Ουκρανικό καλοκαίρι

D
Γιάννης Δημητρόπουλος

Ουκρανικό καλοκαίρι

Η πόλη έγινε κι αυτή παραμεθόρια μετά το 1991, όπως έγινε και το Ζάγκρεμπ αφότου τα εσωτερικά σύνορα μετατράπηκαν σε διεθνή. Μερικές δεκάδες χιλιόμετρα βορειότερα του Κιέβου αρχίζει η Λευκορωσία, κοντά στη συμβολή του Δνείπερου με τον παραπόταμο Πριπιάτ. Η τοποθεσία έγινε παγκοσμίως γνωστή πριν τριάντα ένα χρόνια με το μεγάλο πυρηνικό ατύχημα· σήμερα στην Ουκρανία κάποιοι εκμεταλλεύονται τη φήμη του γεγονότος διοργανώνοντας εκδρομές στο σημείο της καταστροφής. Οι υπεύθυνοι διαβεβαιώνουν ότι η εμπειρία δεν ενέχει κίνδυνο προσβολής από ραδιενέργεια, ωστόσο καλού-κακού σού προτείνουν να νοικιάσεις ή ακόμη καλύτερα (για τα έσοδά τους) να αγοράσεις ένα δοσίμετρο, με το οποίο μπορείς να ενημερώνεσαι σε πραγματικό χρόνο για τα επίπεδα ακτινοβολίας.

Ακόμη κι αν είχα τον χρόνο —τα επαγγελματικά μου ταξίδια διαρκούν ελάχιστες μέρες κάθε φορά—, αμφιβάλλω αν θα διάλεγα το Τσορνόμπιλ, όπως το λένε στην επίσημη γλώσσα της χώρας. Οι παραστάσεις μου, συνδεδεμένες κυρίως με τη θάλασσα, θα με οδηγούσαν κατά πάσα πιθανότητα στις νότιες περιοχές — όπως την Οδησσό, αδελφοποιημένη με τον Πειραιά και συνδεδεμένη με σημαντικές εξελίξεις της νεότερης ιστορίας μας και πρωτίστως με τη δράση της Φιλικής Εταιρείας. Ή και ακόμη νοτιότερα, αν δεν είχε προηγηθεί η προσάρτηση-εξπρές της Κριμαίας από τον ισχυρό γείτονα της Ουκρανίας, εξαιτίας της οποίας είναι αδύνατη η πρόσβαση από την ξηρά. Η σχεδόν μεσογειακή χερσόνησος πλέον “κοιτά” προς τη Ρωσία, με την οποία προσεχώς θα την ενώνει η γέφυρα του πορθμού Κερτς: ένα έργο που μπορεί να μη δικαιολογείται κυκλοφοριακά, αλλά, σύμφωνα με τους Financial Times, φτιάχτηκε κυρίως “για να μεταφέρει δημόσιο χρήμα σε τσέπες ευνοημένων και να επιδείξει την ισχύ της χώρας”.

Αναγκαστικά όμως το ουκρανικό μου καλοκαίρι κατακερματίστηκε σε στιγμές —απογεύματα και βράδια μετά τη δουλειά—, ενωμένες σαν τις τελίτσες μιας σπαζοκεφαλιάς, με νοητές γραμμές ανάμεσα στους ναούς (θρησκευτικούς και μη) που μοιράζονται σαν ορόσημα στη λοφοσειρά, κάθε μισό χιλιόμετρο περίπου.

