Η TTIP και εμείς
Ενώ εμείς στη Ελλάδα νομίσαμε πως δεν χρειάζεται πια να ανησυχούμε για τη δημοκρατία μας, που, από τον Ιανουάριο, έχει πια καθιερωθεί στο εσωτερικό, φαίνεται ότι μια ακόμη ύπουλη προσπάθεια των πολυεθνικών εκτυλίσσεται για να μας φέρει τη δικτατορία από το εξωτερικό. Με αυτή την ύπουλη προσπάθεια, που λέγεται TTIP, θα ασχοληθούμε σήμερα. Σ’ αυτή τη στήλη θα ασχολούμαστε, γενικότερα, με αυτά που συμβαίνουν έξω από τη χώρα μας, αλλά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα μας επηρεάσουν στο μέλλον — δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην Ευρώπη.
Τι είναι η TTIP
Πάμε λοιπόν στην πρώτη αφορμή για συζήτηση. Μεγάλη διαδήλωση έγινε στο Βερολίνο τις προάλλες (10 Οκτωβρίου) κατά της TTIP. Τι είναι αυτή η TTIP; Τα αρχικά σημαίνουν Transatlantic Trade and Investment Partnership — Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων. Είναι μία υπό διαπραγμάτευση σύμβαση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μια σύμβαση μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ και των κρατών που συγκροτούν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σκοπός της σύμβασης είναι να αρθούν περισσότερο τα εμπόδια που περιορίζουν το εμπόριο μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Για να γίνει αυτό, πρέπει να εναρμονισθεί, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, το ρυθμιστικό πλαίσιο για τις διάφορες μορφές δραστηριοτήτων σε Ευρώπη και Αμερική (έχει κάποιο νόημα να σημειώσουμε ότι οι οπτικοακουστικές υπηρεσίες, κατ’ απαίτησιν της Γαλλίας, δεν περιλαμβάνονται στη διαπραγμάτευση).
Επιπροσθέτως, επειδή σκοπός της συμφωνίας είναι να αυξηθούν οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των μερών, η γενική κατεύθυνση σε σχέση με τα ρυθμιστικά πλαίσια είναι ότι η εναρμόνισή τους πρέπει να κινείται προς την κατεύθυνση της φιλελευθεροποίησης και ότι ρυθμιστικοί περιορισμοί στην οικονομική δραστηριότητα πρέπει να επιβάλλονται μόνον εκεί όπου μπορούν να δικαιολογήσουν προστασία συγκεκριμένου δημοσίου συμφέροντος. Και κάτι ακόμη: φαίνεται ότι προτείνεται να θεσμοθετηθεί ένα δικαστικό-διαιτητικό forum, στο οποίο θα επιλύονται διαφορές μεταξύ επενδυτών και κυβερνήσεων σε σχέση ακόμη και με την εφαρμογή της ίδιας της συμφωνίας. Θα μπορούν δηλαδή οι επενδυτές να εγκαλούν τα κράτη που συμμετέχουν στη συμφωνία, επειδή δεν έχουν φιλελευθεροποιήσει αρκετά τις οικονομίες τους. Επίσης, φαίνεται ότι στο μέλλον, όταν είναι να επιβληθούν ρυθμίσεις σε μια οικονομική δραστηριότητα, θα ζητείται και η γνώμη των επιχειρήσεων που αυτή αφορά.
Γιατί γράφουμε «φαίνεται να»; Επειδή οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία αυτή είναι μυστικές. Πολλοί λίγοι έχουν πρόσβαση στα πρακτικά — κυρίως οι ίδιοι οι διαπραγματευτές (χωριστά ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας) και κάποιοι αξιωματούχοι από τα εμπλεκόμενα κράτη. Οι διαπραγματευτές συναντώνται κατά καιρούς με εκπροσώπους είτε των επιχειρήσεων, είτε μη-κυβερνητικών οργανώσεων και άλλων δυνάμεων από την κοινωνία των πολιτών. Οι πληροφορίες από τη διαπραγμάτευση που διαθέτουμε αντλούνται από μία διαρροή βασικών κατευθύνσεων της διαπραγμάτευσης που έγινε το 2013 και από άλλες διαρροές που γίνονται από κάποιους συμμετέχοντες.
