Οι ανιστόρητοι λογογράφοι
Οι λογογράφοι συχνά αναπτύσσουν στενή σχέση με τους πολιτικούς για τους οποίους δουλεύουν, ειδικά όταν τυχαίνει οι πολιτικοί αυτοί να είναι και οι ίδιοι συγγραφείς. Η στενή αυτή σχέση, με την ταυτόχρονη βαθιά γνώση των θεμάτων που απαιτεί, καθώς και τη γνώση της φιλοσοφίας διακυβέρνησης, προκρίνει πολλές φορές λογογράφους σε de facto προσωπάρχες, σε εμπιστευτικούς συμβούλους και gatekeepers, ενώ οι συνεντεύξεις τους και τα απομνημονεύματά τους είναι σημαντικό «παράθυρο» στη σκέψη τού εκάστοτε πολιτικού.
Ένα χαρακτηριστικό ιστορικό παράδειγμα ήταν ο Ted Sorensen, λογογράφος του JFK, που αποτύπωσε την εμπειρία του στο εκπληκτικό «Counselor». Ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι ο Ben Rhodes, λογογράφος και σύμβουλος του Barack Obama. Σε μία συνέντευξη του στο Frontline, ο Ben Rhodes αναφέρεται στην πολιτική ενηλικίωσή του, που συμπίπτει με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Λέει χαρακτηριστικά:
I came political conscious around the time of the fall of the Berlin Wall. My understanding of the world was that it’s just going to get better and better—that the big questions had been settled—that we were the good guys.
Στη συνέχεια τονίζει ότι μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου οι Αμερικανοί δεν φρόντισαν να επανακαθορίσουν την ταυτότητά τους («what we stand for») και σε αυτό το κενό ήρθε η 11η Σεπτεμβρίου, η οποία ναι μεν συσπείρωσε την Αμερική, εξισώνοντας όμως παράλληλα την ταυτότητά της με έναν συνεχή πόλεμο απέναντι σε έναν αδιόρατο εχθρό: την τρομοκρατία.
Πρόκειται για ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες παραδοχές, ειδικά Αμερικανοί γίνονται διά στόματος ενός από τους κοντινότερους συμβούλους του Obama. Οι σημερινοί Αμερικάνοι σαραντάρηδες όντως πίστευαν —τη βαθιά αφελή και ανιστόρητη άποψη— ότι η ιστορία είχε φτάσει στο τέλος της, και ότι τώρα το μόνο που είχαμε να διαχειριστούμε ήταν μία αέναη βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης. Όμως, όπως συμβαίνει συχνά όταν ο φακός με τον οποίο βλέπουμε τον κόσμο είναι παραμορφωτικός, αυτή η οπτική δημιούργησε πολλά προβλήματα στη χάραξη πολιτικής, το βασικότερο των οποίων είναι πως, όταν όλα τα προβλήματα, διεθνώς, απαιτούν διαχείριση, τότε χάνεται η ικανότητα να ξεχωρίζει κανείς το έλασσον από το μείζον. Έτσι δύο χώρες με ΑΕΠ 200 δις —το Ιράν και το Ιράκ— χαρακτηρίζονται σαν μέλη του άξονα του κακού, αποτελώντας υπαρξιακή απειλή για μία χώρα με ΑΕΠ 11,5 τρις, ενώ μία τρίτη χωρίς ιδιαίτερη σημασία καταλαμβάνεται επί μία ολόκληρη εικοσαετία.
Όπως λένε και οι ίδιοι οι Αμερικανοί, «When you are a hammer, everything looks like a nail».
* * *
Προσωπικά ήρθα αντιμέτωπος με αυτή τη θεώρηση του κόσμου ως μεταπτυχιακός φοιτητής Διεθνών Σχέσεων, τρία χρόνια περίπου μετά την εισβολή στο Ιράκ, και πέντε μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Είχα συμφοιτητές —Αμερικανούς κυρίως— οι οποίοι πραγματικά δεν μπορούσαν να αντιληφθούν ότι διεθνώς υπήρχαν «κακές γειτονιές» ή «κακοί δρώντες» και ότι οι διεθνείς οργανισμοί —τους οποίους οι ίδιοι έβλεπαν σαν φορείς δικαιοσύνης και όχι σαν πεδίο άσκησης εξουσίας των ισχυρών— δεν δρούσαν πάντα για το συλλογικό καλό. Ακόμα περισσότερο, δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι η συντριπτική πλειονότητα της ανθρωπότητας ζει σε πολύ δυσμενέστερες συνθήκες από τις χειρότερες της Δύσης. Θα πει κανείς ότι δεν βοηθούσε ότι ήταν πολίτες μίας χώρας που έκανε ό,τι ήθελε σε αυτούς τους οργανισμούς, και θα έχει δίκιο. Και εγώ θα συμπλήρωνα πως, σαν παιδιά, δεν είχαν πάει ποτέ για μπάνιο στη θάλασσα με τους γονείς τους με εικονικές αερομαχίες πάνω από το κεφάλι τους…
Πολλοί από τους συμφοιτητές μου δούλεψαν μετά την αποφοίτηση σε διεθνείς οργανισμούς, στην αμερικανική γραφειοκρατία του State Department και αλλού, όπως —υποθέτω— και σε μυστικές υπηρεσίες. Και το βασικότερο κενό στην πανεπιστημιακή τους εκπαίδευση ήταν η έλλειψη συστηματικής εκμάθησης της ιστορίας. Αντίθετα, όλα αυτά τα ιδρύματα αρέσκονται σε policy μαθήματα, στα οποία οι φοιτητές μαθαίνουν πολιτικές-κονσέρβες για συγκεκριμένες συνθήκες. Έτσι, εκτός από τη στρεβλή εικόνα του κόσμου που αποκόμισαν, πολλοί από αυτούς κλήθηκαν να χαράξουν πολιτική ή να κάνουν εισηγήσεις για περιοχές του κόσμου, για την ιστορία, τα έθιμα, και την κουλτούρα των οποίων δεν είχαν την παραμικρή ιδέα.
Κάποιοι από αυτούς, κάποιοι «Ben Rhodes», ξύπνησαν απότομα και κάνουν τους απολογισμούς τους· και αυτοί οι απολογισμοί δεν είναι εύκολοι.
Η Αμερική έχει κατασπαταλήσει πόρους σε άχρηστους πολέμους. Βολεμένη στην επάρκειά της ως υπερδύναμη, έχει εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, ενώ μαστίζεται από φοβερή οικονομική ανισότητα. Στη διεθνή σκακιέρα προσπαθεί να επανακαθορίσει τον ρόλο της έχοντας χάσει σημαντικό μέρος του γοήτρου της. Όλα αυτά είναι ευθείες απόρροιες της πεποίθησης ότι έχει έρθει το τέλος της ιστορίας: ότι η δημοκρατία έχει νικήσει και ότι η ανεξέλεγκτη αγορά είναι η απάντηση στα προβλήματα που προκύπτουν, τα οποία θα είναι —εν ολίγοις— μόνο διαχειριστικά…
* * *
Στις 6 Ιανουαρίου ένα πλήθος εισέβαλε στο Καπιτώλιο. Ήταν το τέλος του εικοσαετούς κύκλου που άνοιξε με την 11 Σεπτεμβρίου και συνεχίστηκε με έναν όλο και διευρυνόμενο κύκλο εσωτερικών αντιφάσεων και εξωτερικής επιθετικότητας.