Live in Thessaloniki

L
Μαρία Τσάκος

Live in Thessaloniki

Για το Duende άκουσα για πρώτη φορά μια βραδιά στις αρχές του καλοκαιριού, σ’ έναν ωραίο κήπο πίσω από τη Ροτόντα. Ποτέ δεν ξέρεις τι είναι, αν είναι η αγάπη για τα πρόσωπα, ή απλά η ευδαιμονία της στιγμής, η γλύκα της, ποτέ δεν ξέρεις ακριβώς γιατί κάτι θα σε συγκινήσει πολύ βαθιά, για ποιους δικούς σου λόγους θα ταυτιστείς με την ιστορία ανθρώπων που δεν ξέρεις και θα την αφήσεις να μπει μέσα σου σαν να την έχεις ζήσει κι εσύ. Με μια έννοια, βέβαια, μου συνέβη αυτό ακριβώς που σημαίνει και η λέξη στα ισπανικά: ξύπνησε μέσα μου εκείνο το συναίσθημα που συχνά αφυπνίζει η μουσική ή μια παθιασμένη ερμηνεία σε όσους έχουν «duende», σ’ εκείνους που έχουν, δηλαδή, την ψυχή του εραστή της τέχνης. Αν και η λέξη σημαίνει κι άλλα: σημαίνει φάντασμα, σημαίνει πνεύμα, έμπνευση, μαγεία, φλόγα, γοητεία — αλλά σημαίνει και καημός. Μα τελικά σημαίνει απλώς… duende. Γι’ αυτό και πάντα το αφήνουμε αμετάφραστο.

Δεν θυμάμαι πώς ξεκίνησε η συζήτηση, πώς και γιατί άρχισε ο φίλος Θ.Τ. να μου μιλάει για το Duende της Λάρισας, και πώς έφτασε να μου διηγηθεί την ιστορία αυτή που μοιάζει με σενάριο για χολιγουντιανή ταινία — είναι τόσο απίστευτη, που, αν δεν την άκουγα από το στόμα ενός από τους συντελεστές της (και δη ανθρώπου χωρίς καμία ροπή προς την υπερβολή), θα την κατέτασσα στην κατηγορία «αστικοί μύθοι».

Έτσι, έμαθα για τις δυο βραδιές που ο Άγγλος σαξοφωνίστας Nat Birchall βρέθηκε να παίζει στη σκηνή ενός μαγαζιού στη Λάρισα μαζί με όλους τους μουσικούς του, έμαθα και όλα όσα προηγήθηκαν εκείνης της ευλογημένης στιγμής: για την αλληλογραφία που ξεκίνησε μαζί του ο Κώστας, μουσικός και ο ίδιος αλλά και η ψυχή του Duende, έξι μήνες νωρίτερα, για τις μεταξύ τους συζητήσεις που έπεισαν τον Άγγλο πως αυτό το live στην άλλη άκρη του κόσμου έπρεπε να γίνει, και για τα χρήματα που χρειάστηκαν και που βρέθηκαν χάρη στους λίγους φίλους που πίστεψαν στο εγχείρημα. Ο ενθουσιασμός και η ζωντάνια της διήγησης ήταν τέτοιος που μεταφέρθηκα νοερά εκεί: τον Μάιο του 2013, στη Λάρισα, μέσα σε ένα μαγαζί γεμάτο ασφυχτικά από κόσμο —τόσο που ξεχείλιζε και στο πεζοδρόμιο—, με ανθρώπους από όλη την Ελλάδα αλλά και αρκετούς ξένους, και μια τζαζ μπάντα επί σκηνής που έδινε τον καλύτερο εαυτό της. Ο Κώστας —ίσως για να απαθανατίσει με τον τρόπο αυτό το Duende του, μπορεί όμως και επειδή διαισθάνθηκε τη μοναδικότητα της περίστασης— είχε την προνοητικότητα φροντίσει να ηχογραφηθεί η εμφάνιση, και μάλιστα από έναν από τους καλύτερους στο επάγγελμα, τον Δημήτρη Καρπούζα. Ο φίλος μου (γιατρός, ρέκτης της τζαζ και ερασιτέχνης dj, ο ίδιος) διέκοψε την εξιστόρηση των γεγονότων που ακολούθησαν και, αναπολώντας τη βραδιά, μου μίλησε για τη συγκίνηση που ένιωσαν όσο η μουσική πλημμύριζε το Duende και για τη βεβαιότητά τους (που τη συμμερίστηκε, από την πρώτη στιγμή, και ο ίδιος ο Birchall) ότι αυτό που είχε γίνει εκεί ήταν ξεχωριστό.

