Το παρελθόν είναι μια χώρα ξένη

C
Γιώργος Κυριαζής

Το παρελθόν είναι μια χώρα ξένη

Ο Λέσλι Πόουλς Χάρτλι ήξερε πολύ καλά τι έκανε όταν άρχιζε, το 1953, το μυθιστόρημά του «Ο Μεσάζων» με αυτά τα λόγια: «Το παρελθόν είναι μια χώρα ξένη· τα πράγματα είναι αλλιώς εκεί». Είναι πολύ εύκολο για τους ανθρώπους τού (σχετικού) μέλλοντος, που έχουν την πολυτέλεια της εκ των υστέρων γνώσης, να κοιτάξουν πίσω στο παρελθόν και να κατακρίνουν τις απόψεις, τις επιλογές και τις πράξεις των παλαιοτέρων· άλλωστε, οι συνέπειες εκείνων των απόψεων, επιλογών και πράξεων έχουν ήδη φανεί, και όλοι ξέρουμε ότι τα πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος, σωστά;

Λάθος. Δεν μπορούμε να κρίνουμε το παρελθόν έξω από το χωροχρονικό του πλαίσιο.

Εάν ισχυριζόμαστε ότι εμείς, εδώ, σήμερα, θα ενεργούσαμε διαφορετικά, αυτό αφορά αποκλειστικά εμάς, το εδώ και το σήμερα, και δεν λέει τίποτε απολύτως για εκείνους, το εκεί και το τότε.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τις δίκες των μαγισσών στο Σάλεμ της Μασαχουσέτης, το 1692. Όλη η ιστορία ξεκίνησε από δύο μικρά κορίτσια που εμφάνιζαν περίεργα συμπτώματα (κραυγές, βλαστήμιες, σπασμούς, περίεργες επικλήσεις και κάτι που έμοιαζε με έκσταση), συμπτώματα που κανείς γιατρός δεν μπορούσε να εξηγήσει. Κάποιος από τους γιατρούς απεφάνθη ότι τα κορίτσια ήταν προφανώς δαιμονισμένα, μπήκε στο κόλπο και η τοπική εκκλησία, και άρχισαν να πιέζουν τα κορίτσια να τους κατονομάσουν ανθρώπους της περιοχής που καταπιάνονταν με «έργα του Διαβόλου», δηλαδή με τη μαγεία. Όπως ήταν φυσικό, ανάμεσα στους πρώτους «υπόπτους» ήταν και μια Ινδιάνα σκλάβα από την Καραϊβική, η οποία, με τις γνωστές και διαχρονικά εφαρμοζόμενες μεθόδους ανάκρισης, «ομολόγησε» την ενοχή της.

Η υπόθεση όμως είχε εξάψει τα πάθη της τοπικής κοινωνίας, και το αδηφάγο πλήθος ήθελε κι άλλο αίμα (το οποίο, ως γνωστόν, δεν είναι ποτέ αρκετό). Έτσι, το κυνήγι των μαγισσών εντάθηκε και επεκτάθηκε και στις γειτονικές πόλεις, με αποτέλεσμα πάρα πολλές φυλακίσεις, βασανιστήρια, 19 απαγχονισμούς, ένα λιθοβολισμό και τέσσερις θανάτους μέσα στη φυλακή. Η μαρτυρία της Μάργκαρετ Τζέικομπς είναι χαρακτηριστική:

Μου είπαν πως, αν δεν ομολογούσα, θα με κλείνανε μέσα στο μπουντρούμι και θα κατέληγα στην κρεμάλα, αλλά αν ομολογούσα θα έσωζα τη ζωή μου.

