθεση του κεφαλιού ήταν από αρχαιοτάτων χρόνων μια μέθοδος εξευτελισμού του θύματος, αλλά και προειδοποίησης.

Το δεύτερό του βιβλίο («Το κάστρο», Διόπτρα 2016) διαδραματίζεται ένα χρόνο αργότερα. Η ζωή του Άντερς έχει αλλάξει, η καριέρα του παίρνει την κάτω βόλτα και βρίσκεται σε διαθεσιμότητα τριών μηνών μετά από μια σοβαρή παράβαση, ενώ ταυτόχρονα η οικογένειά του διαλύεται — ένας συνδυασμός που τον έχει καταβάλει ψυχολογικά. Με το που επιστρέφει στην ενεργό δράση, έρχεται να αντιμετωπίσει μια υπόθεση που έχει συνταράξει τους κατοίκους του Έρεμπρο. Ένας αδίστακτος οπλισμένος άντρας εισβάλλει σε ένα πολυκατάστημα και πυροβολεί όποιον έχει την ατυχία να βρεθεί μπροστά του. Το απίστευτο αυτό λουτρό αίματος καταλήγει με επτά νεκρούς, ενώ λίγες μέρες αργότερα η αστυνομία βρίσκει τον δράστη νεκρό μέσα στο αυτοκίνητό του. Πρόκειται για αυτοκτονία; Ή μήπως κάτι άλλο κρύβεται πίσω από αυτή την υπόθεση;

Από κάπου, μια γυναικεία κραυγή ακούστηκε να υψώνεται σταδιακά στον αέρα, και η Έρικα, για κάποιο λόγο, θυμήθηκε μια μαγνητοσκοπημένη μετάδοση του Μαγικού Αυλού που είχε δει. Μετά ακολούθησε εκείνος ο κοφτός και επαναλαμβανόμενος ήχος που έκανε τα αυτιά της να πονέσουν. Ασυναίσθητα, κάλυψε τα αυτιά με τα χέρια της και έπεσε στο πάτωμα. Το κεφάλι της βούιζε και ο πόνος που πήγαζε από το τύμπανο του δεξιού της αυτιού έγινε ανυπόφορος. Κοίταξε γύρω της· οι περισσότεροι άνθρωποι βρίσκονταν πεσμένοι στο έδαφος. Και τότε μόνο πρόσεξε ότι το πάτωμα δεν είχε το συνηθισμένο του γυαλισμένο άσπρο χρώμα. Το πάτωμα γύρω της ήταν κόκκινο. Εκείνη τη στιγμή η Έρικα Πέρσον συνειδητοποίησε ότι επρόκειτο να πεθάνει.

Στο τρίτο μυθιστόρημα της σειράς, «Ο χορός των νεκρών», που κυκλοφόρησε πρόσφατα με ένα εξαιρετικά καλαίσθητο εξώφυλλο, ο Γιαννίσης επιλέγει να ασχοληθεί με ένα θέμα που καίει, ένα θέμα σκληρό και απάνθρωπο: την παιδεραστία, την εμπορία και εκμετάλλευση μικρών παιδιών — και το κάνει με ιδιαίτερη λεπτότητα και ευαισθησία. Σοκάροντας μεν, αλλά χωρίς να προκαλεί αποστροφή.

Καθώς έχει περάσει λίγος καιρός από τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στο προηγούμενο βιβλίο, ο Άντερς προσπαθεί και πάλι να βρει τους ρυθμούς του. Βέβαια αυτό δεν είναι και τόσο εύκολο. Το ότι γλίτωσε από το χείλος του θανάτου έχει αφήσει σημάδια στην ψυχή και στο σώμα του. Μπορεί να κρύβει τις κρίσεις πανικού που τον συνταράζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα, αλλά από κανέναν δεν μπορεί να κρύψει την ουλή στο πρόσωπο του.

