Ο λωτός της μνήμης

D
Γιάννης Δημητρόπουλος

Ο λωτός της μνήμης

Την περασμένη εβδομάδα η ελληνική κυβέρνηση έδωσε στους Ελληνοεβραίους της διασποράς το δικαίωμα στην υπηκοότητα, σε επανόρθωση της βίαιης αφαίρεσής της από τους ανιόντες συγγενείς τους στη διάρκεια της Κατοχής. Η συμβολική αυτή ρύθμιση —που άργησε πολύ— εντάχθηκε σε νομοσχέδιο του Υπουργείου Υγείας και πιθανότατα δεν θα γνωρίζαμε τίποτε γι’ αυτήν, αν δεν παρέλειπε να την υπερψηφίσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Τις ίδιες μέρες, η —σαφώς μικρότερη της ελληνικής— κοινότητα Εβραίων της Κροατίας φρόντισε η ίδια να βγει στο προσκήνιο: οι δύο κύριες οργανώσεις της, Koordinacija και Bet Israel, αποφάσισαν να απόσχουν για δεύτερη συνεχή χρονιά από τις εκδηλώσεις μνήμης του στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Γιασένοβατς — κολαστήριο της περιόδου 1941-44 με θύματα δεκάδες χιλιάδες «εχθρούς» του φιλοναζιστικού κροατικού καθεστώτος, όπως οι Εβραίοι, οι Ρομά και πρωτίστως οι ορθόδοξοι Σέρβοι.

Στις ανακοινώσεις καυτηριάζεται η προσπάθεια σχετικοποίησης, στη σύγχρονη κροατική κοινωνία, των εγκλημάτων των Ουστάσα. Η κατηγορία αυτή δεν είναι πρωτάκουστη, ούτε αστήρικτη. Οδηγώντας τη χώρα του στην ανεξαρτησία στη δεκαετία του ’90, ο πρόεδρος Τούτζμαν —παρότι παλιός κομουνιστής παρτιζάνος— δεν παρέλειψε να αναγνωρίσει στο συνεργατικό καθεστώς του Άντε Πάβελιτς το «επίτευγμα» της πρώτης σύστασης κροατικού κράτους στη σύγχρονη εποχή.

Όπως στη Σλοβακία και στην Ουκρανία, έτσι και εδώ, η πρόσδεση στους Ναζί επενδύθηκε με τον μανδύα της «απελευθέρωσης» από τα υπερεθνικά καθεστώτα του Μεσοπολέμου. Οι συμμαχίες αυτές κάθε άλλο παρά απρόθυμες ή αντιδημοφιλείς ήταν στην εποχή τους: έδωσαν σε συγκεκριμένες πολιτικές ηγεσίες —και λαούς— την ευκαιρία να ξεφύγουν από τον ρόλο του δεύτερου βιολιού σε ΕΣΣΔ, Γιουγκοσλαβία και Τσεχοσλοβακία.

Το γεγονός αυτό δεν «ξεπλένει» καμία συνενοχή στη βαρβαρότητα, ούτε δικαιολογεί οποιοδήποτε πέπλο σιωπής. Συνδέεται, ωστόσο, με κάτι που συχνά παραβλέπουμε όταν ασχολούμαστε με τις χώρες που παλιά ονομάζαμε «ανατολικές». Σε αυτές, ο φασισμός και ο ναζισμός δεν αποτελούν το απόλυτο κακό με την έννοια που του δίνουμε εμείς στον πυρήνα των παλαιότερων (προ 2004) χωρών τής ΕΕ. Πολλοί Ευρωπαίοι, από την Πράγα μέχρι το Βλαδιβοστόκ, δυσκολεύονται να δουν τον υπαρκτό σοσιαλισμό με τον ρομαντισμό του δυτικού κομουνιστή — που θαύμασε τον κόκκινο ελευθερωτή, αλλά δεν χρειάστηκε να ζήσει τέσσερις δεκαετίες κάτω από την κυριαρχία του.