Σήμερα διαβάζουμε για αυτά τα γεγονότα και φρίττουμε, θεωρώντας τους κατοίκους της Μασαχουσέτης του 17ου αιώνα ηλίθιους, ή απάνθρωπους, ή έστω εγκληματικά δεισιδαίμονες. Καλό είναι όμως να θυμόμαστε (και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς έχει καθολική, παγκόσμια και διαχρονική ισχύ) ότι εκείνοι οι άνθρωποι ήταν προϊόντα της εποχής τους. Εμείς σήμερα θεωρούμε τη μαγεία (με την κυριολεκτική έννοια της μαγγανείας) ανύπαρκτη — αλλά για εκείνους ήταν υπαρκτή και πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Για μας, η βιβλική εντολή στο βιβλίο της Εξόδου (ΚΒ 18), φαρμακούς ου περιποιήσετε (το οποίο στα αγγλικά έχει μεταφραστεί ως «μάγισσαν δεν θέλεις αφήσει να ζη», σύμφωνα με τη μετάφραση του Βάμβα από τη Βίβλο του Βασιλέως Ιακώβου, την King James) είναι απλώς μία από τις πολλές θεϊκές εντολές τις οποίες δεν λαμβάνουμε υπόψη γιατί είναι απομεινάρι παρωχημένων αντιλήψεων — αλλά για εκείνους τους ανθρώπους ήταν ζώσα εντολή, και το να την εφαρμόσουν αποτελούσε θρησκευτικό καθήκον. Εμείς σήμερα γνωρίζουμε πολύ καλά ότι οι διάφοροι σατανιστές που κυκλοφορούν έχουν αποκλειστικά υλικά κίνητρα για ό,τι κάνουν και χαμογελάμε ειρωνικά στο άκουσμα της φράσης «επίκληση στο Σατανά» — αλλά οι Πουριτανοί του 17ου αιώνα πίστευαν πως ο Σατανάς ήταν υπαρκτό πρόσωπο που μπορούσε να αποκτήσει και υλική υπόσταση, και πως οι ίδιοι είχαν υποχρέωση να βρίσκονται σε διαρκή πόλεμο εναντίον του. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε τη μακρόχρονη παράδοση κυνηγιού μαγισσών που κρατά από τον Μεσαίωνα, καθώς και το γεγονός ότι οι κάτοικοι των αποικιών της Αμερικής ζούσαν υπό τον διαρκή φόβο των ασθενειών και την απειλή των επιθέσεων από τους ιθαγενείς πληθυσμούς, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε από πού προέκυψε όλη αυτή η παράνοια.

Με αυτά δεν προσπαθώ, βέβαια, να δώσω συγχωροχάρτι στη δεισιδαιμονία· θέλω, όμως, να τονίσω ότι είναι παραπλανητικό να νομίζουμε ότι εμείς σήμερα είμαστε καλύτεροι, πιο μορφωμένοι, πιο ηθικοί κλπ. Είμαστε κι εμείς προϊόντα της εποχής μας. Αν είχαμε γαλουχηθεί στο αντίστοιχο περιβάλλον, θα είχαμε (κατά πλειοψηφία, έστω) αντίστοιχες αντιλήψεις. Ας αφήσουμε λοιπόν κατά μέρος το αίσθημα ανωτερότητας, και ας εστιάσουμε στο μόνο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε: να επηρεάσουμε την εποχή μας· να συνδιαμορφώσουμε το περιβάλλον μας, την περίφημη «περιρρέουσα ατμόσφαιρα». Η δεισιδαιμονία έκανε τον κύκλο της, προσέφερε ό,τι είχε να προσφέρει στην εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών. Είναι καιρός πια να τη βγάλουμε στη σύνταξη.

Θέλει κόπο και είναι μάταιο, αλλά δεν πειράζει.

ΥΓ: Στις 13 και στις 20 Φεβρουαρίου 2016, η εκπομπή Vox Antiqua θα αναφερθεί στο πώς έβλεπαν οι άνθρωποι τη μαγεία τον 16ο και τον 17ο αιώνα, μέσα από το βιβλίο του Darren Oldridge «Παράξενες ιστορίες του Μεσαίωνα» (μετάφραση Δανάη Γαβριηλίδου, επιμέλεια Αγγελική Στουπάκη, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2014).