Στην καινούρια υπόθεση που θα αναλάβει, το θύμα βρίσκεται άγρια και αποτρόπαια δολοφονημένο. Δεν επρόκειτο όμως, όπως φαίνεται, για ένα αθώο θύμα. Στη διάρκεια των ερευνών, αποκαλύπτεται ότι έχουν να κάνουν με ένα από τα μέλη μια σπείρας παιδεραστών, που εμπορεύονται μικρά παιδιά, που μάλιστα είχε και ο ίδιος στο υπόγειο του σπιτιού του ένα δωμάτιο μαρτυρίου. Το παιδί όμως που κρατούσε φυλακισμένο έχει εξαφανιστεί.

Οι λύκοι αυτής της κοινωνίας κυκλοφορούν φορώντας την προβιά του συζύγου, του πατέρα, του συνεπούς εργαζόμενου, τόσο καλά μεταμφιεσμένοι, που ακόμα και το έμπειρο μάτι ενός αστυνομικού δεν μπορεί να δει τις ραφές και τα ξέφτια της φορεσιάς τους. Αυτοί είναι και οι πιο επικίνδυνοι.

Η υπόθεση δεν είναι της κατηγορίας «who dunnit», μιας και ο δολοφόνος μάς συστήνεται από τις πρώτες σελίδες. Πρόκειται για ένα βιβλίο που ψάχνει τις αιτίες, για ένα ψυχογράφημα όπου ο θύτης —ο οποίος αυτοβαφτίζεται ως «Σαμαήλ», άγγελος θανάτου και συλλέκτης ψυχών— είναι ένας άνθρωπος που επιστρέφει στο Έρεμπρο μετά από χρόνια έχοντας αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς και διψώντας για εκδίκηση. Τι του έχει συμβεί στο παρελθόν και ποιος είναι στ’ αλήθεια; Γνωρίζοντάς τον σιγά-σιγά, κατανοούμε την καταπιεσμένη οργή που δημιούργησαν τα σκληρά βιώματά του και καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για ένα άτομο πολύ πληγωμένο, τόσο ώστε να έχει γίνει ένας επικίνδυνος, ανελέητος και αποφασισμένος αντιήρωας. Το παρελθόν του «Σαμαήλ» είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με του Άντερς. Θα καταφέρει ο ήρωάς μας να διαχειριστεί τις αποκαλύψεις της έρευνάς του;

Το αγόρι ήθελε να γίνει σαν το φως. Ήθελε να έχει δύναμη ζωής και θανάτου πάνω στα υπόλοιπα πλάσματα. Ήθελε να αποκαλύπτει τα ανομήματά τους λούζοντάς τα με τις ακτίνες του και να τα κατηγορεί προτού τα δικάσει. Και έπειτα να τα καταστρέφει. Ήθελε να γίνει ένας άγγελος τιμωρός. Ο αρχάγγελος του θανάτου.

Για την επίλυση της υπόθεσης ο Άντερς θα ζητήσει την βοήθεια του παλιού του φίλου Κρίστερ Μπγέρλινγκ, καθηγητή ψυχολογίας του πανεπιστημίου της Στοκχόλμης, που οι αναγνώστες γνώρισαν και αγάπησαν στο πρώτο βιβλίο της σειράς. Ο Κρίστερ έρχεται στο Έρεμπρο για να μπει στο μυαλό του δολοφόνου, να μάθει τι σκέφτεται και τι τον παρακινεί.

Και τα τρία βιβλία μπορούν να διαβαστούν ξεχωριστά, αλλά έτσι ο αναγνώστης θα χάσει λίγη από τη μαγεία της ιστορίας που εκτυλίσσεται στο φόντο και την εξέλιξη της προσωπικότητας των ηρώων. Με όποια σειρά όμως και να επιλέξει να τα διαβάσει, το σίγουρο είναι ότι η αριστοτεχνική πένα του Βαγγέλη Γιαννίση θα τον κρατήσει αιχμάλωτο μέχρι και το τέλος της ιστορίας κάθε του βιβλίου.