Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ή Τζορτζ Ουάλας;
«Το τόξο του ηθικού σύμπαντος είναι μακρύ, αλλά κάμπτεται προς τη δικαιοσύνη».
Στη φετινή ημέρα μνήμης του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, η παραπάνω ρήση του φαντάζει υπεραισιόδοξη και εξωπραγματική, καθώς βλέπουμε ένα από τα κορυφαία επιτεύγματα του αγώνα του να ξηλώνεται βήμα-βήμα από το ένα εκ των δύο μεγάλων κομμάτων των ΗΠΑ. Κατά τραγική ειρωνεία, είναι το κόμμα που είχε ιδρυθεί για να περιορίσει την επέκταση της δουλείας, και που κατάφερε μέσα σε έντεκα χρόνια από την ίδρυσή του να την καταργήσει.
Το επίτευγμα του Κινγκ για το οποίο μιλάμε είναι το Voting Rights Act του 1965, που προστάτευε τα εκλογικά δικαιώματα των μειονοτήτων για πάνω από 45 χρόνια, ειδικά στις πρώην δουλοκτητικές Πολιτείες του Νότου, όπου εφευρίσκονταν ένα σωρό τεχνητά εμπόδια ώστε να μην εγγράφονται οι απόγονοι των σκλάβων στους εκλογικούς καταλόγους. Από υποτιθέμενα «τεστ ευφυΐας» ή γνώσεων, τα οποία με κάποιον μαγικό τρόπο περνούσαν εύκολα ακόμα και οι τελείως αγράμματοι λευκοί αλλά κανένας μαύρος, μέχρι τον «κεφαλικό φόρο» για τον οποίο δεν είχαν λεφτά οι μαύροι, αλλά από τον οποίο εξαιρούνταν όσοι είχαν πατέρα ή παππού με δικαίωμα ψήφου — δηλαδή όλοι οι λευκοί.
Περασμένα-ξεχασμένα θα μου πείτε, τι πάμε και σκαλίζουμε τώρα παλιές ιστορίες… Άλλωστε το 2008 εξελέγη ο πρώτος Αφροαμερικανός Πρόεδρος, άρα ο ρατσισμός τελείωσε και δεν χρειάζονται ειδικοί νόμοι για την προστασία των μειονοτήτων, σωστά;
Κάπως έτσι τεκμηρίωσε και το Ανώτατο Δικαστήριο την απόφασή του το 2013 να ακυρώσει τη βασική πρόβλεψη αυτού του νόμου, σύμφωνα με την οποία οι Πολιτείες με «βεβαρυμμένο ιστορικό» διακρίσεων έπρεπε να παίρνουν έγκριση από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για οποιεσδήποτε αλλαγές στους εκλογικούς νόμους. Αλλά όπως επεσήμανε πολύ εύστοχα η δικαστής Ruth Bader Ginsburg, γράφοντας την άποψη της μειοψηφίας του Δικαστηρίου, το να ακυρώνεις έναν νόμο επειδή βλέπεις ότι έχει φέρει αποτελέσματα είναι σαν να πετάς την ομπρέλα σου μέσα στη βροχή επειδή σε κράτησε στεγνό. Το βασικό επιχείρημα της πλειοψηφίας του Δικαστηρίου ήταν ότι τα κριτήρια που χρησιμοποιούσε ο νόμος για το ποιες Πολιτείες κάνουν φυλετικές διακρίσεις βασίζονταν σε παρωχημένα στοιχεία.
