Το καρβέλι της ψυχής

C
Βίβιαν Αβρααμίδου-Πλούμπη

Το καρβέλι της ψυχής

Έχω διαβάσει πολλά βιβλία για το Ολοκαύτωμα και γενικότερα για τα όσα έζησε ο εβραϊκός κόσμος στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι, όμως, η πρώτη φορά που θα έπαιρνα στα χέρια μου να διαβάσω μια μυθοπλασία πάνω στο θέμα αυτό, γραμμένη από κάποιον μη Εβραίο, από κάποιον μάλιστα που δεν έζησε καν «από κοντά» τα γεγονότα εκείνα, τα πιο εξωφρενικά και μαζί πιο τραγικά, τα πιο καταστροφικά γεγονότα στην ιστορία του ανθρώπου. Πήρα, λοιπόν, στα χέρια μου το μυθιστόρημα με τίτλο «Χάνα» της Τσέχας συγγραφέως Αλένα Μορνστάινοβα, με αρκετή επιφύλαξη.

Τρεις γενιές στην Τσεχοσλοβακία. Οικογένειες που μπλέκονται αναμεταξύ τους, άλλοι Εβραίοι και άλλοι Χριστιανοί. Απλοί άνθρωποι με κοινά χαρακτηριστικά, κοινή ζωή, είναι οι ήρωες της Μορνστάινοβα. Κάποιοι όμως, όσοι ξεχώρισε σηκώνοντας το δάχτυλό του ο Χίτλερ διαταράσσοντας την ήρεμη ζωή στο Μέζιρζιτσι της Τσεχοσλοβακίας, έγιναν πια άλλοι· έγιναν τα μιάσματα· οι σημαδεμένοι· αυτοί με το κίτρινο άστρο στο πέτο.

Το μυθιστόρημα διαχωρίζεται σε τρεις μεγάλες ενότητες, όπου τον κύριο ρόλο διατηρούν το νεαρότερο μέλος της εβραϊκής οικογένεια Χελέροβι, η Μίρα, και η θεία της, η θεία Χάνα, η τραγική ιστορία της οποίας καθόρισε ουσιαστικά την τύχη ολόκληρης της οικογένειας.

Συμπτώσεις, αναβλητικότητα, λανθασμένες επιλογές, όλα μαζί θα δέσουν σαν φάρσα, σαν τραγική ειρωνεία στην κατά τα άλλα ήρεμη και ευτυχισμένη ζωή των ανθρώπων του Μέζιρζιτσι. Κανείς δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται το κακό που ερχόταν. Ούτε όταν άρχισαν να καταφθάνουν σαν πρόσφυγες στα μέρη τους οι Εβραίοι από τις περιοχές των Σουδητών. Ούτε όταν μάθαιναν τις αντιδράσεις των Γερμανόφωνων σε εκείνες τις περιοχές. Κανείς δεν αντιλαμβάνεται. Κανείς δεν μπορεί ποτέ να πιστέψει πως το κακό μπορεί να ακουμπήσει και τους ίδιους.

Στην πρώτη ενότητα, αφηγήτρια είναι η μικρή Μίρα, ενώ στην τρίτη είναι η θεία της η Χάνα. Η μεσαία ενότητα δένει με έναν αναπάντεχο τρόπο την ιστορία της οικογένειας, αναφερόμενη κυρίως στο παρελθόν τους. Οι χρόνοι σε όλο το βιβλίο πλέκονται σαν πλεξούδα μεταξύ τους, σαν κοτσίδες, όπως εκείνες που υποχρεωνόταν η Χάνα να πλέξει με τα κουρέλια από τα ρούχα των Εβραίων στις ομάδες «Καναδά» στο Άουσβιτς. Οι μονόλογοι της Χάνα και της Μίρα χρωματίζουν πολύ καθαρά τη σχέση Χριστιανών και Εβραίων στη μικρή κοινωνία της πόλης, τόσο πριν τον πόλεμο, όσο και μετά.

