Το ηχόχρωμα της ισχύος
Σε μία ερευνητική συνέντευξη με τον Νίκο Βατόπουλο (πολύτιμη, όπως όλες οι στιγμές μαζί του) συζητούσαμε για το πόσο σημαντική είναι η κλίμακα στο αστικό τοπίο — για το πώς, παραδείγματος χάριν, το μέγεθος, η γεωμετρία, η σοβαρότητα, το βάρος (gravitas) των κυβερνητικών κτιρίων προβάλλουν την κρατική ισχύ, δημιουργούν φαντασιακές κοινότητες, κοινωνικοποιούν το άτομο.[1]
Σε ένα παράλληλο, φαινομενικά άσχετο, αλλά τελικά απολύτως σχετικό σύμπαν, άκουγα τώρα (για απειροστή φυσικά φορά) το soundtrack του Richard Robbins για την αγαπημένη —και βαθιά πολιτική— ταινία «Τα Απομεινάρια Μιας Μέρας» του James Ivory· ένα κομμάτι που συνοδεύει τη σκηνή μιας σημαντικής διάσκεψης που πραγματοποιείται στο μέγαρο όπου δουλεύει ο Στίβενς — ο μπάτλερ και κεντρικός χαρακτήρας της ταινίας. Τρομπέτες και άλλα χάλκινα πνευστά, τεράστια ορχήστρα εγχόρδων, νεορομαντικές μελωδίες σε ελάσσονα κλίμακα, σαν κι αυτές που συνόδεψαν (και συνοδεύουν ακόμη, σαν γραφικά απομεινάρια μιας άλλης εποχής) το αφήγημα του έθνους-κράτους και τα τεκταινόμενα στη σκακιέρα της διεθνούς πολιτικής.
Το αυτί μας είναι τόσο συνηθισμένο να συνδυάζει τα χάλκινα και τις βαριές μελωδίες με τις έννοιες και τις διαδικασίες του συλλογικού —εθνικοί ύμνοι, παρελάσεις, πολιτικές και θρησκευτικές τελετές—, που πλέον το κάνουμε ασυναίσθητα. Οι μουσικές του John Barry τόσο για τις ταινίες του James Bond, όσο και για άλλες (π.χ. Κωδικός: Enigma, Απόρρητος Φάκελος Ίπκρες), αυτό το βαρύ, βαθύ, ευρύ ηχόχρωμα της ισχύος με τα έγχορδα, τα χάλκινα και τα τύμπανα, είναι συνυφασμένο ακριβώς με την ατμόσφαιρα και το διακύβευμα του Β΄ Παγκοσμίου και του Ψυχρού Πολέμου. Μουσικολογικά έχει τις ρίζες του στα επικά συμφωνικά δράματα του Μπετόβεν και του Βάγκνερ και των εθνικών σχολών του Ρομαντισμού που ακολούθησαν και συνδέθηκαν με αφηγήματα απελευθέρωσης, αντίστασης, αυτοδιάθεσης.
Όλα αυτά —οι σημαίες, οι παρελάσεις, οι ύμνοι, οι στολές, τα κειμήλια, τα επιβλητικά κτίρια, τα τελετουργικά, οι μελωδίες, το πρωτόκολλο— εξυπηρετούν ένα σκοπό: μεταφέρουν το συσσωρευμένο βάρος του παρελθόντος· τα οράματα, τις μάχες, τους νεκρούς, τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που συμμετείχαν και συμμετέχουν σ’ αυτό το παιχνίδι ζώντας τη ζωή τους σύμφωνα με κανόνες και αρχές που κάποιοι άλλοι πριν από αυτούς είχαν θέσει (μέχρι οι ίδιοι ή κάποιοι άλλοι να αλλάξουν τους κανόνες του παιχνιδιού αυτού).
Οι συμβολισμοί και το ηχόχρωμα της ισχύος έχουν βαθιά λειτουργικό λόγο ύπαρξης — τη διατήρηση και επιβίωση της οργανωμένης κοινωνίας. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να είναι εφήμερα, λιτά, χαζοχαρούμενα, ασόβαρα, απαίδευτα· γιατί αποτελούν τα θεμέλια και τη σκαλωσιά που κρατά όρθια την κοινωνία. Και είναι ενδιαφέρον να συγκρίνει κανείς τα ηγεμονικά πολιτικά αφηγήματα, πρόσωπα, ιδεολογίες κάθε εποχής με το καλλιτεχνικό, συμβολικό, πνευματικό και συναισθηματικό προϊόν της.
Η εν-σωμάτωση του ατόμου σε κάτι μεγαλύτερο από αυτό, είτε είναι ένα θρησκευτικό αφήγημα, είτε είναι ένα συλλογικό πολιτικό σώμα (στα αγγλικά η έκφραση είναι body politic), δεν είναι ούτε εφήμερο φαινόμενο, ούτε πολυτέλεια, ούτε ελιτισμός, ούτε ολοκληρωτισμός, ούτε οπισθοδρόμηση, ούτε μειονέκτημα του είδους, αλλά πρωταρχική ανάγκη και αρχέγονο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης μέσα από το οποίο επιτυγχάνεται η πρόοδος. Η ανάγκη συμμετοχής, κοινωνικοποίησης, ένταξης σε ένα αφήγημα ευρύτερο, σε ένα αφήγημα που ξεφεύγει από το σήμερα —δηλαδή έχει αναφορές στο παρελθόν και όραμα για το μέλλον—, είναι ουσιαστικά ανάγκη ψυχικής ανάτασης. Τα άτομα, οι πολίτες, θα προσπαθούν πάντα να καλύπτουν την ανάγκη αυτή, να τρέφουν δηλαδή το φαντασιακό τους, με κάθε διαθέσιμο στη δημόσια σφαίρα μέσο. Σε περιόδους έλλειψης τέχνης, πολιτικού λόγου ή άλλων συλλογικών αφηγημάτων που σπρώχνουν την κοινωνία προς τα εμπρός (και, ναι, υπάρχει εμπρός και πίσω, δεν είναι όλα σχετικά), το κενό αυτό θα καλύπτεται με οτιδήποτε υπάρχει τριγύρω μας: την κατανάλωση, την τηλεοπτική εικόνα, τις θεωρίες συνωμοσίας, τα ριάλιτι. Και η τέχνη που παράγεται από αυτή την κοινωνία θα εκπέμπει το αντίστοιχο ηχόχρωμα της ισχύος της.
[1] Στο σύντομο μέλλον ευελπιστώ να γράψω περισσότερα επ’ αυτού ως μέρος ενός ευρύτερου ερευνητικού πρότζεκτ για την πολιτική στον δημόσιο χώρο. Μέχρι τότε, κομμάτια της συνέντευξης του Νίκου Βατόπουλου και της έρευνας αυτής χρησιμοποιήθηκαν στην ταινία μικρού μήκους «Στην Τομή του Χρόνου» και σε αυτό το βιβλίο, ενώ άλλα βρίσκονται σε μελέτες υπο δημοσίευση.
[ Η φωτογραφία: Το Dyrham Park, κοντά στο Bath, στο οποίο γυρίστηκαν σκηνές από τα «Απομεινάρια μιας Μέρας». Περισσότερες φωτογραφίες από τις τοποθεσίες των γυρισμάτων σε αυτό το αφιέρωμα ].