Όλα είναι δυνατά
H Ζυράννα Ζατέλη είναι μία σπουδαία συγγραφέας. Είναι μάλλον μία κατηγορία από μόνη της στην ελληνική πεζογραφία. Ταυτόχρονα, είναι κι ένα αερικό της πόλης, ένα «τοπόσημο» για όσους περπατάμε την Αθήνα. Και έχει και υπέροχη φωνή, εντελώς ξεχωριστού χρώματος: τη θεωρώ την πιο συναρπαστική αναγνώστρια. Τα λέω αυτά ως εισαγωγή, μιας και σκοπεύω να μοιραστώ μια ιστορία με ηρωίδα τη Ζυράννα, μια ιστορία πραγματική.
Η ιστορία συμβαίνει προ ετών σε ένα φιλικό σπίτι. Είμαστε καλεσμένοι για μεσημεριανό μια Καθαροδευτέρα. Όλα τα εδέσματα της ημέρας είναι πάνω στο τραπέζι (χταπόδια, ταμαροσαλάτες, αχινοί, μύδια, λαγάνες) κι όλη η παρέα ένα γύρο, με γέλια και ιστορίες και συζητήσεις. Η Ζυράννα, καλεσμένη κι αυτή των φίλων μας, έρχεται λίγο αργοπορημένη. Ήταν στο νοσοκομείο να δει τον Κωστή Παπαγιώργη, τότε στα τελευταία του. Φτάνει λίγο κουρασμένη, λίγο σκοτεινή. Κάθεται μαζί μας, ανάβει τσιγάρο, μας λέει για τον Κωστή και την υγεία του. Μετά από λίγο σηκώνεται διακριτικά και πηγαίνει προς το μέσα μέρος του σπιτιού, χάνεται στον διάδρομο που οδηγεί στις κρεβατοκάμαρες.
Εμείς τρώμε, πίνουμε, συζητάμε. Φτάνει το βράδυ, και οι οικοδεσπότες δεν έχουν αναρωτηθεί, «Πού είναι η Ζυράννα;». Εφόσον δεν το αναφέρουν αυτοί, δεν το αναφέρει και κανείς από τους καλεσμένους. Ενώ πίνουμε ποτά καπνίζοντας στον καναπέ, η Ζυράννα κάνει την εμφάνισή της από το βάθος του σπιτιού.
«Έκατσα και ξαναείδα το Φάννυ και Αλέξανδρος», μας ανακοινώνει.
«Πες μας εντυπώσεις», της λέει ο οικοδεσπότης.
Η Ζυράννα λέει: «Είναι τόσο μεγάλος ο Μπέργκμαν, μετά από πενήντα χρόνια μεταφυσικής έκανε αυτό το φιλμ».
Σιωπούμε. Μετά από λίγο φεύγουμε, έχουμε περάσει υπέροχα, αγκαλιές, φιλιά, «Ευχαριστούμε», «Να ξαναμαζευτούμε, ρε παιδιά, ωραία ήτανε».
Τόσο καιρό μετά, δεν έχω ξεχάσει την Ζυράννα και την εντύπωση που μου έκανε εκείνη τη βραδιά. Στη μάζωξη, στη γιορτή, η Ζυράννα ήταν παρούσα. Ενώ έλειπε από το δωμάτιο, υπήρχε μια βαρύτητα, ένα μαγνητικό πεδίο προς τη μεριά του διαδρόμου: κοίταζες το σκοτάδι του και ήξερες ότι η Ζυράννα ήταν «κάπου εκεί». Κι όταν μάθαμε ότι προτίμησε τον Μπέργκμαν από μας, κανείς δεν το θεώρησε παράξενο. Ίσα-ίσα, φάνηκε λογικό. Να πας σ’ ένα σπίτι και, ενώ όλοι είναι μαζεμένοι στο σαλόνι, εσύ να κάτσεις στην κρεβατοκάμαρα να δεις το «Φάννυ και Αλέξανδρος».
Όντως πολύ σπουδαίο φιλμ, ένα μεγάλο ΝΑΙ στη ζωή, στη χαρά και στον έρωτα. Ο επίσκοπος στο φιλμ είναι βέβαια ο πατέρας του Μπέργκμαν και αυτόν είναι που ξορκίζει ο μεγάλος Σουηδός. Το φάντασμά του στο τέλος της ταινίας προειδοποιεί τον Αλέξανδρο ότι δεν θα καταφέρει ποτέ να απελευθερωθεί. Κι όμως, στα 65 του ο Μπέργκμαν απελευθερώνεται και μέσω του Στρίντμπεργκ (δεν είναι τυχαία η επιλογή της γιαγιάς να θέλει να παίζει Στρίντμπεργκ) ο Μπέργκμαν δηλώνει: «Όλα είναι δυνατά, αφού ο χώρος και ο χρόνος δεν υπάρχουν». Ναι, μεγάλε Ίνγκμαρ. Όλα είναι δυνατά. Μόλις ξορκίσουμε τους πατεράδες μας.
Και κάπως έτσι, τελικά, η Ζυράννα νοηματοδότησε τη βραδιά μας, φώτισε αλλιώς τη γιορτή μας, μας χάρισε μια ανάμνηση. Ας είναι καλά.