«Το Κορίτσι στον Ιστό της Αράχνης»

C
Κική Τσιλιγγερίδου

«Το Κορίτσι στον Ιστό της Αράχνης»

Άρχισα να διαβάζω το «Κορίτσι στον Ιστό της Αράχνης» απρόθυμα και με ανάμικτα συναισθήματα, κι αυτό επειδή δεν μου αρέσουν οι συνέχειες βιβλίων από άλλους συγγραφείς, sequel που πατούν πάνω σε μια κάποια, συνήθως απλώς εμπορική, συνταγή για να εκμεταλλευτούν μία προηγούμενη επιτυχία, κατά τα πρότυπα που τις τελευταίες δυο-τρεις δεκαετίες δίδαξε ο κινηματογράφος. Πιστεύω πως κανένας συγγραφέας δεν μπορεί να πατήσει στα χνάρια ενός άλλου και να συνεχίσει το έργο του — δεν θα είναι το ίδιο.

Τι γίνεται όμως όταν ο νέος συγγραφέας —με ήδη εντυπωσιακό παλμαρέ— εξελίσσει τον αυθεντικό, του οποίου υπήρξε φαν και καλός γνώστης; Και όταν μπορεί και το κάνει, και μάλιστα με μια άνεση και μια μαεστρία που θα ζήλευε και ο προηγούμενος; Τότε το αποτέλεσμα είναι αυτό που ο Νταβίντ Λάγκερκραντζ κατάφερε με το τέταρτο βιβλίο της τριλογίας «Μιλένιουμ»: συναρπαστικό. Αν μη τι άλλο, πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί  το γεγονός ότι διάβασα ένα βιβλίο άνω των 500 σελίδων μέσα σε δύο μέρες; Πατώντας γερά στους δεδομένους (και αδιαμφισβήτητα άριστους, «αρχετυπικούς» και, σίγουρα, για τους εκατοντάδες χιλιάδες ανά τον κόσμο φαν της σειράς, αγαπημένους) χαρακτήρες του Λάρσον, ο Λάγκερκραντζ πλέκει αριστοτεχνικά μια δυναμική, περίπλοκη περιπέτεια «για γερά νεύρα» — και ας μου συγχωρεθεί εδώ το κλισέ, αλλά έτσι είναι.

Ένας επιστήμονας, λοιπόν, συνθέτει ένα πρόγραμμα εξελιγμένης τεχνητής νοημοσύνης: τόσο εξελιγμένης, που μπορεί να βελτιώνει τον εαυτό της. Ο ευφυής αυτός άνθρωπος πέφτει θύμα δολοφονίας, όμως τη σκηνή έχει παρακολουθήσει ο αυτιστικός, τρομερά ιδιαίτερος γιος του, που πάσχει από το σύνδρομο του Σαβάντ: είναι ένας «rainman» — δεν είναι μόνο μαθηματική διάνοια, αλλά διαθέτει και τέλεια, φωτογραφική μνήμη, χάρη στην οποία μπορεί να αποτυπώσει σκηνές σε ζωγραφιές με εξαιρετική ακρίβεια και λεπτομέρεια. (Οι πάσχοντες από το σύνδρομο του Σαβάντ φέρουν μεν μία σοβαρή αναπτυξιακή ή διανοητική αναπηρία, αλλά σε συνδυασμό με μία εξαιρετική διανοητική ικανότητα σε ένα ορισμένο πεδίο). Την ίδια στιγμή, ο Μίκαελ Μπλόμκβιστ πέφτει θύμα μιας σφοδρής επίθεσης από σουηδικά ΜΜΕ που προσπαθούν να τον αποκαθηλώσουν, ενώ ποσοστό του περιοδικού Μιλένιουμ εξαγοράζεται από έναν νορβηγικό κολοσσό των ΜΜΕ που θέλει να το αφανίσει. Τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με το παρελθόν και την οικογένεια της Λίζμπεθ; Τι θέλει  η δίδυμη αδελφή της, και πώς εμπλέκονται η ρωσική κυβέρνηση, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ και οι Spiders (Αράχνες), η ομάδα των χάκερ που θέλει να αφανίσει το Κορίτσι με το Τατουάζ; Πολλά και φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους ερωτηματικά, που εδώ βέβαια μόνο σχηματικά διατυπώνω, και που όλα τους απαντιούνται έξοχα, μέσα από ένα, το ξαναλέω, έξοχο και καθηλωτικό μυθιστόρημα.

Έχοντας διαβάσει την πρωτότυπη τριλογία, μπορώ να πω ότι ο Λάγκερκραντζ μένει πέρα για πέρα πιστός στους χαρακτήρες του Λάρσον και, μολονότι δεν αξιοποιεί καθόλου τις σημειώνεις του Λάρσον για το τέταρτο βιβλίο που εκείνος σχεδίαζε —και που δεν κατάφερε ποτέ του να γράψει—, καταφέρνει να συνθέσει μια εξαιρετική περιπέτεια. Εισάγει μάλιστα νέους χαρακτήρες (τον αυτιστικό Άγκουστ, για παράδειγμα) που είναι παραπάνω από βέβαιο ότι θα συναντήσουν ξανά τη Λίζμπεθ και τον Μίκαελ. Όπως απολύτως βέβαιο επίσης είναι ότι θα ξαναδούμε τη δίδυμη αδελφή της Λίζμπεθ, την Καμίλα. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι η σύντροφος του Λάρσον, παρά τη χρόνια νομική διαμάχη της με την οικογένεια του αποθανόντος συγγραφέα και την εκπεφρασμένη αντίθεσή της στη συγγραφή μιας συνέχειας, παραδέχεται τελικά σε συνέντευξή της ότι ο Λάγκερκραντζ είναι εξαιρετικός και ότι οι μεταξύ τους σχέσεις είναι, πλέον, πολύ καλές. Η επιλογή του συγγραφέα που θα συνέχιζε το φαινόμενο του «Μιλένιουμ» ήταν πέρα για πέρα επιτυχημένη. Και το αποτέλεσμα θα ικανοποιήσει και με το παραπάνω τους φίλους της σειράς.

Το «Κορίτσι στον Ιστό της Αράχνης» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός, σε μετάφραση (απευθείας από τα σουηδικά) του Ξενοφώντα Παγκαλιά.