Περί Φιλελευθερισμού

P
Κυριάκος Αθανασιάδης

Περί Φιλελευθερισμού

Παρακολουθώ συστηματικά τον Αριστείδη Χατζή, και επί πολλά χρόνια. Είμαι βέβαια ένας από τους πολλούς, καθώς τον ακολουθούν, είτε σαν αναγνώστες των κειμένων του, είτε σαν παραλήπτες των άρθρων του μέσω του προσωπικού του newsletter, είτε σαν συνομιλητές του στα social media —για να μην αναφέρουμε τους φοιτητές του—, πολλές χιλιάδες άνθρωποι. Η συζήτηση που ακολουθεί, ουσιαστικά δέκα ερωτήσεις στον Αριστείδη Χατζή με αφορμή την έκδοση του καινούριου του βιβλίου «Φιλελευθερισμός» (εκδ. Παπαδόπουλος), με γέμισε με χαρά γιατί αποτελεί μία ουσιαστική και καίρια εισαγωγή στο βιβλίο του, το οποίο κρίνω απαραίτητο για πάρα πολλούς: φοιτητές, δημοσιογράφους, πολιτικούς, «δημοσιολόγους», φιλέρευνους αναγνώστες, ανήσυχους πολίτες, ενώ μπορεί (και πρέπει) να διαβαστεί και αυτοτελώς.

1. Κ.Α.: Από όσο έχω καταλάβει, κύριε Χατζή, αν είχατε να αντιμετωπίσετε μία σειρά από προβλήματα όσο γράφατε το βιβλίο σας «Φιλελευθερισμός», που εξ ανάγκης όφειλε να είναι μικρό, περιεκτικό και προσιτό στο κατά το δυνατόν μεγαλύτερο κοινό, ένα εγχειρίδιο δηλαδή, το βασικότερο ήταν πόσα και ποια κεφάλαια έπρεπε κατ’ ανάγκην να αφήσετε απέξω — έτσι είναι;

Αριστείδης Χατζής: Είναι πολύ δύσκολο να περιοριστείς σε ένα θέμα για το οποίο έχεις να πεις τόσο πολλά. Αν και είμαι εξασκημένος στο να γράφω συνοπτικά και με όρια λέξεων από τη συστηματική συνεργασία μου με εφημερίδες, ομολογώ ότι δεν ήταν καθόλου εύκολο να περιοριστώ εδώ. Έτσι, η πρώτη εκδοχή του κειμένου είχε περίπου 10.000 λέξεις περισσότερες από αυτές που μπορούσα να γράψω. Ξεκίνησε λοιπόν η οδυνηρή διαδικασία διαγραφής κεφαλαίων, παραγράφων, λέξεων. Όμως, όταν τελικά διάβασα το τελικό κείμενο μετά την επιμέλεια, τις διορθώσεις και τα σχόλια φίλων, έμεινα πολύ ευχαριστημένος. Συνειδητά αλλά και ασυνείδητα αφαίρεσα ό,τι δεν ήταν τελικά και τόσο απαραίτητο. Το τελικό κείμενο μου άρεσε πολύ περισσότερο από το πρώτο που είχα γράψει και βλέπω τώρα ότι δεν μου λείπει σχεδόν τίποτε απ’ όσα έσβησα. Το κείμενο έγινε πιο συνεκτικό, έμοιαζε περισσότερο με «μικρή εισαγωγή».

2. Κ.Α.: Μιλάτε, διδάσκετε και γράφετε για τον Φιλελευθερισμό εδώ και πολλά χρόνια. Ο ίδιος ο Φιλελευθερισμός, εν πολλοίς πρωτότοκο παιδί του Διαφωτισμού, είναι πολύ παλιά έννοια ήδη, άνω των τρεισήμισι αιώνων, και ενταγμένος μέσα στη ζωή των σύγχρονων κοινωνιών, και δη της πλειονότητας των ανεπτυγμένων, όσο καμιά άλλη φιλοσοφική θεώρηση του κόσμου. Παρά ταύτα, κατατρίβονται ακόμη πολλοί εναντίον του ακόμη και εδώ, στη Δύση — σαν να πρόκειται για μία μάχη ιδεών που δεν μπορεί να έχει τέλος.

