Λεξικό αποδημίας [1]

P
Αθανάσιος Τσιούρας

Λεξικό αποδημίας [1]

Στο παρόν και σε επόμενα σημειώματα, θα χτίσουμε ένα λεξικό όρων σχετικών με τα σύνορα, την προσφυγιά και τη μετανάστευση.

Σύνορο: Η εξωτερική οριοθέτηση του εδάφους (και της θάλασσας και του αέρα), επί του οποίου ένα κράτος ασκεί κυριαρχία. Πέρα από τα σύνορα ενός κράτους βρίσκεται η επικράτεια ενός άλλου κράτους ή τα διεθνή ύδατα.

Ζώνη Σένγκεν (Schengen): Το σύνολο των εδαφών που ανήκουν στα κράτη-μέλη της Συνθήκης του Σένγκεν. Βασικό χαρακτηριστικό της Ζώνης Σένγκεν είναι ότι δεν υπάρχουν συνοριακοί έλεγχοι όταν κάποιος μετακινείται από ένα κράτος της Ζώνης Σένγκεν σε άλλο. Ως αντιστάθμισμα της έλλειψης εσωτερικών συνοριακών ελέγχων, επιτείνονται οι έλεγχοι στα εξωτερικά σύνορα της Ζώνης Σένγκεν, δηλαδή στα σύνορα μεταξύ χωρών που συμμετέχουν στη Συνθήκη του Σένγκεν και τρίτων (βλ. και Frontex), και συγκεντρώνονται πληροφορίες για πρόσωπα που έχουν τελέσει ή είναι ύποπτοι τέλεσης εγκλημάτων (Πληροφοριακό Σύστημα Σένγκεν).

Πρόσφυγας: Ο άνθρωπος που βρίσκεται έξω από τη χώρα του επειδή φοβάται δικαιολογημένα ότι στη χώρα του θα τον διώξουν — εξαιτίας της καταγωγής του (εθνικής-φυλετικής), της θρησκείας του, της κοινωνικής του τάξης, των πολιτικών του πεποιθήσεων, της ένταξής του σε μια κοινωνική ομάδα, του σεξουαλικού του προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου του: εξαιτίας, δηλαδή, αυτού που είναι. Η δίωξη αυτή μπορεί να υποκινείται από την επίσημη κυβέρνηση, αλλά και από οργανωμένες ομάδες που ασκούν έλεγχο στο σύνολο ή σε μέρος της επικράτειας της χώρας του πρόσφυγα. Ενώ ο κανόνας στο διεθνές δίκαιο είναι ότι οι πολίτες μιας χώρας προστατεύονται διεθνώς από τη χώρα τους, οι πρόσφυγες κατά κανόνα διώκονται (ή υπάρχει φόβος να διωχθούν) από την κυβέρνηση της χώρας τους ή από όποιους ασκούν έλεγχο εκεί. Ο πρόσφυγας αποκτά την ιδιότητά του από τη στιγμή που βρίσκεται εκτός συνόρων και ενώ στη χώρα του υπάρχουν οι συνθήκες που καθιστούν επίφοβη την επιστροφή του. Βασικό δικαίωμα του πρόσφυγα είναι να μην εξαναγκαστεί να επιστρέψει στη χώρα του, τουλάχιστον για όσο διαρκούν οι συνθήκες που καθιστούν την επιστροφή του εκεί επίφοβη.

Πολιτικό άσυλο: Η προστασία που παρέχει ένα κράτος σε ένα πρόσωπο που έχει αναγνωρίσει ως πρόσφυγα. Είναι, δηλαδή, ο μη-εξαναγκασμός του πρόσφυγα να επιτρέψει στη χώρα του. Συνεκδοχικά, είναι και η αναγνώριση σε ένα πρόσωπο της ιδιότητας του πρόσφυγα.

Αιτών άσυλο: Το πρόσωπο που έχει ζητήσει από το ξένο κράτος στο οποίο βρίσκεται να του αναγνωρίσει ότι είναι πρόσφυγας. Κατά κανόνα, ο αιτών άσυλο δεν επιτρέπεται, όσο διαρκεί η εξέταση της αίτησής του για πολιτικό άσυλο, να φύγει από το κράτος όπου έχει υποβάλει την αίτηση, ούτε να υποχρεωθεί να επιστρέψει στη χώρα του.

Ροζ κάρτα: Στην Ελλάδα, το «δελτίο αιτήσαντος άσυλο αλλοδαπού», η βεβαίωση που δίνουν οι ελληνικές Αρχές για αλλοδαπούς αιτούντες πολιτικό άσυλο (και στις οικογένειές τους), η οποία και διατηρείται μέχρι την απόφαση επί της αιτήσεως για χορήγηση πολιτικού ασύλου. Το δελτίο επιτρέπει την παραμονή του αιτούντος στην ελληνική επικράτεια.

Δουβλίνο II: Είναι ο Κανονισμός 343/2003 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον οποίο ορίζεται ποιο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (και, επιπλέον, η Νορβηγία, η Ισλανδία, η Ελβετία και το Λίχτενσταϊν) είναι αρμόδιο για να εξετάζει την αίτηση για πολιτικό άσυλο ενός προσώπου που έχει την ιθαγένεια τρίτης χώρας (ήτοι, πλην Ευρωπαϊκής Ένωσης, Νορβηγίας, Ισλανδίας, Ελβετίας και Λίχτενσταϊν). Βασικός κανόνας (αλλά όχι χωρίς εξαιρέσεις) είναι ότι την ευθύνη για την εξέταση αιτήματος ασύλου την έχει το κράτος στο οποίο εισήλθε αρχικά ο υπήκοος τρίτης χώρας.

Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες: Η βασική υπηρεσία του ΟΗΕ που ασχολείται με τους πρόσφυγες. Λειτουργεί από το 1951.

Μετανάστης: Αυτός που εγκαταλείπει τη χώρα του με τη θέλησή του για να βρει, σε μία άλλη χώρα, μια καλύτερη ζωή. Η βασική διαφορά του μετανάστη με τον πρόσφυγα είναι ότι ο μετανάστης αλλάζει χώρα επειδή το επιλέγει και όχι, όπως ο πρόσφυγας, επειδή εξαναγκάζεται φοβούμενος για τη ζωή του ή τη σωματική του ακεραιότητα.

Ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Το δικαίωμα όλων όσων διαθέτουν την ιθαγένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης να κυκλοφορούν και να εγκαθίστανται, με σκοπό την ανεύρεση εργασίας ή την ανάπτυξη οικονομικής δραστηριότητας, οπουδήποτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θεωρείται από τις βασικές ελευθερίες που συνδέονται με την ιθαγένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία καθιερώθηκε για πρώτη φορά το 1992, με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.

Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης: Διεθνής Οργανισμός, με 155 κράτη-μέλη, που ιδρύθηκε (1951) με σκοπό τη διαχείριση της μετανάστευσης κατά ανθρώπινο και λειτουργικό τρόπο.

[ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ]                                                                                                         

[ Εικονογράφηση: Jacob Lawrence, One-Way TicketMigration Series and Other Visions of the Great Movement North (1951) ].