«Κάθε στιγμή μετράει» της Lisa Genova
«Ήθελε να συνεχίσει να περπατάει, όμως στάθηκε ακίνητη, λες και είχε παγώσει. Δεν ήξερε πού βρισκόταν. Έστρεψε το βλέμμα της ξανά στο σημείο από όπου είχε έρθει. […] Ο πεζόδρομος, το ξενοδοχείο, τα καταστήματα, ο παράλογος λαβύρινθος των δρόμων. Ήξερε ότι βρισκόταν στην πλατεία Χάρβαρντ, αλλά δεν ήξερε προς τα πού έπεφτε το σπίτι της. […] Η καρδιά της άρχισε να χτυπά δυνατά. Ίδρωνε».
Η Άλις είναι μία φημισμένη, υψηλού επιπέδου καθηγήτρια ψυχολογίας, με εξειδίκευση στην ψυχογλωσσολογία, στο Χάρβαρντ. Ζει στη Βοστόνη, στο ίδιο σπίτι για περισσότερα από είκοσι χρόνια, και κάνει πάντα την ίδια διαδρομή όταν τρέχει για να ασκηθεί. Κι όμως, αυτή τη φορά νιώθει πως έχει μπλοκάρει. Βρίσκεται σε μια διασταύρωση την οποία ναι μεν αναγνωρίζει, αλλά της είναι απολύτως αδύνατο να θυμηθεί ποιο δρόμο πρέπει να πάρει για να γυρίσει στο σπίτι της. Όλες οι συνδέσεις έχουν χαθεί. Πανικοβάλλεται. Η Άλις είναι μόλις πενήντα ετών και όμως πάσχει από Αλτσχάιμερ.
Η συγγραφέας του δυνατού, ειλικρινούς αυτού μυθιστορήματος, του «Κάθε στιγμή μετράει» («Still Alice»), η Lisa Genova, κάνει μια γενναία προσπάθεια να γράψει το χρονικό του Αλτσχάιμερ που έχει διαγνωστεί σε μια νέα ασθενή: τα αρχικά συμπτώματα, η διάγνωση, η επιδείνωση, οι συνέπειες σε οικογένεια, επαγγελματική και κοινωνική ζωή. Η καθηγήτρια του κορυφαίου πανεπιστημίου του κόσμου ξεχνάει λέξεις (αυτή: μια γλωσσολόγος…), χάνει τον προσανατολισμό της, συστήνεται από την αρχή σε ανθρώπους που γνωρίζει χρόνια, χάνει την πτήση για ένα συνέδριο επειδή ξέχασε ότι είναι βασική εισηγήτρια σ’ αυτό, και μολονότι προετοιμαζόταν ακριβώς για την ομιλία της όλη την ημέρα, κάθεται στο αμφιθέατρο με τους φοιτητές της περιμένοντας να αρχίσει το μάθημά της, μπορεί να παραδώσει μάθημα μόνο διαβάζοντας την παράδοση από σημειώσεις, δεν βρίσκει την τουαλέτα στο σπίτι της, δεν αναγνωρίζει τα παιδιά της, δεν μπορεί να αναγνωρίσει το όνομά της όταν το βλέπει γραμμένο, ξεχνά ότι περιμένει εγγόνια. Το βιβλίο περιγράφει το πώς μία σχετικώς νέα γυναίκα (η συγκεκριμένη νόσος χτυπά άτομα τρίτης ηλικίας συνήθως) χάνει μέσα σε έναν χρόνο τον εαυτό της, χάνει αυτό που την κάνει να είναι εκείνη. Η ίδια η Άλις, μάλιστα, θα προτιμούσε να είχε καρκίνο, όπως δηλώνει:
«Χίλιες φορές καλύτερα να είχε καρκίνο. Θα αντάλλαζε το Αλτσχάιμερ με τον καρκίνο χωρίς δεύτερη σκέψη. Ντράπηκε που ευχόταν κάτι τέτοιο, άλλωστε ήταν μια ανούσια ευχή, όμως ακόμη κι έτσι επέτρεψε στον εαυτό της να το φανταστεί. Η νόσος Αλτσχάιμερ ήταν ένα ολότελα διαφορετικό θηρίο. Κανένα όπλο δεν ήταν ικανό να το σκοτώσει».
Το μυθιστόρημα, παρά το σαφώς σκληρό θέμα του, αφηγείται πολύ γλαφυρά την αγωνία της ασθενούς, την προσπάθειά της να επιβραδύνει με μικρές διανοητικές ασκήσεις την αρρώστια της, τη συντριβή της επειδή ξέρει ότι βαδίζει με απόλυτη βεβαιότητα στην άνοια. Η ανάγνωσή του είναι μια εμπειρία που αξίζει να την επιχειρήσετε.
Η συγγραφέας είναι πτυχιούχος βιοψυχολογίας και κάτοχος διδακτορικού από το Harvard στις νευροεπιστήμες. Το βιβλίο της απορρίφθηκε από εκατό (!) εκδοτικούς οίκους πριν επιλεγεί, μένοντας για ένα χρόνο στα αζήτητα. Μετά την έκδοσή του, βέβαια, έμεινε στη λίστα των μπεστ σέλερ για 40 ολόκληρες εβδομάδες. Το «Κάθε στιγμή μετράει» κυκλοφόρησε σε 30 χώρες, μεταφράστηκε σε 20 γλώσσες και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο, χαρίζοντας στη συγκλονιστική Τζούλιαν Μουρ, που υποδύεται αριστοτεχνικά την Άλις, το πρώτο της Όσκαρ.
Τρυφερό, αληθινό και καθηλωτικό, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Λιβάνη, στην ωραιότατη μετάφραση του Χρήστου Καψάλη.