Ο συστημικός αντιφασισμός της ανατολικής Ευρώπης επιβλήθηκε, μεταπολεμικά, με τη συνήθη μέθοδο των ολοκληρωτικών καθεστώτων: αυταρχισμός με μία δόση κιτς. Στην Κροατία, ο αμφιλεγόμενος αρχιεπίσκοπος Στέπινατς —με δημόσιες εκδηλώσεις στήριξης στους Ουστάσα αλλά και καταγεγραμμένες ευθαρσείς αντιθέσεις στις ακρότητές τους— διώχθηκε από το τιτοϊκό καθεστώς, με δίκη-παρωδία που οδήγησε τον Τσόρτσιλ, το 1946, σε δηλώσεις συμπάθειας. Μετά από φυλάκιση, τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό και, παρόλο που ανακηρύχθηκε καρδινάλιος από το Βατικανό, δεν του επετράπη η άσκηση των καθηκόντων του, μέχρι τον θάνατό του το 1960.

Αυτά όσον αφορά τις διώξεις. Η ώρα του κιτς ήρθε λίγο αργότερα, με την ανέγερση στη δεκαετία του 1960 ενός τσιμεντένιου μνημείου με σχήμα λωτού, στο απέραντο λιβάδι που κάποτε στέγαζε τα κτίρια του Γιασένοβατς. Σε αντίστιξη με την ομηρική του έννοια, το γιγαντιαίο λουλούδι ήταν μια απόπειρα συμβολισμού ιστορικής μνήμης, στην επίπεδη έκταση από την οποία απουσιάζει κάθε ίχνος των εγκαταστάσεων — που καταστράφηκαν ολοσχερώς από τους αποχωρούντες δυνάστες το 1944. Σε μια προσπάθεια μίμησης του Άουσβιτς, παλιά σιδηροδρομικά οχήματα έχουν τοποθετηθεί σε απομεινάρι της γραμμής, ενώ στρωτήρες τραίνων συνθέτουν το μονοπάτι που οδηγεί προσκυνητές και λοιπούς επισκέπτες στο γλυπτό του Σέρβου καλλιτέχνη Μπογκντάνοβιτς.

Όχι πως λείπουν οι συμβολισμοί από το άλλο άκρο του ιδιότυπου διπόλου. Το ταριχευμένο σώμα του Στέπινατς εκτίθεται σε περίοπτη θέση στον καθεδρικό ναό του Ζάγκρεμπ. Το όνομά του φέρουν οδοί, ιδρύματα, καταστήματα, έως και μονοπάτι —πολύ μακρύτερο αυτού στο Γιασένοβατς— που οδηγεί στο εθνικό προσκύνημα της Μαρίας Μπίστριτσα: τον τόπο όπου ένας κατεξοχήν αντικομουνιστής ποντίφικας, ο Πολωνός Ιωάννης Παύλος Β΄, τον ανακήρυξε beatus (δηλαδή «ευλογημένο» και άρα υποψήφιο άγιο) το 1998.

Όσον αφορά την τελική αγιοποίηση, φαίνεται πως είναι διχασμένη όχι μόνο η κροατική κοινωνία, αλλά πρωτίστως η ίδια η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, σε επίπεδο κορυφής. Σύμφωνα με το εβδομαδιαίο περιοδικό Globus, ο Πάπας Φραγκίσκος διστάζει να προχωρήσει στο επόμενο βήμα. Κατά το δημοσίευμα, ο προκαθήμενος του Βατικανού έχει συστήσει μικτή επιτροπή Κροατών καθολικών και Σέρβων ορθοδόξων, που καλείται να αποφανθεί αν ο Στέπινατς αξίζει να μείνει στην ιστορία με θετικό ή αρνητικό πρόσημο. Στο ρεπορτάζ συμπεραίνεται ότι το μόνο στο οποίο θα συμφωνήσουν τελικά οι συνομιλητές είναι ο «απαράδεκτος τρόπος επιβολής της ποινής» από τις γιουγκοσλαβικές Αρχές του 1946 — και, συνεπώς, η απόφαση μάλλον θα αργήσει ακόμη. Όπως αργούν πολλά.