Μία δεκαετής Οδύσσεια
Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία, λέει το τραγούδι. Για το σύμφωνο ούτε λόγος. Μακρά και πονεμένη ιστορία…
Ξεκινά από το 2005, τότε που το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου ανακοίνωσε πως είχε έτοιμη πρόταση νόμου για το σύμφωνο συμβίωσης και σκόπευε να την καταθέσει στη Βουλή. Η αλήθεια είναι πως, όντας τότε αντιπολίτευση, ποτέ δεν την κατέθεσε. Υποσχόταν όμως και μας υπενθύμιζε πως την είχε σε κάποιο συρτάρι.
Το 2008, η ΝΔ νομοθέτησε το σύμφωνο συμβίωσης, κάνοντας όμως το θαύμα: ένας θεσμός που δημιουργήθηκε για να καλύψει τη διάκριση που υφίστανται οι LGBTQI λόγω της εξαίρεσής τους από τον πολιτικό γάμο, στην ελληνική του έκδοση, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, εξαιρεί τους LGBTQI! Ο τότε Υπουργός Χατζηγάκης —γνωστός και ως τρακτεροκαβαλάρης— προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Ήταν προφανές ότι ένα τέτοιο σύμφωνο με μία τόσο καταφανή διάκριση δεν θα μπορούσε να σταθεί, και αργά ή γρήγορα θα γινόταν προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ). Όπως και έγινε.
Εν τω μεταξύ, εκλέγεται πανηγυρικά ο Γιώργος Παπανδρέου πρωθυπουργός, τάζοντας, εκτός από τα περιβόητα λεφτά που δεν υπήρχαν, και το σύμφωνο συμβίωσης που θα το ξεπάγωνε από το συρτάρι της κατάψυξης. Επί ματαίω. Ποτέ δεν κατατέθηκε. Τουναντίον:το 2012, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους αντέτεινε επιχειρήματα στο ΕΔΔΑ που ήταν προφανές πως δεν θα μπορούσαν να σταθούν. Και, τον Νοέμβριο του 2013, ήρθε η δικαίωση των ζευγαριών που προσέφυγαν σ’ αυτό.
Η ΝΔ, που είχε ώς τότε επανακάμψει στην εξουσία, στεκόταν στη γωνία αμήχανη. Για την ακρίβεια, όχι αμήχανη, αφού όταν κατετίθεντο τροπολογίες από κόμματα της αντιπολίτευσης με ευκαιρία μία άλλη πονεμένη ιστορία που λέγεται αντιρατσιστικός νόμος, αρνούνταν να νομοθετήσει, εφαρμόζοντας —όπως είχε υποχρέωση— τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της έναντι της απόφασης του ΕΔΔΑ, ενώ οι βουλευτές της μας έλεγαν διάφορα χαριτωμένα ομοφοβικά. Ο δε υπουργός Χαράλαμπος Αθανασίου το παρέπεμπε στις καλένδες, αναφέροντας πως θα το εξέταζε ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου. Συρτάρι, ξανά, και εκ νέου προσφυγή στο ΕΔΔΑ από 160 και παραπάνω LGBTQI ζευγάρια.
Έως ότου ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ, που είχε εξαγγείλει και αυτός το δικό του σύμφωνο. Περνούν οι επτά μήνες και, τον Ιούνιο του 2015, αφού είχε υπάρξει μία προεργασία με τις LGBTQI οργανώσεις, ο υπουργός Δικαιοσύνης, κύριος Παρασκευόπουλος, το ανακοινώνει και το αναρτά στην ιστοσελίδα του Υπουργείου. Μέχρι εκεί όμως. Ποτέ δεν δίνεται στη δημόσια διαβούλευση, ποτέ δεν κατατίθεται στη Βουλή. Φτάνουμε έτσι στον Οκτώβριο του 2015, και ο ίδιος ο Υπουργός στο συνέδριο της ILGA-Europe που έγινε στην Αθήνα, ανακοινώνει πως την εβδομάδα που τώρα τελειώνει θα το κατέθετε στη δημόσια διαβούλευση. Τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές και τελειώνει η πολύπαθη εβδομάδα που ακόμη αναρωτιόμαστε περί των γενοκτονιών και άλλων δαιμονίων, ακόμη δεν έχει κατατεθεί τίποτε προς διαβούλευση…
Ένα όμως καίριο σημείο που θα πρέπει να εξετάσουμε, πέρα από το πάρε-δώσε της περιπέτειας του συμφώνου από το 2005 έως τα σήμερα, είναι το ίδιο το περιεχόμενο του (προ)σχεδίου νόμου που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Το σύμφωνο συμβίωσης υπάρχει σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε διάφορες εκδοχές ανά χώρα. Η (όποια) ελληνική κυβέρνηση δεν είχε ανάγκη να ανακαλύψει τον τροχό. Οι δύο πιο βασικές κατευθύνσεις είναι το γαλλικό PACS, που είναι από τα αδύναμα σύμφωνα, και το αγγλικό σύμφωνο, που είναι το πιο πλήρες και δίνει τα πιο πολλά δικαιώματα. Και εδώ αξίζει να σημειωθεί πως, στη βασική του κατεύθυνση, η γραμμή που ακολούθησε η ελληνική κυβέρνηση ήταν πάνω-κάτω αυτή του γαλλικού. Αξίζει ακόμη να σημειωθεί πως στο σκέλος της ασφαλιστικής κάλυψης ανέφερε πως θα εκδιδόταν μετά από έξι μήνες Προεδρικό Διάταγμα.
Εδώ λοιπόν υπάρχει το προφανές ρητορικό ερώτημα: Γιατί δεν ακολουθήθηκε η γραμμή του αγγλικού συμφώνου, που δίνει πλήρη δικαιώματα; Δεν περιμένω κάποια ουσιαστική απάντηση, καθώς το 2015 φτάνει στο τέλος του. Το μόνο που απαιτείται πλέον είναι να προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση. Και να το νομοθετήσει. Έστω και αν στη πραγματικότητα είναι ένα σύμφωνο αδειανό, ένα σύμφωνο που μόνο στο ελάχιστο θα καλύψει τις πραγματικές ανάγκες της LGBTQI κοινότητας.
Αν γίνει έστω κι αυτό το ελάχιστο βήμα σε μία κοινωνία μέσα στους κόλπους της οποίας υψώνονται αναχρονιστικά αναχώματα, θα δώσει, έστω, ένα μήνυμα.
Αλλά μετά θα έχουμε πάλι έναν μακρύ δρόμο να διανύσουμε μέχρι την κατάκτηση της πραγματικής ισότητας.