Ό,τι σου πω είναι ψέμα… ή μήπως όχι;

C
Άντζη Κουνάδη

Ό,τι σου πω είναι ψέμα… ή μήπως όχι;

Η παρούσα κριτική οφείλει να ξεκινήσει με μια προειδοποίηση:

Κλείστε το τηλέφωνό σας, κλείστε τον υπολογιστή σας, κλείστε την κουζίνα αν μαγειρεύετε. Κλείστε τα πάντα και μην κάνετε σχέδια αν αποφασίσετε να διαβάσετε αυτό το βιβλίο γιατί, πιστέψτε με (pun intended), δεν θα θέλετε να το αφήσετε από τα χέρια σας!

Ας παίξουμε ένα παιχνίδι λοιπόν. Φανταστείτε ότι είστε παντρεμένος άντρας, μεγαλοστέλεχος, δικηγόρος, ένας επιχειρηματίας που ταξιδεύει συχνά για δουλειές. Επιλέγετε συνήθως ακριβά ξενοδοχεία και, όπως κάνετε πάντα, αποφασίζετε να χαλαρώσετε στο μπαρ του ξενοδοχείου μετά από μια δύσκολη μέρα. Εκεί, ενώ πίνετε αμέριμνος το ποτό σας, γνωρίζετε μια όμορφη γυναίκα. Πιάνετε την κουβέντα, και εκείνη σάς φλερτάρει· ασύστολα μεν, διακριτικά δε. Όταν μάλιστα η συζήτηση καταλήγει στα χρήματα, σε μια εμπορική συναλλαγή, είστε σίγουρος πλέον ότι μιλάτε με «επαγγελματία». Θα ενδώσετε; Σκέφτεστε έστω και για λίγο τη σύζυγο και τα παιδιά σας; Θα ομολογούσατε αστειευόμενοι αυτή τη γνωριμία στη γυναίκα σας; «Ξέρεις, αγάπη μου, προχθές μού την έπεσε μια πόρνη πολυτελείας». Γιατί οι αθώοι δεν έχουν κάτι να κρύψουν, σωστά; Ή έχουν; Και τι θα συμβεί αν όλο αυτό δεν είναι παρά μια παγίδα;

Αυτό είναι τα ερωτήματα που θέτει από τις πρώτες κιόλας σελίδες του το «Πίστεψέ με» του Τζ. Π. Ντιλέινι, που έχει ήδη στο ενεργητικό του το μεγάλο μπεστ-σέλερ «Το προηγούμενο κορίτσι», που κυκλοφορεί επίσης από τις Εκδόσεις Ψυχογιός. Και οι απαντήσεις που δίνει δεν θα αρέσουν σε όλους και σίγουρα θα σοκάρουν κάποιους.

Η υπόθεση του βιβλίου είναι από την αρχή εθιστική:

Η Κλερ, Βρετανίδα ηθοποιός που βρίσκεται σε μαύρη λίστα στη χώρα της, μετακομίζει στις ΗΠΑ προς ανεύρεση ενός καλύτερου μέλλοντος. Δυστυχώς δεν έχει πράσινη κάρτα, άρα παλεύει να τα βγάλει πέρα όπως μπορεί, μέχρι που συμφωνεί να γίνει το «δόλωμα» μιας μεγάλης δικηγορικής εταιρίας που ειδικεύεται στα διαζύγια, παγιδεύοντας άπιστους συζύγους. Η Κλερ κάνει τρόπον τινά το όνειρό της πραγματικότητα. Μπορεί να υποκρίνεται, ως ηθοποιός που είναι, και να πληρώνει τους λογαριασμούς της. Αποδεικνύεται εξαιρετική στη δουλειά της μέχρι που γνωρίζει τη Στέλα. Και η Στέλα θέλει εναγωνίως να αποδείξει πώς ο σύζυγός της , ο Πάτρικ, την απατά. Όμως ο Πάτρικ δεν είναι από εκείνους που παρασύρονται τόσο εύκολα, και η Κλερ σύντομα θα βρεθεί απέναντι από έναν εξίσου ικανό αντίπαλο. Τα πράγματα περιπλέκονται όταν η Στέλα βρίσκεται νεκρή, και ύποπτοι είναι τόσο ο Πάτρικ όσο και η ίδια η Κλερ. Και τότε, για να καθαρίσει το όνομά της, αλλά και για να κερδίσει την πολυπόθητη πράσινη κάρτα, θα δεχτεί να παίξει τον μεγαλύτερο ρόλο της καριέρας της. Γιατί ο Πάτρικ δεν είναι απλά και μόνο ο σύζυγος μιας —νεκρής—πελάτισσας. Πίσω από το λαμπερό του χαμόγελο και την ακαδημαϊκή του μόρφωση κρύβεται ένας παρανοϊκός δολοφόνος… ή μήπως όχι;