Α.Χ.: Πράγματι ο Φιλελευθερισμός έχει επικρατήσει πλήρως από πολλές απόψεις. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 κανείς δεν αμφισβητεί πλέον σοβαρά την ανωτερότητα της φιλελεύθερης συνταγματικής δημοκρατίας ως του καλύτερου τρόπου πολιτικής οργάνωσης. Κανείς δεν αμφισβητεί σοβαρά ότι η οικονομία της αγοράς είναι ο καλύτερος τρόπος οικονομικής οργάνωσης. Υπάρχουν βέβαια διάφορες εκδοχές και των δύο φιλελεύθερων μοντέλων (πολιτειακού και οικονομικού), περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένες. Δεν υπάρχει όμως κάποιο εναλλακτικό μοντέλο που να λειτουργεί καλύτερα στην πράξη ή ακόμα και στη θεωρία. Για παράδειγμα, στην πολιτική θεωρία οι φιλελεύθερες θεωρίες για τη δόμηση της κοινωνίας είναι κυρίαρχες. Από τις πιο εξισωτικές εκδοχές, όπως εκείνη του John Rawls, μέχρι τις πιο ελευθεριακές, η συζήτηση μονοπωλείται από φιλελεύθερους διανοούμενους και περιστρέφεται γύρω από τα προβλήματα του κυρίαρχου φιλελεύθερου μοντέλου. Φυσικά, υπάρχει αμφισβήτηση του μοντέλου αυτού, εναλλακτικές θεωρήσεις που το απορρίπτουν, σοβαρή και επιπόλαιη ή και κακόπιστη κριτική, αλλά όλα αυτά στο περιθώριο της πολιτικής θεωρίας και με ασήμαντη επιρροή στην πολιτική πράξη. Αν δει κανείς το συνονθύλευμα αυτών που αποτελούν σήμερα τους πολιτικούς εχθρούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας, θα διαπιστώσει την απουσία μιας ισχυρής ανταγωνιστικής θεωρίας, ιδεολογίας ή έστω αφηγήματος.

3. Κ.Α.: Ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι πολέμιοι του Φιλελευθερισμού, και κατ’ επέκταση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, στις σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες; Κάποιοι Συντηρητικοί κύκλοι της Δεξιάς, η Ακροδεξιά, η Αριστερά, οι λαϊκιστές που εκ νέου επελαύνουν και από τις δύο άκρες του πολιτικού φάσματος;

Α.Χ.: Όλοι αυτοί είναι κριτικοί απέναντι στη φιλελεύθερη δημοκρατία, στις ιδέες του φιλελευθερισμού και ιδιαίτερα σ’ αυτό που ονομάζω «προτεραιότητα της ελευθερίας» έναντι των άλλων ανταγωνιστικών αρχών (π.χ., ισότητα, ευημερία, παράδοση κλπ.). Ο πιο επικίνδυνος αντίπαλος είναι ο εθνολαϊκισμός, δηλαδή αυτό το μείγμα αριστερού λαϊκισμού και δεξιού εθνικισμού. Η Αριστερά είναι υπεύθυνη όσο και η Δεξιά για την εμφάνιση του φαινομένου, αλλά σχεδόν παντού ο εθνολαϊκισμός καταλήγει να καπελώνεται από την Ακροδεξιά ή να έχει σαφές ακροδεξιό πρόσημο. Η Αριστερά δεν έχει μάθει ακόμα το μάθημά της: κάθε φορά που επιτίθεται στους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας, καταλήγει να ενισχύει την ακροδεξιά ολοκληρωτική απόρριψη του μοντέλου. Η συνεργασία της λαϊκιστικής Δεξιάς με τη λαϊκιστική Αριστερά στη χώρα μας αποτελεί ένα από τα καλύτερα παραδείγματα του φαινομένου των συγκοινωνούντων δοχείων που πάντα καταλήγει τραγικά για την Αριστερά. Δεν θέλω σε καμία περίπτωση να υποβαθμίσω ή να απορρίψω την πολύ χρήσιμη κριτική αριστερών θεωρητικών στη φιλελεύθερη δημοκρατία (π.χ., στο θέμα της οικονομικής ανισότητας). Έχω μάθει πολλά από αυτήν και τη θεωρώ απαραίτητη. Όμως θα πρέπει να τη διαχωρίσουμε από την καιροσκοπική, λαϊκιστική, κακόπιστη και ρηχή επίθεση στους θεσμούς από αριστερούς πολιτικούς και θεωρητικούς τσαρλατάνους. Προετοιμάζουν πάντα το έδαφος για την Ακροδεξιά, που τελικά τους υπερκερνά ή ακόμα και τους απορροφά.