Με τη σειρά, όπως πάει το ποτάμι, συναντάς τον Απόστολο Ανδρέα των Ουκρανών αυτοκέφαλων ορθόδοξων, τον Αρχάγγελο Μιχαήλ του Πατριαρχείου Κιέβου (απέναντι από την ιστορική, μουσειακή Αγία Σοφία), τον Άγιο Αλέξανδρο των καθολικών, το γήπεδο-πάρκο της Δυναμό με το άγαλμα του αξέχαστου προπονητή Βαλερί Λομπανόφσκι, τα κτίρια της βουλής και της κυβέρνησης, το οπλοστάσιο (για να μην ξεχνάμε τα εργαλεία ισχύος της προαιώνιας πρωτεύουσας) και τέλος το ρώσικο μοναστήρι της Λαύρας. Στο εσωτερικό αυτού του τόξου, στην πλατεία Μαϊντάν των αέναων διαδηλώσεων, το σύνθημα “Η ελευθερία είναι η θρησκεία μας” δεσπόζει με τεράστια γράμματα στο κάλυμμα μιας πρόσοψης υπό επισκευή. Για όποιον βαριέται τις πολλές ανηφόρες και κατηφόρες υπάρχει η ευρύχωρη εμπορική λεωφόρος Χρέστσατικ και μερικοί παράλληλοι δρόμοι, όπως η οδός Πούσκιν με δυο αγαπημένες μου γωνιές: το καλαίσθητο μικρό καφέ-βιβλιοθήκη (όχι το μοναδικό του είδους του) και το εστιατόριο με το όνομα του Τάρας Μπούλμπα και το πολύγλωσσο —συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής εκδοχής— μενού.

Βγάζουν και έξω τα τραπέζια τους στο Κίεβο, μια και στο ηπειρωτικό κλίμα δεν σπανίζουν οι καλοκαιρινές θερμοκρασίες των τριάντα και άνω βαθμών. Πιο εύκολα από όσο φαντάζεται κανείς εξαιτίας των στερεότυπων, βγάζουν έξω και την καρδιά τους. Μπορεί να γίνεται ευκολότερα αυτό από ανθρώπους με γνώριμα μικρά ονόματα, που αυτομάτως τα μεταφράζω στα αντίστοιχα δικά μας. Ο ρωσόφωνος Ευγένιος μου εξηγεί, οδηγώντας στο σύνηθες κυκλοφοριακό χάος της πρωτεύουσας, πως η υποτίμηση του ταλαίπωρου νομίσματός τους, της χρύβνιας, δεν είναι κι η χειρότερη που τους έχει τύχει: “μόνο” δέκα τοις εκατό μέσα σ’ ένα χρόνο. Η στρογγυλοπρόσωπη Μαρία παραπονιέται για αυτούς, τους γνωστούς-άγνωστους του τρίτου πληθυντικού, που προσπάθησαν να διχάσουν τη χώρα της με βάση τη γλώσσα. Ο μεσόκοπος Ανδρέας, βλέποντας στα χαρτιά μου ότι είμαι Έλληνας, σπεύδει να με διαβεβαιώσει πόσο θαυμάζει τους αρχαίους μας φιλοσόφους και την επόμενη στιγμή μου έχει δώσει σ’ ένα χαρτάκι την ηλεκτρονική διεύθυνση του πονήματός του για την “άυλη πλευρά της ενέργειας”, με την προτροπή να το διαβάσουμε τόσο εγώ όσο και η φιλόλογος γυναίκα μου. Η καθολική Ειρήνη μιλά για τις ρίζες της στη δυτική Ευρώπη, που τις ανακάλυψε από φτηνές πτήσεις μέσω Πολωνίας και με αρκετή ταλαιπωρία κάθε φορά για να εξασφαλίσει την πολυπόθητη βίζα, που μόλις πρόσφατα καταργήθηκε. Τέλος, ο σοφέρ Γρηγόρης κοροϊδεύει το “μεγάλο τσίρκο” χειρονομώντας προς το κοινοβούλιο, χωρίς να μπορώ να καταλάβω τι ακριβώς θα ήθελε να υπάρχει στη θέση των θυελλωδών συνεδριάσεων.

Στον πολυλώριδο δρόμο προσπερνάμε μια φάλαγγα στρατιωτικών οχημάτων που σέρνονται σε αργή πορεία προς ανατολάς, το δίχως άλλο στον δρόμο για το μέτωπο με τους ρωσόφιλους αυτονομιστές των κατεχόμενων Ντονέτσκ και Λουχάνσκ. Η στολή παραλλαγής των φαντάρων είναι πιο ανοιχτόχρωμη από αυτές που ξέρουμε στην Ελλάδα, για να ταιριάζει πιο καλά με τα σιτηρά και το καλαμπόκι του ουκρανικού κάμπου — τις καλλιέργειες που έδωσαν το κίτρινο στη σημαία της χώρας, κάτω από το μπλε ενός ουρανού που είναι ανέφελος μόνο στους ευσεβείς πόθους, τους δικούς τους και τους δικούς μου.