Όπου πατήσεις, βουλάς
Τα πράγματα καταρρέουν, / το κέντρο δεν μπορεί να κρατήσει… / Οι καλύτεροι στερούνται κάθε πεποίθησης, / ενώ οι χειρότεροι είναι γεμάτοι παθιασμένη ένταση.
Γουίλιαμ Γέιτς, Η Δευτέρα Παρουσία (1919).
Ζούμε σε ταραγμένους, ανησυχαστικούς καιρούς. Διαφορετικοί καιροί από την εποχή του Γέιτς, ο οποίος περιέγραφε την εντροπία των ευρωπαϊκών κοινωνιών έπειτα από τον Μεγάλο Πόλεμο. Μα, την ίδια στιγμή, καιροί εντυπωσιακά οικείοι. Η σύγχυση των πνευμάτων, ο παραλογισμός, η διάχυτη απογοήτευση, ο θυμός και η ενίσχυση των άκρων. Και δίπλα τους οι κάθε μορφής βεβαιότητες που επιχειρούν να παρηγορήσουν τον ευάλωτο άνθρωπο: κούφιες υποσχέσεις. Οι βεβαιότητες που επιστρατεύονται από τους λυσσασμένους κήρυκες του δογματισμού και της μισαλλοδοξίας. Και που τελικά υποσκάπτουν τις καταστατικές αρχές και δοκιμάζουν τις ανθρωπιστικές αξίες στις οποίες εδράζονται οι σύγχρονες ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Σε αυτές τις συνθήκες, καθήκον του ανθρώπου είναι να διαφυλάξει την ελευθερία του, το Εγώ το ίδιο, όπως έγραψε ο Στέφαν Τσβάιχ στη θαυμαστή δοκιμιακή βιογραφία του για τον Μονταίνιο. Εκεί, στη μακρινή Βραζιλία, στον τόπο της αυτοεξορίας του μακριά από τον ναζισμό, αυτός ο κοσμοπολίτης Ευρωπαίος αναζήτησε στα Δοκίμια του Μονταίνιου, λίγο πριν την αυτοχειρία του, απαντήσεις στο επίμονο ερώτημα που τον βασάνιζε: Πώς διατηρείς την ανεξαρτησία, τις αρχές και την ανθρωπιά σου, την ελεύθερη κρίση σου όταν όλα γύρω σου καταρρέουν;
Ο Μονταίνιος, έχοντας βιώσει τους αιματηρούς θρησκευτικούς πολέμους στη Γαλλία του 16ου αιώνα ανάμεσα σε Καθολικούς και Ουγενότους, αποκηρύσσει τον φανατισμό και αναζητεί τον ανθρωπισμό ακόμη και μέσα στον όλεθρο του πολέμου. Για τον Μονταίνιο, περισσότερη σημασία είχαν οι ερωτήσεις παρά οι απαντήσεις. Παραδίδει μαθήματα ανεκτικότητας (η πιο παγκόσμια ιδιότητα είναι η ποικιλία) και κριτικού πνεύματος (από όλους μπορούμε κάτι να διδαχτούμε). Αυτή η γεμάτη αναζήτηση και αμφιβολίες σκέψη του Μονταίνιου αντηχεί στην αναποφασιστικότητα του σεξπηρικού Άμλετ.
Ωστόσο, σε αυτή τη βασανιστική αμφιβολία του τραγικού ήρωα, αντί της παραλυτικής παθητικότητας που καταπνίγει τη δράση, ο Γερμανός κοινωνικός επιστήμονας Άλμπερτ Χίρσμαν διέκρινε έναν ηρωισμό, μια πνευματική γενναιότητα, μία αναγεννητική δύναμη. Ο Χίρσμαν υπογράμμισε τις δυνητικές αρνητικές συνέπειες της κυριαρχίας των ισχυρών απόψεων σε ένα δημοκρατικό καθεστώς, όπου η «υπερπαραγωγή απόψεων με άποψη», με την αμετακίνητη σιγουριά τους, υπονομεύουν την αναζήτηση και κατά συνέπεια εμποδίζουν την κοινωνική εξέλιξη. Ο Χίρσμαν μάλιστα προχωρά ακόμη περισσότερο, υποστηρίζοντας την απελευθερωτική και εποικοδομητική λειτουργία της αμφιβολίας και της αυτο-αναίρεσης. Όπως επισημαίνει στο βιβλίο του με τον χαρακτηριστικό τίτλο Τάση αυτο-ανατροπής, το να ασκεί κάποιος κριτική στους ομοϊδεάτες του είναι περισσότερο απαιτητικό από το να εκθέτει ακόμη μια φορά τα βαρετά λάθη των αντιπάλων του
Στις μέρες μας —που, όπως έγραψε ο Θεοτοκάς για την Ελλάδα του Μεσοπολέμου, «Όπου πατήσεις, βουλάς»— η ανάταξη της χώρας προϋποθέτει μια μακρά και επώδυνη διαδικασία στοχασμού και αναστοχασμού για τις πράξεις και τις παραλείψεις που μας οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο. Η επίμονη οχύρωση πίσω από ισχυρές βεβαιότητες και ανεδαφικές υποσχέσεις μΆς καθηλώνει σε μία καταστροφική στασιμότητα χωρίς μέλλον.
Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.
[ Εικονογράφηση: Η σφαγή της Ημέρας του αγίου Βαρθολομαίου (1572) ].