Μικρή Μητρόπολη
«Ειλείθυια» ή «Ειλειθυία», εκείνη που «ειλεί» (πιέζει) και ταυτόχρονα «θύει» (στενάζει με ορμή), έτσι ονόμαζαν στην αρχαία Ελλάδα τη θεά της γέννησης και του τοκετού, και οι ετοιμόγεννες κραύγαζαν ικετευτικά, «Ελθέ! ελθέ!» την πιο κρίσιμη στιγμή της γέννας, καλώντας τη θεά να τις βοηθήσει να ελευθερωθούν από τα δεσμά των ωδινών για να ακουστεί επιτέλους στον αέρα το γενέθλιο κλάμα της ζωής.
Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, το αρχαίο αθηναϊκό ιερό της Ειλειθυίας βρισκόταν δίπλα από τη σημερινή Μητρόπολη των Αθηνών, εκεί όπου στέκει ο βυζαντινός ναός της Θεοτόκου Γοργοεπηκόου και του Αγίου Ελευθερίου, γνωστός και ως «Μικρή Μητρόπολη». Οι θεωρίες των ιστορικών για το έτος κατασκευής της Μικρής Μητρόπολης ποικίλλουν, αλλά εντέλει συμπίπτουν στη διαπίστωση ότι το συγκεκριμένο μνημείο πρέπει να μετράει κοντά χίλια χρόνια ύπαρξης. Φυσικά, δεν πρόκειται ούτε για τον πρώτο, ούτε για τον τελευταίο, βυζαντινό ναό που χτίστηκε πάνω στα ερείπια ενός αρχαίου ναού, και μάλιστα χρησιμοποιώντας ως κατασκευαστικά υλικά τα πεντελικά μάρμαρα του προκατόχου του. Πρόκειται όμως για το μοναδικό, ίσως, μνημείο πολιτισμικής συμφιλίωσης, χάρη στην ιδιαίτερη εξωτερική λαξευτή του διακόσμηση, που είναι γεμάτη αναπαραστάσεις τόσο παγανιστικών όσο και χριστιανικών συμβολισμών, σαν τον Σάτυρο που ανέμελα κορδώνεται ανάμεσα σε δύο επιβλητικούς σταυρούς.
Παρατηρώντας τη συγκεκριμένη απεικόνιση, κατανοεί κανείς πληρέστερα την «μπάσταρδη» νεοελληνική μας ταυτότητα, τον λεγόμενο πολιτισμικό μας δυισμό ή, άλλως, την εθνική μας σχιζοφρένεια — και με την Ανατολή και με την Δύση. Αιώνες τώρα, όλα αυτά συνυπάρχουν μέσα μας (όχι πάντοτε ειρηνικά) και με αυτά πορευόμαστε ως συνανήκοντες στη φαντασιακή μας κοινότητα που αποκαλούμε αφηρημένα «έθνος». Η πορεία αυτή, για να συνεχιστεί και να οδηγήσει στη συλλογική πρόοδο, απαιτεί συναίνεση, αμοιβαίες υποχωρήσεις, συμβιβασμό. Τον συμβιβασμό, όχι με την έννοια της Ανατολής, που τον ταυτίζει με την ήττα και την ταπείνωση αλλά με την έννοια της Δύσης, που τον αποδέχεται σαν μία αναγκαία συνθήκη, κατά την οποία όλοι χάνουν από λίγο και κερδίζουν από πολλά, αποδεχόμενοι ότι η μεταξύ τους σχέση είναι πιο σημαντική, και κυρίως πιο δυνατή, από τον καθένα ξεχωριστά, σαν ένα υγιές ζευγάρι που βρίσκει λύσεις και ξεπερνά τις κρίσεις του δίχως να καταλήγει σε μια «περήφανη», οπισθοδρομική και άδοξη μοναξιά.
Η Ιστορία βρίσκεται πάντοτε εκεί, ακριβώς μπροστά στα μάτια μας, προκειμένου να μας θυμίζει ότι τα υπαρξιακά διλήμματα και οι ιστορικές υπερβάσεις δεν αποτελούν μονοπώλιο του παρόντος, αλλά συνάδουν με το τέλος μιας εποχής και την απαρχή μιας νέας περιόδου. Είτε πρόκειται για τη σύγχρονη πολιτισμική φυσιογνωμία της Ροτόντας, που επιτέλους υποδέχεται το κοινό των επισκεπτών της όχι ως ναός ενός συγκεκριμένου δόγματος αλλά σαν το πιο ουσιαστικά συμβολικό τοπόσημο της ιστορικά πολυπολιτισμικής Θεσσαλονίκης, είτε μιλάμε για την κοινωνική αναγκαιότητα της επίσημης αναγνώρισης του νομικού δεσμού που κατοχυρώνει τις σχέσεις αγάπης των ομόφυλων ζευγαριών, το σίγουρο είναι ότι, στο τέλος, θα χρειαστεί ένας συμφιλιωτικός συμβιβασμός που θα λειτουργήσει όπως ο τοκετός: ο τοκετός εκείνος που θα σημάνει τη γέννηση της πραγματικής μας προόδου.