4. Κ.Α.: Ένα από τα καθήκοντα της φιλελεύθερης πολιτείας είναι να αποκαθιστά τις ανισότητες στην απόλαυση των αγαθών ανάμεσα στους πολίτες, λαμβάνοντας μέτρα κοινωνικής πρόνοιας. Πόσο κοντά στη Σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται ο Φιλελευθερισμός; Είναι πράγματι δύο αγεφύρωτες πολιτικές ιδεολογίες; Θα μπορούσαν να συγκυβερνήσουν, έστω και μόνο σαν απάντηση στη λαίλαπα του εθνολαϊκισμού;

Α.Χ.: Σήμερα οι σοσιαλδημοκράτες αλλά και οι μετριοπαθείς συντηρητικοί βρίσκονται πολύ κοντά στο φιλελεύθερο μοντέλο, έχοντας υιοθετήσει μεγάλο μέρος των φιλελεύθερων ιδεών (και του πολιτικού και του οικονομικού φιλελευθερισμού). Δείτε για παράδειγμα τους Εργατικούς του Τόνι Μπλερ, τους χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ ή ακόμα και τη δική μας Κεντροαριστερά. Αλλά και ο Φιλελευθερισμός έχει κάνει μεγάλα βήματα προς την αποδοχή της ιδέας ενός αποτελεσματικού κράτους πρόνοιας που θα προστατεύει τους πραγματικά αδύνατους. Ο Φιλελευθερισμός υιοθετεί σταδιακά και την ιδέα της ισότητας των ευκαιριών, που όχι μόνο αποτελεί θέμα δικαιοσύνης και εξασφαλίζει μακροπρόθεσμα την ευημερία μιας κοινωνίας, αλλά ενισχύει και την ελευθερία. Αν παρακολουθήσετε τη συζήτηση στην πολιτική θεωρία σήμερα, θα δείτε ότι οι πιο ενδιαφέρουσες συμβολές προέρχονται από φιλελεύθερους που αντιμετωπίζουν με σοβαρότητα και φρέσκες ιδέες το ζήτημα της οικονομικής ανισότητας και εμπλουτίζουν τον Φιλελευθερισμό με απαραίτητες ιδέες σε ένα πεδίο στο οποίο ήταν ελλειμματικός. Αλλά πλέον οι σοσιαλδημοκράτες είναι και οι καλύτεροι σύμμαχοι των φιλελεύθερων στη μάχη κατά του λαϊκισμού και υπέρ των θεσμών της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Μαζί με τους μετριοπαθείς ή φιλελεύθερους συντηρητικούς, αποτελούν αυτόν τον ευρύ κεντρώο χώρο (που εκτείνεται από την Κεντροδεξιά μέχρι την Κεντροαριστερά) που δίνει πλέον μάχη γι’ αυτούς τους θεσμούς στη Δύση απέναντι στον επικίνδυνο εθνολαϊκισμό. Θα προσθέσω και κάτι ακόμα: οι διαφοροποιήσεις στο εκσυγχρονιστικό, μεταρρυθμιστικό στρατόπεδο στην Ελλάδα αποτελούν αυτή τη στιγμή ριψοκίνδυνη πολυτέλεια. Επείγει η συντριβή του εθνολαϊκισμού.