Τι αντιρρήσεις προβάλλονται κατά της TTIP;
Η Αριστερά στην Ευρώπη ξιφουλκεί κατά της TTIP. Μυστικότητα, συμμετοχή επιχειρήσεων στις διαπραγματεύσεις, απορρύθμιση, forum για την επίλυση διαφορών μεταξύ κρατών και επενδυτών: όλα αυτά σημαίνουν κυριαρχία των πολυεθνικών και κατάλυση της δημοκρατίας. Ποιοι είναι αυτοί που αποφασίζουν για εμάς χωρίς εμάς; Ποιοι είναι αυτοί που υποτάσσονται στη δύναμη του χρήματος και καταλύουν κρυφά και πίσω από την πλάτη μας την εθνική μας κυριαρχία; Όλη η διαπραγμάτευση παρουσιάζεται σαν μία ακόμη απόδειξη ότι, στον καπιταλισμό, η οικονομία έχει κυριαρχήσει της πολιτικής — και ότι, αφού θέλαμε καπιταλισμό (όχι εμείς στην Ελλάδα, εμείς είμαστε αριστεροί ριζοσπάστες, αλλά οι άλλοι στην Ευρώπη, σοσιαλδημοκράτες της συμφοράς και δεξιοί — καλά, περιμέναμε τίποτα καλύτερο από δαύτους;), αυτές θα είναι οι συνέπειες.
Ναι: οδηγούμαστε στη μόνιμη εξορία της δημοκρατίας και στην εγκαθίδρυση της κυριαρχίας του χρήματος.
Είναι βάσιμες αυτές οι αντιρρήσεις;
Ωραία όλα αυτά, αλλά παραβλέπουν κάποια βασικά πράγματα. Το πρώτο είναι ότι οι κυβερνήσεις που έχουν ορίσει διαπραγματευτές για την TTIP και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού είναι δημοκρατικά εκλεγμένες. Το δεύτερο είναι ότι η TTIP, για να ισχύσει, θα πρέπει να κυρωθεί από τα κοινοβούλια των ευρωπαϊκών χωρών, τη Γερουσία των Ηνωμένων Πολιτειών και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — μια διαδικασία που δεν μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι δεν γίνεται σε ένα πλαίσιο δημοκρατικής λειτουργίας των εμπλεκομένων χωρών. Δηλαδή, για να γίνει στο τέλος δεκτή η TTIP και να δεσμεύει τα κράτη, πρέπει τα δημοκρατικά τους κοινοβούλια (ή, ενδεχομένως, όπου προβλέπεται κάποιο δημοψήφισμα, το ίδιο το εκλογικό σώμα) να την εγκρίνουν.
Επί της ουσίας, τώρα. Ποιον συμφέρει η μείωση των ρυθμίσεων ή ο συντονισμός τους από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού; Για να αντιστραφεί το ερώτημα: όταν ανταγωνίζεται μία μικρή επιχείρηση με μια πολυεθνική, ποια έχει το πλεονέκτημα, όταν υπάρχουν πολλές και διαφοροποιημένες ρυθμίσεις σχετικά με την οικονομική της δραστηριότητα; Το κόστος της ρυθμιστικής συμμόρφωσης είναι τεράστιο και μπορούν να το αναλάβουν μόνο μεγάλες επιχειρήσεις, που είναι ήδη στημένες. Πέρα από αυτό, γενικότερα, με την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου — ποιος έχει ευνοηθεί; Περισσότερα και φθηνότερα προϊόντα για τους καταναλωτές, μεγαλύτερη και πιο προσβάσιμη αγορά για τους παραγωγούς — ποιον έχει ευνοήσει;
Η μείωση της φτώχειας σε παγκόσμιο επίπεδο είναι ένα εμπειρικό δεδομένο, το οποίο δεν μπορεί να αγνοηθεί. Δεν μπορεί επίσης να αγνοηθεί η σύνδεση του φαινομένου αυτού με την πρόσβαση όλο και περισσότερων περιοχών του πλανήτη στο ελεύθερο εμπόριο. (Ούτε και το αντίστροφο, βέβαια: ότι ο ουσιαστικός αποκλεισμός των αφρικανικών αγροτικών προϊόντων από την ευρωπαϊκή αγορά, μέσω των επιδοτήσεων της ΚΑΠ, συντείνει στη διατήρηση της φτώχειας στη μαύρη ήπειρο).
