Πάνω-κάτω η Ιπποκράτους
Πηγάζει από τα μαρμάρινα σκαλοπάτια της Αθηναϊκής Τριλογίας, σαν παραπόταμος του πολύβουου κύριου ρεύματος της Πανεπιστημίου. Την ημέρα είναι δρόμος-κύτταρο αστικής καθημερινότητας, σταθερό σημείο συναπαντημάτων, μόνιμος προορισμός μουσικόφιλων και βιβλιοφάγων, αχανές ευρετήριο σπάνιων αντικειμένων και παροχής κάθε λογής επαγγελματικών υπηρεσιών.
Τη νύχτα, όμως, η όψη της αλλάζει, ο κόσμος της αδειάζει από τις φωνές, που εξαφανίζονται με τον τελευταίο συρμό του μετρό. Οι σποραδικές οάσεις εστίασης φωτίζουν την υποφωτισμένη μπουλβάρ, στο σουβλατζίδικο της γωνίας τα ηχεία δονούνται από μουσικές, τα φώτα δυναμώνουν, αεικίνητα κορίτσια και αγόρια παίρνουν παραγγελίες, πειράζουν το ένα το άλλο, σερβίρουν φρεσκοψημένο κρέας σε πεινασμένους ξενύχτηδες και σε αποκαμωμένους εργαζόμενους που μόλις έχουν σχολάσει, στις τηλεοράσεις παίκτες και μπάλες ροβολάνε προς τα δίχτυα, θόρυβος, ζωή.
Λίγο πιο πάνω, κατά μήκος της αριστερής όχθης, οι άστεγοι της γειτονιάς κατοχυρώνουν τις γωνιές τους, παλεύουν να προφυλαχτούν από το γεναριάτικο κρύο, κρύβονται ολόκληροι κάτω από μια δανεική κουβέρτα ή ένα σκουροπράσινο σλίπινγκ-μπαγκ λες και προσπαθούν να καταστούν αόρατοι στα μάτια των πολλών. Κάθε κουλουριασμένη μορφή, κάθε ανθρώπινος όγκος και ένα στιγμιαίο σοκ, μια διαρκής υπενθύμιση της παρούσας σκληρότητας, μιας κατάστασης σταδιακής απανθρωποποίησης που κινδυνεύει να κανονικοποιηθεί, να τη συνηθίσει το μάτι, να την κοιτάζει αλλά να μην τη βλέπει, απλά να προσπερνά, να γλιστρά.
Η Ιπποκράτους είναι σύνορο, οριοθετεί τα Εξάρχεια από τον Λυκαβηττό και χωρίζει την ιστορική Νεάπολη σε πάνω και κάτω γειτονιά. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και γέφυρα, ενώνει την αρχοντική Πανεπιστημίου με τη λαϊκή Αλεξάνδρας και συνδέει τα δύο υψηλά δικαστήρια, αποτελώντας το ασφαλτοστρωμένο πέρασμα που φέρνει σε επαφή το νεοκλασικό Συμβούλιο της Επικρατείας με τον μεταμοντέρνο Άρειο Πάγο.
Στην Ιπποκράτους μπορείς να βρεις κυριολεκτικά τα πάντα, αλλά ταυτόχρονα να νιώσεις ότι δεν σου προσφέρει τίποτα: σαν μια διαρκής εναλλαγή θολών εικόνων, σαν ένα κενό μνήμης. Στις εκβολές της, στην Αλεξάνδρας, βρίσκεις μιαν άλλη Αθήνα, πιο ξεκάθαρα συνοικιακή, κοινότοπη, σχεδόν επαρχιακά πληκτική. Η Ιπποκράτους παραμένει πεισματικά χαώδης και διαρκώς αντιφατική, σαν μικρογραφία του αθηναϊκού κέντρου — ή μάλλον σαν το ποτάμι του Ηράκλειτου, καθώς δεν γίνεται να τη διασχίσεις δεύτερη φορά και να ’ναι η ίδια.