Ο θρήνος του κόσμου

C
Όλγα Σελλά

Ο θρήνος του κόσμου

«Στα χρόνια της κρίσης ξαναπιάσαμε τον Μπρεχτ. Μέχρι τότε τον κοιτάζαμε· ώσπου μας κοίταξε εκείνος». Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια του ηθοποιού Νίκου Καραθάνου όταν τον ρώτησα γιατί, τελευταία, οι Έλληνες σκηνοθέτες στρέφονται και πάλι στα έργα του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Μας απαντά ο Μπρεχτ; Με ποιον τρόπο μάς απαντά; Γιατί έχει αυτή τη διαχρονικότητα; Σ’ αυτή την αναζήτηση ο Νίκος Καραθάνος απάντησε με την ευαισθησία και τη δεκτικότητα του καλλιτέχνη που για πρώτη φορά αναμετριέται με έργο του Μπρεχτ, και ο συγγραφέας και μεταφραστής Πέτρος Μάρκαρης συμπλήρωσε με τη γνώση του ανθρώπου που γνωρίζει εδώ και χρόνια το έργο του μεγάλου Γερμανού δραματουργού και «αποδελτιώνει» σήμερα τις αλήθειες του.

Ο Νίκος Καραθάνος σε λίγες μέρες, στις 24 Φεβρουαρίου, θα ανεβεί στη σκηνή του «Παλλάς» για να ερμηνεύσει δύο ρόλους στην «Όπερα της πεντάρας» που σκηνοθετεί ο Γιάννης Χουβαρδάς: τον ρόλο του αφηγητή και τον ρόλο του επιθεωρητή Μπράουν. «Δεν νομίζω ότι ξέρω κάτι από Μπρεχτ», λέει με απόλυτη ειλικρίνεια. «Ούτε πείρα έχω. Ξέρω όσα είχα μάθει στη σχολή, και τα τραγούδια από τα έργα του που σιγοψιθύριζα. Όμως το θέατρό του είναι πολύ ζωντανό. Θυμάμαι ένα στίχο του: “Ποτέ δεν ξέφυγα από τον Μέλανα Δρυμό / κουβάλαγα πάντα τη σκοτεινιά των δασών μαζί μου”. Μ’ αρέσει πολύ η ποίησή του. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που έζησαν τους δύο μεγάλους πολέμους και τον Μεσοπόλεμο έχουν κάτι αναπόδραστο στη ζωή· την είδανε τη ζωή. Αυτό αφήνει ένα τεράστιο χνάρι. Πρόκειται για φοβερές μορφές. Ο Μπρεχτ έψαχνε τις λέξεις, τον ήχο τους, την έννοιά τους· πήραν φωτιά αυτοί οι άνθρωποι μέσα σε μια φοβερή εποχή». Ο Νίκος Καραθάνος απαγγέλλει μια φράση με την οποία τελειώνει η «Όπερα της πεντάρας»: «“Μην κυνηγάτε τ’ άδικο με πάθος, στο κρύο θα αυτοκαταψυχθεί, μέγα το ψύχος, μέγα και το σκότος, σ’ αυτό τον κόσμο όπου ο θρήνος αντηχεί”. Αυτόν, τον θρήνο, αυτοί οι άνθρωποι τον άκουσαν. Το θέμα του πόνου, αυτοί οι άνθρωποι το είχαν μαζί τους, το έγραφαν τα χείλια τους, ήταν στ’ ακροδάχτυλά τους, πότισε κάποια στιγμή τόσο πολύ τη σκέψη τους, που ποτέ δεν σταμάτησε να τους κεντάει. Κάθε αράδα κάθε έργου ήταν πάνω στον ανθρώπινο πόνο. Όχι χαριτωμένα, όχι γλυκερά. Σκληρά, κυνικά, μη θεολογικά και άυπνα». Εξομολογείται ότι του είχαν ζητήσει να σκηνοθετήσει την «Όπερα της πεντάρας», αλλά, «Μόλις διάβασα τον τίτλο ενός από τα τραγούδια —“Το τραγούδι της ανθρώπινης ανεπάρκειας”—, είπα, “Δεν μπορώ”. Γι’ αυτή την ανεπάρκειά μας, γι’ αυτό το τέλος μάς μίλησαν αυτοί οι άνθρωποι, και ο Μπρεχτ. Έγραψαν αντικρίζοντας μπροστά τους νεκρά ζώα, περπατούσαν στους δρόμους τις νύχτες σαν λύκοι και έγραφαν μουσική και λέξεις. Οι καρδιές τους αγρίεψαν. Έχουν ένα κριτικό βλέμμα για τον άνθρωπο και για τη ζωή. Δεν έχω ιδέα αν όλα αυτά μπορούν να χωρέσουν μέσα σε θέατρα. Μέσα στο έπος του Μπρεχτ και των ανθρώπων της γενιάς του υπάρχει κάτι καταραμένο και ευλογημένο, που δεν μπορείς να το πιάσεις στα χέρια σου. Πολλές φορές στέκω με τα μάτια ανοιχτά να καταλάβω τι είναι αυτό… Δεν ξέρω αν τα έργα του είναι έργα ή εμπειρίες. Μερικές φορές τον φοβάμαι. Γιατί σου δείχνει έναν σκληρό και λαμπερό κόσμο».

Ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης πιστεύει ότι ο Μπρεχτ είναι ξανά επίκαιρος και επιστρέφει στα ελληνικά θέατρα, «Γιατί αυτή τη στιγμή η κατάσταση που υπάρχει στον κόσμο γενικότερα, στην Ευρώπη ειδικότερα και στην Ελλάδα ακόμη πιο ειδικά, στρέφει τους καλλιτέχνες προς συγγραφείς που είχαν ανοίξει ένα διάλογο και έθεταν ερωτήματα σε πολύ δύσκολες περιόδους. Αυτά τα ερωτήματα είναι επίκαιρα και σήμερα και αφορούν την κατάσταση με την οποία βαδίζει ο κόσμος· ένας κόσμος που δεν σκέφτεται παρά μόνο το χρήμα. Όταν βλέπεις αυτό που γίνεται σήμερα, έργα του Μπρεχτ όπως ο “Καλός άνθρωπος του Σετσουάν” είναι πολύ επίκαιρα. Ξέρεις τι λέει ο Μπρεχτ; Κάτι πολύ απλό: όταν σας λένε κάτι, να το θεωρείται πάντα αφύσικο. Όλο το παραξένισμα με τον Μπρεχτ βασίζεται σ’ αυτή τη σκέψη: πως αυτό να δείξει στον άνθρωπο πως αυτό που θεωρεί φυσικό είναι αφύσικο. “Πάψτε να βλέπετε τα πράγματα φυσικά, αποστασιοποιηθείτε, για να δείτε αυτό που φαίνεται φυσικό ως αφύσικο”, λέει. Και το κάνει για να βοηθήσει τον θεατή να δει το αφύσικο, να το κάνει πιο αναγνωρίσιμο. Και λέει ότι ο δημιουργός πρέπει να έχει αυτόν τον στόχο: να δείξει στον θεατή ότι αυτό που ήταν φυσικό, είναι αφύσικο». Ο Πέτρος Μάρκαρης κάνει και κάτι άλλο: συγκρίνει τη στάση του Μπρεχτ με τη στάση τού… Γιάνη Βαρουφάκη, στην πρόσφατη ανακοίνωση της κίνησής του στο Βερολίνο: «Η διαφορά του Βαρουφάκη με τον Μπρεχτ είναι μία: ο Μπρεχτ τόνιζε την αφύσικη δομή του φυσικού. Αντίθετα, ο Βαρουφάκης προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το αφύσικο. Από εκεί και πέρα, ο κρεμασμένος πιάνεται από τα μαλλιά του, και αυτή τη στιγμή υπάρχει μια τρομερή οργή απέναντι σ’ αυτό που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η οργή δεν καλύπτει μόνο την άκρα δεξιά, καλύπτει και πολλά δημοκρατικά στρώματα που έχουν κουραστεί. Αυτό που τόσα χρόνια βλέπαμε ως φυσικό ο κόσμος αρχίζει να το βλέπει ως αφύσικο. Εκεί ο Μπρεχτ μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους· ο Βαρουφάκης τούς εκμεταλλεύεται».

Τα τελευταία χρόνια δεν είναι πολλά τα έργα του Μπέρτολτ Μπρεχτ που έχουν ανέβει σε ελληνικές σκηνές. Ανάμεσά τους, η «Ιωάννα των σφαγείων» στο «Ακροπόλ» σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, ο «Καλός άνθρωπος του Σετσουάν» στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, και στη φετινή σεζόν δύο έργα: ο «Βίος του Γαλιλαίου» στο Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, και τώρα η «Όπερα της πεντάρας» στο «Παλλάς», ενώ το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος έχει ήδη αναγγείλει για την ερχόμενη σεζόν την παράσταση «Μάνα κουράγιο».

Γιατί αυτή η αραιή παρουσία; Δεν είναι μόνο γιατί τώρα αναζητούν στον λόγο του Μπρεχτ τις αλήθειες για το σήμερα οι Έλληνες σκηνοθέτες. Είναι και γιατί πρέπει να πληρώσουν πανάκριβα δικαιώματα στο Ίδρυμα που διαχειρίζεται τα δικαιώματα των έργων του. Γι’ αυτό και συνήθως είναι μεγάλοι οργανισμοί αυτοί που επωμίζονται το κόστος των δικαιωμάτων. «Στην τελευταία ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου, που δεν την ολοκλήρωσε, υπήρχε ένας θίασος που έπαιζε ένα απόσπασμα από την “Όπερα της πεντάρας”. Από το Ίδρυμα Μπρεχτ τού ζήτησαν δικαιώματα για όλο το έργο. Υπάρχει ένα τεράστιο πρόβλημα με τα δικαιώματα του Μπρεχτ και πολλοί σκηνοθέτες μένουν σε απόσταση γιατί δεν θέλουν να μπλέξουν», λέει ο Πέτρος Μάρκαρης.

Ο Νίκος Καραθάνος επισημαίνει ότι τα δικαιώματά του απελευθερώνονται το 2026. «Ίσως τότε δούμε τη δικαίωσή του. Να διασκευαστεί ο Μπρεχτ, να μπει κάτω από το δέρμα άλλων καλλιτεχνών. Να μπουν μέσα στη θύελλά του και να βγάλουν άλλες καταιγίδες. Αυτή τη στιγμή είναι στέρεος. Όλοι οι καλλιτέχνες θα πρέπει κάποια στιγμή να φτιάξουν μια δική τους “Όπερα της πεντάρας”. Γιατί ο θρήνος δεν θα πάψει ποτέ ν’ ακούγεται. Αν κάνεις ησυχία, αν ακούσεις κάτι από τον κόσμο, θ’ ακούσεις τον πόνο του».