Αλλά υπάρχει και αυτό το θέμα της υποτιθέμενης σύγκρουσης της οικονομίας με την πολιτική, που ισοδυναμεί με κατάλυση της δημοκρατίας. Στην Ελλάδα, μάλιστα, ονομάσαμε κάποια στιγμή δημοκρατία το δικαίωμα του κράτους να σβήσει μονομερώς τα χρέη που αυτό το ίδιο (υπό δημοκρατικό καθεστώς) δημιούργησε, δηλαδή να αθετήσει τις δεσμεύσεις του. Φτάσαμε να συγχέουμε τη δημοκρατία με την πλήρη έλλειψη θεσμών, με άρνηση πρόσβασης στη δικαιοσύνη, με παράβλεψη κανόνων που η ίδια η δημοκρατία είχε θέσει. Η απαίτηση να τηρούνται τα συμφωνηθέντα είναι που ονομάζεται αντιδημοκρατική: εάν το κράτος επικυρώσει την TTIP (με δημοκρατική διαδικασία, το ξαναλέμε) και αναλάβει υποχρεώσεις έναντι των επενδυτών που, στο πλαίσιο της TTIP, θα φέρουν τα χρήματά τους για να επενδύσουν, θα είναι κατάλυση της δημοκρατίας η απαίτηση να τηρήσει τις δεσμεύσεις του; Θα είναι επικράτηση της οικονομίας επί της πολιτικής η ύπαρξη ενός ουδέτερου φορέα που θα ελέγχει εάν το κράτος τήρησε τις υποχρεώσεις του;
Και πώς μας επηρεάζουν όλα αυτά εμάς;
Ειδικά για τη χώρα μας, που χρειάζεται ένα επενδυτικό σοκ, μια συμφωνία σαν την TTIP θα ερχόταν σαν απρόσμενη ευλογία. Η ανεργία μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μια σημαντική ροή ξένου κεφαλαίου. Το ξένο κεφάλαιο θα εισρεύσει μόνον εάν βρει συνθήκες που θα του διασφαλίσουν ότι δεν θα στηθεί το παιχνίδι εις βάρος του και ότι δεν θα αλλάξουν οι κανόνες εκ των υστέρων (προκειμένου να ευνοηθούν τοπικά διαπλεκόμενα συμφέροντα, θα μπορούσε να προστεθεί). Δεν μπορεί να επιδιώκει κάποιος τη μείωση της ανεργίας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, και να μη βλέπει θετικά μια εξέλιξη που ίσως δώσει ώθηση στις άμεσες ξένες επενδύσεις («ίσως», επειδή η άρση πολλών ρυθμιστικών περιορισμών είναι αναγκαία μεν, πλην όχι ικανή συνθήκη για την προσέλκυση επενδύσεων). Ακόμα και η τοπική επιχειρηματικότητα ίσως να μπορέσει να σηκώσει το κεφάλι της πάνω από το ρυθμιστικό πέλαγος, μέσα στο οποίο πνίγεται σήμερα.
Διαβάστε περισσότερα για την TTIP:
Η σχετική ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής | Η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία κατά της TTIP