Ο ψεύτης εραστής
Εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, σελίδες έχουν γραφτεί για την κατάληψη της Τρίπολης, την πρώτη μεγάλη επιτυχία των επαναστατημένων Ελλήνων στον ξεσηκωμό του χίλια οκτακόσια είκοσι ένα. Αν και οι ιστορικοί μοιάζει απίθανο να μη γνωρίζουν πώς επετεύχθη αυτός ο πραγματικός άθλος, που άλλαξε τη ροή των γεγονότων και έβαλε τις βάσεις για την απελευθέρωση, αποφεύγουν για ευνόητους λόγους να αναφερθούν σε λεπτομέρειες. Νά πώς έγιναν τα πράγματα: Ένας εκ των πρωταγωνιστών της άλωσης ήταν ο ανιψιός του Κολοκοτρώνη, Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ο Τουρκοφάγος, όπως τον αναφέρουν τα σχολικά βιβλία. Οδηγούσε διακόσιους άντρες, ανάμεσά τους και ο Γιώργης Λαμπρινός, ξακουστός εκτός από τις πολεμικές του ικανότητες και για την ομορφιά του. Αυτός λοιπόν ο Λαμπρινός είχε καταφέρει να ξεμυαλίσει μια μαύρη υπηρέτρια στο χαρέμι του πασά και την έβαζε να του μεταφέρει πληροφορίες. Με κάποιον τρόπο, τη βραδιά πριν την τελική επίθεση της έστειλε σινιάλο να βγει από τα τείχη και να πάει κοντά του. Αφού έμαθε από ποια μυστική πόρτα είχε βγει και πήρε όσες πληροφορίες χρειάζονταν για το πόσοι και με τι οπλισμό υπερασπίζονταν την πόλη, τη λυπήθηκε και ανακοίνωσε πως θα την κρατούσε μαζί του. Οι σύντροφοί του όμως, θες από φθόνο, θες επειδή τους είχε σκληρύνει η ζωή με το σπαθί και το τουφέκι, άρχισαν να τον χλευάζουν πως δεν του έφταναν όλες οι άλλες παρά καταδεχόταν να πηγαίνει και με αραπίνες. Θέλοντας να τους αποδείξει πως δεν νοιαζόταν καθόλου για εκείνη και πως ό,τι έκανε το έκανε για το καλό του αγώνα, παρέδωσε την αφελή ερωμένη του στα χέρια τους. Εκείνοι, αφού τη βίασαν, της τρύπησαν το πόδι δίπλα στον αστράγαλο σαν σφαχτάρι και, φυσώντας ένας μετά τον άλλο με καλάμι, τη φούσκωσαν τόσο, που ξεκόλλησε το δέρμα από τη σάρκα της. Έπειτα, την ώρα που ξεκινούσε η επίθεση, την έδιωξαν τουμπανιασμένη και ετοιμοθάνατη να γυρίσει πίσω. Ένας από τους λόγους που ο Κολοκοτρώνης μπήκε πρώτος στην πολιορκημένη πόλη, ήταν γιατί ο ανιψιός του ο Νικηταράς γνώριζε πως η μυστική πόρτα, που είχε χρησιμοποιήσει η ερωτευμένη υπηρέτρια, ήταν ξεκλείδωτη και αφύλαχτη.