Το παιδί κράτος
Η ανάγκη για εμπιστοσύνη είναι καθολική — κανείς δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να εμπιστεύεται τον σύντροφό του, τα παιδιά του, τον συνεργάτη, τον εργοδότη, τον φίλο του. Όταν η εμπιστοσύνη διαρραγεί, οι άνθρωποι αναζητούν τρόπους επανόρθωσης ή τερματίζουν τη σχέση για να μπορέσουν να σχετιστούν με κάποιον άλλο, κάποιον που θα μπορέσουν να εμπιστευτούν. Κανένας δεν θέλει να παραμείνει σε μία σχέση όταν δεν εμπιστεύεται το άλλο μέλος. Και σε οικονομικό επίπεδο ακόμη, η κορωνίδα του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι η «καταναλωτική πίστη». Αυτή χάθηκε το περασμένο καλοκαίρι. Και αυτή πρέπει να αποκατασταθεί για να επαναλειτουργήσει η αγορά και εντέλει η οικονομία.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε πολύ χαμηλά ποσοστά και τείνει μειούμενη. Υπάρχει, δηλαδή, ένα πολύ σοβαρό ρήγμα, όχι μόνο στη σχέση πολιτικού-πολίτη, αλλά και στη σχέση του πολίτη με το κράτος και τους θεσμούς — ήγουν, με την κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Αυτό το τελευταίο πολλοί το παραγνωρίζουν, θεωρώντας πως, αν αλλάξουμε κυβέρνηση, θα λύσουμε αυτομάτως όλα μας τα προβλήματα, ακόμη και αν η επόμενη εκλεγεί με ποσοστό 25% και με την αποχή να κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα. Η αλλαγή της κυβέρνησης αποτελεί προφανώς το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της καταστροφής. Για την αλλαγή ρότας της χώρας όμως, απαιτείται η αυξημένη συμμετοχή των πολιτών, η οποία θα εξασφαλίσει το μίνιμουμ της κοινωνικής συναίνεσης. Το να φύγει ο Αλέξης Τσίπρας είναι σίγουρα ένα κίνητρο, αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο».
Ας είμαστε ειλικρινείς: το έλλειμμα εμπιστοσύνης δεν είναι τωρινό πρόβλημα, καλλιεργήθηκε συστηματικά και από τις δύο πλευρές για δεκαετίες. Ούτε οι πολίτες ούτε οι πολιτικοί υπήρξαν διατεθειμένοι στο σύνολό τους να οικοδομήσουν μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης. Πίσω από το γεγονός αυτό ίσως να κρύβεται η ανάγκη μας να συντομεύουμε πάντα τον δρόμο, αρνούμενοι να πληρώσουμε το τίμημα για τη φιλελεύθερη δημοκρατία που υποτίθεται πως επιθυμούμε. Ίσως μάλιστα το περιώνυμο «ρουσφέτι» να άνθησε ακριβώς εξαιτίας του διπλού πλεονεκτήματος που παρέχει: από τη μια συντομεύει τον δρόμο για την απόκτηση αγαθών και προνομίων και από την άλλη αποτελεί την πιο ισχυρή, χειροπιαστή και εν τω άμα ανταπόδοση του «κράτους» προς τον πολίτη.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να πείσει κάποιος τους πολίτες για τις μεταρρυθμίσεις, καθώς το κράτος δεν θεμελιώθηκε με βάση την ανταποδοτικότητα· τουναντίον: το «κράτος» χρησιμοποιήθηκε ως το μέσο για τη σχέση, ουδέποτε υπήρξε, ως όφειλε, προϊόν της σχέσης πολιτικού-πολίτη. Μοιάζει σαν τα ζευγάρια στα οποία η εμπιστοσύνη έχει τρωθεί ανεπανόρθωτα, αλλά που εντοπίζουν τα μεταξύ τους προβλήματα μόνο στον οικονομικό τομέα. Όσο υπάρχουν χρήματα, όλα είναι τακτοποιημένα: υπάρχει κάτι χειροπιαστό που αποδεικνύει ότι ο ένας ενδιαφέρεται για τον άλλον· όταν τα χρήματα λείπουν, κανείς δεν μπορεί να πειστεί και να πείσει το άλλο μέλος ότι ενδιαφέρεται πραγματικά. Η παλιά, παροιμιώδης φράση, αυτό το «Πού είναι το κράτος;», μαρτυρά ακριβώς τη δυσπιστία, την απαξίωση και παράλληλα την ανάγκη για κάτι απτό.
Αυτό το τελευταίο μάλιστα απαντάται συχνά στη βρεφική ηλικία, στην οποία το κριτήριο της εμπιστοσύνης για το βρέφος διαμορφώνεται με βάση το κατά πόσο η μητέρα ανταποκρίνεται έγκαιρα και επαρκώς στις ανάγκες του. Μόνο εφόσον αναπτυχτεί αυτή η βασική εμπιστοσύνη μπορεί το παιδί να αντέξει τις ματαιώσεις που θα επιφέρουν αργότερα οι περιορισμοί της πραγματικότητας. Κατά τη βρεφική ηλικία, αξιόπιστη είναι η μητέρα. Στην παιδική, η αξιοπιστία εξαρτάται από τις προηγούμενες εμπειρίες. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και στην ενήλικη ζωή.
Η ιστορία μάς δείχνει πως είμαστε ένα αρκετά νεαρό κράτος, σχεδόν βρεφικό. Δεν είναι εύκολο να μεταβούμε στην παιδική ή ενήλικη φάση— δεν υπάρχει «μαγικό ρουσφέτι» που θα εξασφαλίσει τέτοια αλματώδη πρόοδο. Πρέπει να πληρώσουμε το τίμημα για την ανάπτυξη της εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτικού συστήματος και πολιτών. Αυτά είναι τα μέρη της σχέσης που μπορούν κάποτε να μεγαλώσουν, να ωριμάσουν και να κάνουν ένα παιδί που λέγεται «κράτος». Τα μωρά δεν κάνουν μωρά. Μπορεί όμως να βρεθεί ένας «αρκετά καλός γονιός» για να τα φροντίσει να μεγαλώσουν.
Μπορεί να ακουστεί αντιφατικό, αλλά η εξέλιξη του ανθρώπου δεν είναι ντετερμινιστική. Συνήθως, πρώτα αλλάζει η πραγματικότητα και μετά ο τρόπος που σκεφτόμαστε γι’ αυτήν. Ευτυχώς, στην πολιτική αρκούν λίγοι αποφασισμένοι άνθρωποι για να κάνουν την διαφορά, προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο. Έχουμε άλλωστε πρόσφατες αποδείξεις για το ένα τουλάχιστον σκέλος.
[Εικονογράφηση: Rene Magritte, Golconda (1953, λεπτομέρεια)].