Δυστυχώς τα αποτελέσματα της ακύρωσης του νόμου τα έχουμε δει πλέον. Οι τεράστιες ουρές στις εκλογές του 2020 στο Τέξας, την Τζόρτζια και αλλού ήταν αποτέλεσμα αποφάσεων των τοπικών Αρχών να μειώσουν δραστικά των αριθμό των εκλογικών κέντρων σε περιοχές μειονοτήτων. Ένας μεροκαματιάρης που δεν μπορεί να πάρει άδεια για να ψηφίσει δύσκολα θα καταφέρει να μείνει με τις ώρες στην ουρά, ειδικά αν έχει και μια δεύτερη δουλειά ή παιδιά στο σπίτι να περιμένουν. Ένα σωρό άλλοι περιορισμοί, όπως το τι χρειάζεται για να εγγραφεί κάποιος στους εκλογικούς καταλόγους ή για να θεωρηθεί έγκυρη η επιστολική ψήφος, σχεδιάστηκαν ώστε να πλήττουν δυσανάλογα τους πληθυσμούς των μειονοτήτων. Μετά τις εκλογές του 2020 η κατάσταση χειροτέρεψε, με πάνω από 400 σχετικά νομοσχέδια να έχουν προταθεί και 30 νέους νόμους σε 18 Πολιτείες να περιλαμβάνουν μέτρα που περιορίζουν την πρόσβαση των ψηφοφόρων στην κάλπη, σύμφωνα με μελέτη του Brennan Center for Justice της Νομικής Σχολής του New York University (Αύγουστος 2021).
Η πορεία προς τα ίσα δικαιώματα βέβαια ποτέ δεν ήταν ομαλή κι ευθύγραμμη. Στις προεδρικές εκλογές του 1968, πέντε Πολιτείες του Νότου επέλεξαν τον ανεξάρτητο υποψήφιο και φανατικό υποστηρικτή των φυλετικών διαχωρισμών Τζορτζ Ουάλας. Ήταν ο ίδιος που πέντε χρόνια νωρίτερα, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντα του κυβερνήτη της Αλαμπάμα, είχε εκφωνήσει το διαβόητο, «Διαχωρισμοί τώρα, διαχωρισμοί αύριο, διαχωρισμοί για πάντα!» Ως κυβερνήτης είχε αντισταθεί με μένος στις προσπάθειες του Κινγκ και των συναγωνιστών του για ίσα δικαιώματα, εξαπολύοντας μεταξύ άλλων επίθεση της αστυνομίας κατά των διαδηλωτών στην Bloody Sunday του 1965 στην πόλη Σέλμα. Έτσι το 1968 κατάφερε να εξαργυρώσει σε ψήφους τη δυσαρέσκεια των λευκών του Νότου για τους νέους νόμους που έδιναν ίσα δικαιώματα στους Αφροαμερικανούς. Μπορεί να μην κατάφερε να εκλεγεί Πρόεδρος ο ίδιος, την τακτική του όμως μιμήθηκαν στη συνέχεια τόσο ο Νίξον με το Southern Strategy το 1972, όσο και ο Ρέιγκαν με την περιβόητη αναφορά του στα States’ Rights σε μια διάσημη πλέον προεκλογική του ομιλία στον Μισισιπή το 1980.
Παρ’ όλα αυτά, αν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δεν είχε δολοφονηθεί το 1968 σε ηλικία μόλις 39 χρονών, θα είχε ζήσει για να δει το «τόξο του σύμπαντος» να κάμπτεται όντως προς τη δικαιοσύνη για πολλά χρόνια: Το Voting Rights Act, που αρχικά είχε διάρκεια μόνο 5 ετών, ανανεώθηκε από το Κογκρέσο με ψήφους και των δύο κομμάτων το 1970, το 1975, το 1982, το 1992 και το 2006. Αν η γυναίκα του, Coretta Scott King, που αγωνίστηκε κι αυτή για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών, είχε ζήσει λίγους μήνες παραπάνω, θα είχε δει τον νόμο να ανανεώνεται το 2006 με συντριπτική πλειοψηφία 390 ψήφων έναντι 33 στη Βουλή και παμψηφεί (98-0) στη Γερουσία.
