Ο τόπος της απάντησης
Χθες βράδυ, με κλειστό το κομπιούτερ και γύρω μου φίλους, δεν πήρα είδηση τι συνέβη στο Παρίσι. Ξύπνησα ανυποψίαστη σε μια ακόμη από τις λαμπρές μέρες που μας επιφυλάσσει ο Νοέμβριος, θαρρείς και η φύση ειρωνεύεται τον ανθρώπινο ζόφο. Αλλά δεν ήταν ένα Σάββατο ραστώνης.
Δεν έχει νόημα να μιλήσει κανείς για τα συναισθήματα της αγωνίας και της φρίκης — τα συμμεριζόμαστε όλοι όσοι θεωρούμε ακόμη τον ορθό λόγο ερμηνευτικό εργαλείο. Ούτε έχει νόημα να αποδυθούμε σ’ έναν θρηνητικό αποχαιρετισμό στον κόσμο όπως τον γνωρίσαμε, δημοκρατικό, ανοιχτό, ελεύθερο· σε ελεγείες για το Παρίσι της νιότης μας, ανεκτικό και φωτεινό, υποσχετικό, πολυφυλετικό και πολύχρωμο, ευωδιαστό από τις μυρωδιές της κουζίνας των επυλίδων, Αράβων και Κινέζων, Βιετναμέζων και Ελλήνων.
Από καιρό ο κόσμος μας δεν είναι πια ίδιος. Είναι ένας κόσμος που αλλάζει πιο γρήγορα απ’ όσο μπορούμε να συλλάβουμε, ένας κόσμος που ομνύει ακόμη στα σύμβολα της ελευθερίας, της ισότητας και της αδελφοσύνης αλλά που κινδυνεύει να μείνει μονάχα με σύμβολα, άδεια από το περιεχόμενό τους, καθώς το αίσθημα της ασφάλειας καταρρέει· ένας κόσμος που αδυνατεί να κατανοήσει πώς γίνεται να είναι επιθυμητός και ταυτόχρονα μισητός, ελπίδα για τους πολλούς και ενσάρκωση του κακού για τους λίγους, που, ζωσμένοι στα εκρηκτικά, δεν αρνούνται μονάχα τον τρόπο της Δύσης, αλλά και τη ζωή την ίδια.
Σ’ αυτόν τον καινούργιο, αμήχανο, παγωμένο, τρομοκρατημένο κόσμο, ίσως περισσέψουν τα ακροδεξιά παραληρήματα, και οι ανόητες, πρόχειρες, συνωμοσιολογικές ακροαριστερές αναλύσεις. Πρόλαβα ήδη να διαβάσω πολλά, ένθεν κακείθεν. Το επείγον ερώτημα είναι πώς ο σεβασμός στην ετερότητα δεν θα συνεχίσει να απελευθερώνει ριζοσπαστικές, επιθετικές δυνάμεις αντί να συσπειρώνει εκείνες που επιδιώκουν τη συμφιλίωση και τη συνύπαρξη. Κανείς δεν έχει ακόμη την απάντηση. Σίγουρα, όμως, η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί σ’ εκείνο το ιδεολογικό και επιχειρησιακό πεδίο που δεν θα επιτρέψει τη μετωπική σύγκρουση δύο μορφών ρατσισμού.