Η ιστορία, αναφέρεται στο οπισθόφυλλο, βασίζεται σε πραγματικά στοιχεία. Η συγγραφέας, έχοντας η ίδια καταγωγή από το Μέζιρζιτσι, την πόλη όπου τοποθετείται η ιστορία της, έχει σίγουρα καταφέρει να μαζέψει πολλά στοιχεία. Το μυθιστόρημά της παρουσιάζεται με τέτοια λεπτομέρεια και πειστικότητα, που ο αναγνώστης συνεχώς ξεχνιέται νομίζοντας πως διαβάζει μια μαρτυρία.

Ξεχωρίζω τη σκηνή της αναγκαστικής αποχώρησης των Εβραίων από την πόλη, με κατεύθυνση —όπως νόμιζαν— το Τερεζίν. Η συγγραφέας, με τη φωνή της Χάνας, μας λέει:

Δεν διέκρινα σχεδόν τίποτα. Το σκοτάδι ήταν βαθύ. Όλα τα φώτα παρέμεναν σβηστά, προκειμένου η πόλη να μην καταστεί εύκολος στόχος για τα βομβαρδιστικά. Το ποτάμι κάτω από τα πόδια μας έρρεε αδιάληπτα μέσα στην πέτρινη κοίτη του. Τα σταθερά περιγράμματα των κτηρίων φάνταζαν εχθρικά, λες κι η πόλη ανυπομονούσε να μας ξεφορτωθεί, να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταγραφής των καθημερινών μας ταπεινώσεων. Απέστρεφε το βλέμμα της από μας με τον ίδιο τρόπο που το απέστρεφαν και οι κάτοικοί της.

Δεν είναι πολλά τα μυθιστορήματα που γράφτηκαν για το Ολοκαύτωμα. Προσωπικά πίστευα πως ένα κείμενο γραμμένο από κάποιον που δεν έζησε τα γεγονότα, ή που δεν τα έζησε κάποιος δικός του άνθρωπος ώστε να έχει λάβει τις δικές του μαρτυρίες, θα αποτελούσε ιεροσυλία. Έτσι θα έλεγα αν με ρωτούσατε πριν διαβάσω το βιβλίο της Μορνστάινοβα. Τώρα όμως αναθεωρώ. Το Ολοκαύτωμα, καθώς και τα τραύματα που κουβάλησαν στη συνέχεια μαζί τους όσοι γλίτωσαν, πρέπει να φτάσουν παντού· πρέπει να τα διαβάσουν οι νέες γενιές σε όλο τον κόσμο. Λίγο-λίγο, η άτυχη γενιά που τα έζησε, οι ελάχιστοι Εβραίοι που επέζησαν του Ολοκαυτώματος, φεύγουν. Η μυθοπλασία, λοιπόν, στην περίπτωση που προηγείται ενδελεχής μελέτη όπως έγινε για το συγκεκριμένο βιβλίο, δεν πρέπει να αποκλείεται.

Αυτό το απόσπασμα από τον μονόλογο της Χάνα, αφού γύρισε από το Άουσβιτς, θα μείνει νομίζω χαραγμένο στο μυαλό μου:

Πότε-πότε φανταζόμουν την ψυχή σαν ένα στρογγυλό καρβέλι, ένα λευκό καρβέλι, από το οποίο ξεκολλάνε κομμάτια ζάχαρης. Για κάθε θλιβερό γεγονός που μας συμβαίνει ξεκολλάει και ένα κομμάτι από το καρβέλι. Κι έτσι μικραίνει και μικραίνει, ώσπου μια μέρα δεν μένει απολύτως τίποτα.

Η Αλένα Μορνστάινοβα, φιλόλογος και συγγραφέας, θεωρείται ήδη μια από τις πλέον διακεκριμένες πεζογράφους της νεότερης τσέχικης λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημα «Χάνα» βραβεύτηκε επανειλημμένα, ενώ έχει ήδη μεταφραστεί σε 20 γλώσσες στον κόσμο. Στα ελληνικά, μεταφράστηκε με εξαιρετική επιμέλεια από τον επίκουρο καθηγητή Κώστα Τσίβο και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια.