Κοιτώντας

C
Σαπφώ Καρδιακού

Κοιτώντας

«Όλες οι τέχνες είναι ψυχοθεραπεία. Οποιοσδήποτε κάνει τέχνη και διαπραγματεύεται την αλήθεια μιλά επί της ουσίας για τον εαυτό του. Όσο περισσότερο καταβυθίζεσαι μέσα σου, τόσο πιο παγκόσμιο είναι αυτό που προκύπτει». Μαρίνα Αμπράμοβιτς, συνέντευξη στο popaganda.gr (2016).

Την άνοιξη του 2010 το MoMA (Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης) της Νέας Υόρκης φιλοξένησε την περφόρμανς «Η καλλιτέχνις είναι εδώ» της Μαρίνας Αμπράμοβιτς με παράλληλη αναδρομική έκθεση του έργου της. Από τις 9 Μαρτίου ώς τις 16 Μαΐου, για 736 ώρες η Μαρίνα Αμπράμοβιτς καθόταν σε μία καρέκλα ακίνητη. Στην απέναντί της καρέκλα κάθισαν 1.554 εθελοντές θεατές. Η παράσταση δεν περιείχε κίνηση, ομιλία ή οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Η Αμπράμοβιτς απλώς κοιτούσε όποιον καθόταν στην απέναντι καρέκλα. Το project φαίνεται απλό, αλλά η συναισθηματική φόρτιση από την οπτική επαφή της καλλιτέχνιδας με τους θεατές προκάλεσε πολύ έντονα συναισθήματα. Τις πρώτες ημέρες υπήρχε ένα τραπέζι ανάμεσα στην καρέκλα της Αμπράμοβιτς και αυτή των εθελοντών. Λίγο καιρό πριν την ολοκλήρωση της παράστασης το τραπέζι αφαιρέθηκε. Ο φωτογράφος της Αμπράμοβιτς Μάρκο Ανέλι απαθανάτιζε κάθε εθελοντή όσο η παράσταση μεταδιδόταν ζωντανά στην ιστοσελίδα του μουσείου. Με το πέρασμα των ημερών το γεγονός ήταν θέμα συζήτησης ακόμα και για όσους δεν διατηρούσαν στενή σχέση με την Τέχνη. Το 2012 προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ της προετοιμασίας για τη συγκεκριμένη περφόρμανς με τίτλο «Marina Abramovic: The artist is present».

* * *

Νέα Υόρκη, 2010. Ο Άρκι Λέβιν είναι αναγνωρισμένος συνθέτης μουσικής υπόκρουσης ταινιών. Η κρίση της μέσης ηλικίας που διανύει επιβαρύνεται από τη νέα γενιά συνθετών που τον επισκιάζουν σιγά-σιγά. Όταν η σύζυγός του Λίντια, διάσημη αρχιτέκτονας, υποτροπιάζει και πέφτει σε κατατονία από μια εκφυλιστική ασθένεια του αίματος, νιώθει ναυαγός στην ίδια του τη ζωή. Η Λίντια έχει απαγορέψει τις επισκέψεις του Άρκι στην κλινική όπου νοσηλεύεται, ώστε να του αφήσει χρόνο να αφοσιωθεί στην μουσική του. Ο Άρκι αναζητά τα λάθη του, αναζητά την έμπνευση, και αναζητά το θάρρος να καθίσει απέναντι στη Μαρίνα Αμπράμοβιτς όταν τα βήματά του τον φέρνουν στην παράστασή της στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.

Η Τζέιν είναι χήρα δασκάλα τέχνης σε δημοτικό σχολείο. Ταξιδεύει στη Νέα Υόρκη από τη φάρμα της στην κεντρική Αμερική. Συναρπάζεται από την παράσταση της Αμπράμοβιτς και βρίσκεται καθημερινά στο MoMA μαζί με τους χιλιάδες θεατές που επισκέπτονται την περφόρμανς ξανά και ξανά. Γνωρίζει τον Άρκι και κάνουν παρέα μέχρι την επιστροφή της στη φάρμα.

Η νεαρή Χιλάιας είναι κριτικός τέχνης. Ως μουσικός συνεργάζεται με τον Άρκι. Διατηρεί παράνομη σχέση με τον παντρεμένο και μεγαλύτερό της συμπαρουσιαστή-κριτικό τέχνης της ραδιοφωνικής εκπομπής που παρουσιάζουν από κοινού. Κάθεται συχνά στην καρέκλα απέναντι από την Αμπράμοβιτς όσο καλύπτει την παράσταση για την εκπομπή.

Η Ασιάτισσα ολλανδικής υπηκοότητας Μπρίτικα κάνει το διδακτορικό της πάνω στο έργο της Αμπράμοβιτς και παρακολουθεί την παράσταση καθημερινά.

Η Χιλάιας ήξερε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ήθελαν να κοιτάξουν μέσα τους, πόσο μάλλον να μεγεθύνουν την εσωτερική ζωή τους για να τη δει ή να την ακούσει ή να την κρίνει ο κόσμος. Ίσως αυτή ήταν η πρόσκληση στην καρδιά της περφόρμανς Η καλλιτέχνις είναι εδώ. «Έλα να είσαι ο εαυτός σου». Και οι άνθρωποι που κάθονταν ανακάλυπταν πόσο δύσκολο, πόσο αποκαλυπτικό, πόσο παράξενο ήταν και πόσο τους αναστάτωνε.

Μπορεί στην πραγματικότητα η προσωπικότητα και το έργο της Μαρίνα Αμπράμοβιτς να διχάζουν τους κριτικούς και το κοινό, στο μυθιστόρημα της βραβευμένης Αυστραλής Χέδερ Ρόουζ, όμως, η παράσταση της αιρετικής καλλιτέχνιδας φέρνει κοντά τους ήρωες. Η συγγραφέας αφηγείται με όχημα τη λογοτεχνική φαντασία στιγμές από τη ζωή της Αμπράμοβιτς παράλληλα με τις αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή των χαρακτήρων της. Η αφοσίωση της καλλιτέχνιδας στην τέχνη της μέχρι τώρα και στο εξουθενωτικό ψυχικά και σωματικά θέαμα που προσφέρει ενθαρρύνει τους ήρωες να σκεφτούν πέρα από το καθημερινό και το δεδομένο.

«Θα ήθελα να δω τη Φρίντα Κάλο να τη ζωγραφίζει», είπε η Τζέιν. «Αναρωτιέμαι τι όργανα πόνου μπορεί να απέδιδε στη Μαρίνα έτσι όπως κάθεται στην καρέκλα».

Στην ιστορία παρεμβάλλονται οι εικαζόμενες σκέψεις της Αμπράμοβιτς και η ένταση των συναισθημάτων των ηρώων όταν βρίσκονται απέναντι στο βλέμμα της: Κάποιοι αναθεωρούν τη ζωή τους, άλλοι δακρύζουν, άλλοι μεταφέρονται σε διαφορετικά επίπεδα σκέψης.

Η γραφή της Ρόουζ, όπως και η τέχνη της Αμπράμοβιτς, είναι ζωντανή, ένας διαρκής διάλογος των πρωταγωνιστών κυρίως με τον εαυτό τους. Κάθε ήρωας βιώνει τη ρευστότητα των αλλαγών στη ζωή του, στον ψυχισμό του, και προσπαθεί με τη βοήθεια της καθαρτικής εμπειρίας του έργου να προσαρμοστεί. Όσοι επηρεάζονται σε βαθύτερο επίπεδο αναρωτιούνται, αμφισβητούν, νιώθουν εκείνα που ίσως προσπερνούσαν πριν βιώσουν την περφόρμανς.

Έκλεισε τα μάτια και για μια στιγμή μεταφέρθηκε στο αίθριο και αναρωτήθηκε: Αν είχα καθίσει με την Αμπράμοβιτς, τι μπορεί να είχα δει ή νιώσει; Ήταν αρκετό που καθόμουν στα μετόπισθεν; Μήπως είχα χάσει μια ευκαιρία για κάτι που θα μου άλλαζε τη ζωή, για μια πράξη θάρρους;

Η ίδια η Αμπράμοβιτς εμφανίζεται σε κομβικές φάσεις της ζωής της: μικρή με την αυταρχική και ψυχικά τραυματισμένη από τον πόλεμο μητέρα της να επιβάλλει αδικαιολόγητους στρατιωτικούς κανονισμούς στην καθημερινότητα της οικογένειας· στα πρώτα της βήματα, όπου οι παραστάσεις της συγκέντρωναν έντονη αμφισβήτηση από τους κριτικούς, από το κοινό και από την ίδια τη μητέρα της· στη γνωριμία και τη μακρόχρονη σχέση με τον Ουλάι, μέχρι και την περφόρμανς του χωρισμού τους στο Σινικό Τείχος· και στη σωματική και ψυχική καταπόνηση κατά τη διάρκεια κάθε έργου της και ιδιαίτερα του τελευταίου.

Η Αμπράμοβιτς εμφανίζεται με κολακευτικά χρώματα στον καμβά του μυθιστορήματος, παρά τις φήμες για τον δύστροπο χαρακτήρα της και την αμφιβολία μερίδας του καλλιτεχνικού κόσμου για τη σκοπιμότητα και ειλικρίνεια του έργου της. Γνωρίζουμε τη Μαρίνα που μεγάλωσε στην πρώην Γιουγκοσλαβία σε απολυταρχικό κρατικό και οικογενειακό περιβάλλον, τη γυναίκα που ερωτεύτηκε τον καλλιτέχνη περφόρμανς Ουλάι για να γίνει συνοδοιπόρος του στην εξέλιξη και την καταξίωσή του(ς), είμαστε μάρτυρες του προσωπικού κόστους κάθε έργου της και του λυσσαλέου της πείσματος να αναπαριστά τη ζωή στην τέχνη.

Η ίδια η καλλιτέχνις έδωσε συγκατάθεση για την εμφάνισή της στο μυθιστόρημα και πλήρη δημιουργική ελευθερία στη συγγραφέα. Το τελικό αποτέλεσμα την άφησε ικανοποιημένη, ενώ χαρακτήρισε το βιβλίο «όμορφο και τόσο καλογραμμένο».

Σε αυτό συμφωνούμε, αγαπητή Μαρίνα!

[ Φωτ.: Andrew Russeth ]