Μοναχικές περιπλανήσεις

C
Ρωμανός Γεροδήμος

Μοναχικές περιπλανήσεις

Ο Νίκος Βατόπουλος είναι αυτό που οι Βρετανοί ονομάζουν “national treasure” – εθνικός θησαυρός. Δημοσιογράφος, συγγραφέας, φωτογράφος, συλλέκτης, αστικός περιηγητής, ο αρχετυπικός flaneur, δημιουργός της ομάδας Κάθε Σάββατο στην Αθήνα που απαριθμεί περισσότερα από 35 χιλιάδες μέλη και η οποία άλλαξε τη σχέση πολλών κατοίκων με την πόλη τους. Ο Βατόπουλος είναι ο σημαντικότερος εν ζωή Αθηναιογράφος· αστείρευτη πηγή γνώσης και συνεισφοράς στην πόλη του, αλλά και σοφίας, υπομονής και καλοσύνης για όσους έχουν έρθει σε επαφή μαζί του.

Το βιβλίο του «Περπατώντας στην Αθήνα» (Εκδόσεις Μεταίχμιο) –μία ανθολογία αθηναιογραφημάτων που δημοσιεύτηκαν στη στήλη «Πτυχές» της Καθημερινής– το περίμενα με λαχτάρα. Όπως και χιλιάδες άλλοι αναγνώστες του, έτσι κι εγώ συλλέγω και απολαμβάνω τα τελευταία χρόνια τα διαμαντένια αυτά αστικά ποιήματα σαν να επρόκειτο για σπάνια γραμματόσημα ή ξεθαμμένες καρτ-ποστάλ από ένα παλιό αγαπημένο πρόσωπο. Ξεχωρίζουν στον βούρκο της εγχώριας (και διεθνούς) ειδησεογραφίας όπως το χρυσάφι στο θαμπό, μαυρισμένο, λασπωμένο χώμα. Κείμενα που προκαλούν ανατριχίλα: «Ένας λεπτοκεντημένος 20ός αιώνας ανάβει κάθε βράδυ στη Σόλωνος και στη Σκουφά και φωτίζει χαμηλόφωνες αθηναϊκές ιστορίες και διαδρομές ανθρώπων» (σελ. 53).

Σε μία ενδελεχή και πολύτιμη συνέντευξη που μου παραχώρησε το 2013 στο πλαίσιο μιας έρευνας, ο Βατόπουλος μου είπε:

Όταν περπατάς σε μια πόλη και δέχεσαι ένα κύμα συγκίνησης, αυτό είναι γιατί υπάρχουν τα αποτυπώματα αυτών που έζησαν και πέθαναν εκεί, υπάρχει αυτό που άφησαν, μια υγρασία... Αυτό δεν είναι μόνο αποτέλεσμα του ατομικού μας πολιτισμού. Είναι αυτό, επί ένα δισεκατομμύριο προς τα πίσω, και επί ένα δισεκατομμύριο που θα ’ρθει μετά από εμάς. Εμείς είμαστε σε μία τομή του χρόνου. Αυτό είναι η πόλη. [ Μία τομή του χρόνου ].

Το απόσπασμα αυτό συνοψίζει την αστική φιλοσοφία του Νίκου Βατόπουλου: τη συνύπαρξη και την αλληλεξάρτηση –βιωματική, συναισθηματική, υλική, αισθητική– με τον περιβάλλοντα χώρο, με το αστικό τοπίο, αλλά κυρίως με τους ανθρώπους που έχτισαν έναν ολόκληρο πολιτισμό πριν από εμάς, για εμάς. Το να εμπλακείς με την πόλη σου δεν είναι μόνο πράξη ευθύνης, είναι πράξη ανάτασης και αυτοσυντήρησης.

Μέσα σε 40 μικρά κείμενα, συνοδευόμενα από εξαιρετικές φωτογραφίες που τράβηξε κατά τη διάρκεια των αστικών περιηγήσεών του, ο Βατόπουλος μας παρουσιάζει την Αθήνα όπως δεν την έχουμε ξαναδεί. Εξερευνά την πόλη και αναζητεί την ομορφιά: «Η επαφή με το κάλλος, ακόμα και αν είναι τόσο ανορθόδοξη, διαχέει αισθήματα δύναμης» (σελ. 45). Το βλέμμα του σκανάρει το αστικό τοπίο, εντοπίζει θησαυρούς που είναι δίπλα μας, μπροστά μας – κάθε μέρα όλοι μας τους κοιτάμε αλλά δεν τους βλέπουμε· τρυπώνει στις εισόδους αστικών πολυκατοικιών, προσπερνά το φάντασμα του μεταπολεμικού θυρωρού, μπαίνει στους ανελκυστήρες-έργα τέχνης, ανεβαίνει πάνω, ξετρυπώνει μέσα απ’ τα μεσοπολεμικά ερκέρ, ζουμάρει στη λεπτομέρεια του σκαλιστού διακοσμητικού της εισόδου· ξέρει τι σημαίνει αυτό – τα πάντα σημαίνουν κάτι, τα πάντα έχουν έναν λόγο που βρίσκονται εκεί. Περιγραφές ανάγλυφες και παραστατικές, αλλά καθόλου επιτηδευμένες ή μακροσκελείς.