Φτάνουμε όμως στο 2021-22, όπου η κυβέρνηση Μπάιντεν θέτει και πάλι προς ψήφιση τον νόμο του 1965, με επικαιροποιημένα στοιχεία για τις παραβιάσεις εκλογικών δικαιωμάτων ανά Πολιτεία, ώστε να ξεπεραστούν οι αντιρρήσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ο νέος νόμος ονομάζεται πλέον «John Lewis Voting Rights Act», προς τιμήν του εκλιπόντος βουλευτή Τζον Λιούις, ο οποίος ως εικοσιπεντάχρονος φοιτητής ήταν στην πρώτη γραμμή της πορείας για τα εκλογικά δικαιώματα στη Σέλμα το 1965. Η Ματωμένη Κυριακή είχε αφήσει στον Τζον Λιούις ένα κάταγμα στο κρανίο από τα χτυπήματα των αστυνομικών του Τζορτζ Ουάλας.
Το νέο νομοσχέδιο εγκρίθηκε από τη Βουλή με 219 ψήφους υπέρ (όλοι οι Δημοκρατικοί) και 212 κατά (όλοι οι Ρεπουμπλικανοί). Στη Γερουσία όμως, δεν έχει προχωρήσει μέχρι σήμερα το νομοσχέδιο, καθώς οι Ρεπουμπλικανοί μπλοκάρουν την έναρξη της συζήτησης μέσω του κανονισμού που απαιτεί 60 ψήφους για να ξεκινήσει και να λήξει η συζήτηση (οι Δημοκρατικοί έχουν 50). Το εξωφρενικό είναι πως 16 από τους Ρεπουμπλικάνους που βρίσκονται σήμερα στη Γερουσία είχαν υπερψηφίσει ακριβώς το ίδιο νομοσχέδιο το 2006!
Οι Δημοκρατικοί κατάφεραν να βρουν τελικά ένα παραθυράκι στον κανονισμό της Γερουσίας που θα τους επιτρέψει να ξεκινήσουν τη συζήτηση, δεν μπορούν όμως να ξεπεράσουν το σκόπελο του filibuster, που απαιτεί και πάλι 60 ψήφους για να λήξει η συζήτηση και να ξεκινήσει η ψηφοφορία επί του νομοσχεδίου. Θα δούμε επομένως τις επόμενες ημέρες μια —πιθανότατα έντονη— συζήτηση για τα εκλογικά δικαιώματα, η οποία όμως είναι απίθανο να καταλήξει σε υπερψήφιση του νομοσχεδίου.
Δυστυχώς, αυτή δεν είναι η μόνη απειλή για την εκλογική διαδικασία στις ΗΠΑ. Ένα επιπλέον νομοσχέδιο έχει περάσει από τη Βουλή και θα συζητηθεί στη Γερουσία, που αφορά προβλήματα των τελευταίων δεκαετιών, όπως η ανεξέλεγκτη επιρροή του μαύρου χρήματος και ο σχεδιασμός των εκλογικών περιφερειών με κομματικά κριτήρια («gerrymandering»). Και βέβαια παραμένει το θέμα της καταμέτρησης των εκλεκτορικών ψήφων, η οποία αναδείχθηκε σε αχίλλειο πτέρνα της διαδικασίας ανάδειξης του Προέδρου μετά τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου πέρυσι στο Καπιτώλιο.
Μένει λοιπόν να δούμε προς τα πού θα κινηθεί το «τόξο του ηθικού σύμπαντος» βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα στις ΗΠΑ. Οι πολιτικοί και των δύο κομμάτων, όπως και οι ψηφοφόροι τους, βρίσκονται μπροστά στο δίλημμα που έθεσε πριν από λίγες μέρες ο Πρόεδρος Μπάιντεν στην Ατλάντα, γενέτειρα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, μιλώντας για τα εκλογικά δικαιώματα:
«Θέλετε να είστε στην πλευρά του Δρα Κινγκ, ή του Τζορτζ Ουάλας;»