Θα πω μόνο δύο λέξεις: ΤΟ ΛΑΤΡΕΨΑ! Ένα καταπληκτικό ψυχολογικό θρίλερ, γρήγορο, βίαιο, με συνεχείς ανατροπές που με έκαναν να διαβάζω ξανά και ξανά κάποιες σελίδες για να σιγουρευτώ. Μέχρι τις τελευταίες γραμμές δεν ήξερα ποια είναι η αλήθεια, ποιο το ψέμα, ποια η παραίσθηση. Ποιος είναι το θύμα και ποιος ο θύτης. Γιατί τα πράγματα δεν είναι ποτέ όπως φαίνονται. Ένα βιβλίο γραμμένο σαν θεατρικό έργο, κάτι που δεν έχω ξανασυναντήσει. Μικρά κεφάλαια, κοφτή πρωτοπρόσωπη διήγηση και, ας μην το ξεχάσω, μια εξαιρετική μετάφραση από την Πηνελόπη Τριαδά.

Η Κλερ είναι ένας χαρακτήρας που αγαπάς, μισείς, πιστεύεις, δεν εμπιστεύεσαι, κριτικάρεις, κοροϊδεύεις, λυπάσαι. Ο λόγος που μου άρεσε τόσο πολύ είναι γιατί μου έβγαλε όλα αυτά τα συναισθήματα. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες είναι προφανές ότι δεν μπορείς να την εμπιστευτείς. Είναι εξάλλου μια ηθοποιός που δεν της επιτρέπεται να παίζει· έτσι, μετατρέπει τον κόσμο σε μια πελώρια σκηνή. Ο Ντιλέινι το καταφέρνει αυτό δημιουργώντας θεατρικές σκηνές στο μυαλό της Κλερ και υπογραμμίζοντας τον ναρκισσισμό της, την ανάγκη της να βρίσκεται στο προσκήνιο, την ανάγκη της όλα τα μάτια να είναι στραμμένα πάνω της. Ο αινιγματικός Πάτρικ, πάλι, είναι περίπλοκος, γοητευτικός και αδύνατον να τον κατανοήσεις και… δεν μπορώ να πω παραπάνω χωρίς να κάνω σπόιλερ. Όλοι οι χαρακτήρες, όλες οι σκηνές, όλοι οι διάλογοι είναι καλοδουλεμένοι: ο συγγραφέας δεν αφήνει τίποτα στην τύχη.

Και μετά είναι οι αναφορές στον «καταραμένο» Μποντλέρ και η κατάβαση στα δαιμονικά, γκροτέσκα ποιήματά του που είναι συγχρόνως τρομαχτικά και πανέμορφα γραμμένα:

Το κορίτσι κείτεται γυμνό, με το κορμί του αισθησιακά απλωμένο.

Τα άκρα της ορθάνοιχτα στα περίεργα μάτια·

Τα μυστικά της μέρη ξεδιάντροπα εκτεθειμένα,

Μια ροζ φευγαλέα εικόνα ανάμεσα στους κεχριμπαρένιους της μηρούς.

Μόνο μια άλικη λωρίδα αίματος,

Που περιβάλλει το κομμένο κεφάλι,

Αποκαλύπτει ότι είναι τέλεια τώρα,

Όπως τέλεια είναι όλα όσα είναι νεκρά.

Ολόκληρο το έργο του Μποντλέρ διακρίνεται για τη σχέση που έχουν η ομορφιά με τον πόνο, και η βία με την ηδονή. Μιλά για πράγματα που είναι ακόμα και σήμερα ταμπού. Είναι σίγουρο ότι οι αναφορές στο έργο του, στη νεκροφιλία και όχι μόνο, θα ενοχλήσουν κάποιους, αλλά είναι επιλογή τους να ενοχλούνται από τις λέξεις — γιατί μόνο αυτό είναι, λέξεις. Το «Πίστεψέ με» δεν είναι ένα βιβλίο για τους λιπόψυχους, για εκείνους που σοκάρονται με τις λέξεις ή τις πράξεις.

Είναι όμως ένα βιβλίο που μιλά για την ανθρώπινη ψυχή και για το πού μπορεί να φτάσει.

Και η ανθρώπινη ψυχή —κακά τα ψέματα— δεν είναι πάντοτε αγγελικά όμορφη και αγγελικά πλασμένη…