Το πανηγύρι των βιβλιοφίλων

C
Κυριάκος Αθανασιάδης

Το πανηγύρι των βιβλιοφίλων

Είναι κάποια βιβλία που απλώς χαίρεσαι που (επιτέλους) εκδίδονται. Και που, όταν είσαι αρκετά τυχερός να τα κρατάς στα χέρια σου, αισθάνεσαι όπως όταν ήσουν παιδί, τότε που όλα σού φαίνονταν πιθανά και μαγικά. Το βιβλίο του Μπαχτίν, «Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του. Για τη λαϊκή κουλτούρα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης», που μόλις κυκλοφόρησε από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης είναι ένα από αυτά.

Ένας πανέμορφος τόμος 580 σελίδων, βαρύς, αριστοκρατικός, πραγματικό τυποτεχνικό κόσμημα, μεταφρασμένος απευθείας από τα ρωσικά από τον Γιώργο Πινακούλα —που μας είχε δώσει και τα «Δοκίμια ποιητικής», πάλι από τις ΠΕΚ—, κυκλοφόρησε μόλις, κλείνοντας ένα βασικό κενό στη βιβλιογραφία μας: όχι μόνο τη σχετική με το ραμπελαισιανό μυθιστόρημα ή τη λαϊκή δημιουργία κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση, αλλά ένα κενό στη θεωρία του πολιτισμού εν γένει και στη (φιλοσοφική) ανθρωπολογία.

Ο Ρώσος θεωρητικός της λογοτεχνίας και φιλόσοφος Μιχαήλ Μπαχτίν (1895-1975), που μετά την έκδοση των «Ζητημάτων της ποιητικής του Ντοστογιέφσκι», το 1929 (μετάφραση Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, Εκδόσεις Πόλις 2000), καταδικάστηκε σε δεκαετή απομάκρυνση από τη Μόσχα, για να ζήσει έκτοτε για τριάντα χρόνια στην αφάνεια και σε πραγματική απομόνωση (πολλοί τον θεωρούσαν νεκρό…), υπήρξε ένας από τους κορυφαίους στοχαστές του 20ού αιώνα. Ερμηνεύοντας το έργο του Ραμπελαί και στοχαζόμενος επάνω στη λαϊκή κουλτούρα, στις αστικές καρναβαλικές γιορτές και στο πανηγύρι, γράφει στην ουσία ένα μανιφέστο για την απελευθέρωση του ανθρώπου από τον φόβο.

Όπου και να σταθεί η ματιά σου φυλλομετρώντας το βιβλίο, πέφτεις πάνω σε θησαυρούς:

[Η] γιορταστική πλατεία […] ήταν ένας ιδιαίτερος δεύτερος κόσμος μέσα στον μεσαιωνικό επίσημο κόσμο. Εδώ κυριαρχούσε ένας ιδιαίτερος τύπος επικοινωνίας, μια ελεύθερη οικεία-πλατεΐστικη επικοινωνία. Στα παλάτια, στις εκκλησίες, στις σχολές, στα ιδιωτικά σπίτια, επικρατούσαν η ιεραρχική αρχή της επικοινωνίας, η εθιμοτυπία, οι κανόνες ευγένειας. Στις πλατείες ηχούσε και ένας ιδιαίτερος λόγος, ο οικείος λόγος, σχεδόν μια ειδική γλώσσα, αδύνατη σε άλλους χώρους και πολύ διαφορετική απ’ τη γλώσσα της εκκλησίας, του παλατιού, των δικαστηρίων, των σχολών, απ’ τη γλώσσα της επίσημης λογοτεχνίας, απ’ τη γλώσσα της συνομιλίας των κυρίαρχων τάξεων. […] Σε όλη την παγκόσμια λογοτεχνία δεν υπάρχει ίσως άλλο έργο που να αντικατοπτρίζει  με τόση πληρότητα και τόσο βάθος όλες τις όψεις της λαϊκο-πλατεΐστικης ζωής όσο το μυθιστόρημα του Ραμπελαί.

Στα παραθέματα του Γαργαντούα και του Πανταγκρυέλ, η έκδοση ακολουθεί τη μετάφραση του Φίλιππου Δρακονταειδή (Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» 42012). Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει Γλωσσάρι, η εργογραφία του Μπαχτίν στα ελληνικά και Ευρετήρια Ονομάτων και Όρων.