Σ’ αυτό το σημείο, η δράση της ιστορίας μας μεταφέρεται υποχρεωτικά στην Αγγλία, όπου η ζωντανή ηχογράφηση της Λάρισας φτάνει στα χέρια του Birchall, που αποφασίζει να την κυκλοφορήσει μόνο σε 500 βινύλια (ψηφιακά, όμως, ο δίσκος είναι διαθέσιμος στο διαδίκτυο για όποιον θέλει να τον κατεβάσει, πράγμα που έκανα αμέσως μόλις πήγα στο ξενοδοχείο μου εκείνο το βράδυ). Το άλμπουμ είναι το Live in Larissa / Divine harmony in Duende Jazz Bar και, από τη στιγμή που θα κυκλοφορήσει τελικά, το 2014, ο Τύπος σε όλο τον κόσμο το υποδέχεται με ενθουσιασμό και δέος. Ετερόκλητα μεταξύ τους Μέσα, από τις αγγλικές εφημερίδες Guardian και Independent έως μουσικά περιοδικά όπως το Jazzwise και το Mojo (που, σημειωτέον, ασχολείται κατά κανόνα μόνο με ροκ κυκλοφορίες) γράφουν διθυράμβους για τη ζωντανή ηχογράφηση στο Duende και απογειώνουν τη φήμη του Nat Birchall, χαρίζοντάς του μεγαλύτερη αναγνώριση από ποτέ.

Η διήγηση του Θ.Τ. σταμάτησε κάπου εδώ, αφήνοντάς με δεόντως κατάπληκτη και συγκινημένη.

«Και;» είπα.

«Και τι;» μου απάντησε εκείνος.

«Το Duende; Κάνει ακόμα τέτοια live; Θέλω να πάω!»

«Το Duende έκλεισε λίγους μήνες αργότερα».

«Πρέπει να ξανανοίξει εδώ, στη Θεσσαλονίκη, λείπει κάτι τέτοιο από την πόλη», είπα χωρίς δισταγμό και έμαθα τότε, για πρώτη φορά, πως, ευτυχώς, δεν ήμουν η μόνη που το πίστευε αυτό.

 

Σάββατο, 7 Νοεμβρίου 2015: Το Duende Jazz Bar της Θεσσαλονίκης, στην Καλαποθάκη, άνοιξε για πρώτη φορά την πόρτα του στο κοινό με τον Θ.Τ. στα ντεκ, ενώ όλοι ετοιμαζόμαστε πυρετωδώς (θέλω να πω: τ’ αφεντικά τού Duende, ο Κώστας και ο Νίκος, τρέχοντας να προλάβουν τα πάντα, και εμείς οι υπόλοιποι απλώς ψυχολογικά) για το live της Πέμπτης 12 Νοεμβρίου, με τον σπουδαίο Gary Bartz. Μόλις φύγω απ' τη δουλειά θα πάω κατευθείαν στο Ελευθέριος Βενιζέλος, θα μπω στο αεροπλάνο και θα είμαι εκεί στην ώρα μου, στις 9. Μετά από έξι μήνες αναμονής, δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να χάσω το πρώτο Live in Thessaloniki.