Βοηθούσε το κίτρινο του δημόσιου φωτισμού που παραδόξως έβαφε κυριολεκτικά τους τοίχους με ένα χρώμα που είχε περισσότερη θερμότητα από όση μπορούσε να κρατήσει η νύχτα, και έτσι εκείνο το σχεδόν κροκί, βαθύ και πυκνό, που ξεχυνόταν στους δρόμους, πίστευα ότι θα εισχωρούσε από τα ρολά μέσα στα διαμερίσματα αυτής της γωνιακής πολυκατοικίας του 1948 (σελ. 95).

O Eric Gordon και ο Gene Koo έγραψαν:

Ο τόπος είναι βιωμένος χώρος. Είναι αυτό που συμβαίνει όταν ο γεωγραφικός τόπος λαμβάνει μια οποιαδήποτε σημασία: ως ένα αντικειμένο της μνήμης, της επιθυμίας, ή του φόβου... Ο χώρος μπορεί να λειτουργήσει ως η πιο ισχυρή δομή του κοινού μας νοήματος. Οι γωνιές στους δρόμους και οι γειτονιές, τα πάρκα και τα σχολεία, τα τοπόσημα και τα μνημεία... Όλα αυτά δεν είναι απλώς σημεία πάνω σε έναν χάρτη. Είναι η συγκολλητική ουσία της αφηρημένης κοινωνικής ζωής.

Στο κέντρο της αστικής φιλοσοφίας του Νίκου Βατόπουλου δεν είναι το όμορφο ως έννοια αυθύπαρκτη και ανεξάρτητη του ανθρώπινου πολιτισμού, αλλά ως το απώγειό του· ως το αποτέλεσμα ατομικού και συλλογικού κόπου, ευθύνης, φροντίδας. Το αστικό μανιφέστο του δεν προωθεί μία αποστειρωμένη, ακαδημαϊκή ενασχόληση με την αρχιτεκτονική· απαιτεί ενασχόληση με τον ίδιο μας τον εαυτό.

Σε μία εποχή στην οποία η κουλτούρα μας τρέφεται από την υπερβολή και τον πληθωρισμό καλών και κακών (κυρίως κακών) χαρακτηρισμών, το να επαινείς κάποιον δημοσίως –ειδικά όταν αυτός ο κάποιος είναι λίγο μεγαλύτερος από εσένα σε ηλικία, ασύγκριτα σημαντικότερος, και στο απώγειο της δημιουργικής του προσφοράς– ίσως ακούγεται φτηνό, κακόγουστο, καιροσκοπικό. Δεν είναι όμως ώρα ούτε για μετριοπάθεια, ούτε για τον εφησυχασμό του αυτονόητου.

Η πόλη μοιάζει συντριμμένη στον χρόνο, ταπεινωτικά ηττημένη όχι τόσο από την οικονομική κρίση, όσο από την επέλαση ενός άλλου πολιτισμού, ενός διαφορετικού αξιακού συστήματος, ενός άλλου εσμού ανθρώπων που σαν επήλυδες γέμισαν τα «κενά» (σελ. 23).

Ο δημόσιος χώρος, το αστικό τοπίο, η Αθήνα, είναι ένας θησαυρός αναμνήσεων και βιωμάτων· μία πύλη εισόδου σε έναν κόσμο άλλο· πλούσιο· καλό. Το ίδιο είναι και το έργο ζωής του Νίκου Βατόπουλου. Το «Περπατώντας στην Αθήνα» είναι το δώρο του προς την Αθήνα και προς εμάς· το ιδανικό δώρο από εμάς για τους εαυτούς μας, τους φίλους μας και τα παιδιά μας. Για όσους ακόμη νοιάζονται γι’ αυτή την πόλη.

[ Φωτογραφία: Είσοδος αστικής πολυκατοικίας στο κέντρο της Αθήνας, ΡΓ ].