5. Κ.Α.: Είναι κακό να σε βρίζουν σαν νεοφιλελεύθερο; Να σε βρίζουν γενικά είναι κακό ούτως ή άλλως, αλλά ειδικά εδώ υπάρχει, νομίζω, μία μεγάλη παρανόηση. Ή έλλειψη ενημέρωσης ή διαβασμάτων. Ή απλώς σύγχυση εννοιών, μεταξύ άλλων, ακόμη και μεταξύ των τάξεων των ίδιων των φιλελευθέρων, ή πολλών από όσους, τέλος πάντων, αυτοχαρακτηρίζονται ως τέτοιοι. Εν πάση περιπτώσει: ισχύει ακόμη το ελευθερία-ισότητα-κράτος πρόνοιας vs απόλυτη οικονομική ελευθερία, για να το θέσουμε σχηματικά;

Α.Χ.: Ο «νεοφιλελευθερισμός» είναι, υποτίθεται, μία ακραία εκδοχή του φιλελευθερισμού που έχει σαν στόχο την πλήρη κυριαρχία της αγοράς και των συμφερόντων των πολυεθνικών εταιριών, που ανασκουμπώθηκαν για να πάρουν πίσω όσα προνόμια έχασαν κατά τη διάρκεια του μεταπολεμικού κεϊνσιανού consensus. Γράφω για το ζήτημα αυτό στο βιβλίο (σελ. 24-25) ότι υποτίθεται πως η ιδεολογία αυτή κυριαρχεί πλέον παγκοσμίως, έχοντας ως κύρια ερείσματα τον παγκόσμιο καπιταλισμό αλλά και αρκετούς συντηρητικούς, φιλελεύθερους και σοσιαλδημοκράτες πολιτικούς. Υποτίθεται ότι ο «νεοφιλελευθερισμός» αντικατέστησε τον κλασικό φιλελευθερισμό και χαρακτηρίζεται από άκρατο οικονομισμό και άκαρδο ρεαλισμό. Ήταν λοιπόν αναμενόμενο να θεωρηθεί η επίσημη ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης. Άλλωστε, πολλοί υποστηρίζουν ότι το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης ήρθε σαν αποτέλεσμα της ιδεολογικής κυριαρχίας του «νεοφιλελευθερισμού», τουλάχιστον στις τάξεις των οικονομικών ελίτ. Αλλά βέβαια όλα αυτά είναι ανοησίες. Έχουμε απλώς το φαινόμενο (χωρίς ιδεολογία) της στροφής στην οικονομία της αγοράς, στην απορρύθμιση και στις ιδιωτικοποιήσεις, με σκοπό να περιοριστεί ο αναποτελεσματικός δημόσιος τομέας. Ένα φαινόμενο που παρατηρείται πλέον σε όλα τα κράτη της υφηλίου, ασχέτως πολιτεύματος, κοινωνικού ή οικονομικού συστήματος και γεωγραφικής θέσης (ακόμα και στην Κούβα). Στην πραγματικότητα βέβαια δεν παρατηρήθηκε στροφή προς τα δεξιά, αλλά επαναπροσανατολισμός στην ελεύθερη οικονομία της αγοράς που αποδείχτηκε όχι μόνο πιο αποτελεσματική, αλλά και περισσότερο ανθεκτική στον χρόνο και τελικά αναντικατάστατη. Η επιστροφή όμως αυτή στην αγορά δεν βασίζεται σε ιδεολογικές φιλελεύθερες αρχές, αλλά στην τήρηση των όρων που θέτει η παντοδύναμη και ανεξέλεγκτη πλέον παγκόσμια αγορά. Ουσιαστικά συντηρητικοί και σοσιαλιστές, φιλελεύθεροι και πρώην κομουνιστές, δεξιοί και αριστεροί, ακολουθούν την ίδια οικονομική πολιτική τα τελευταία τριάντα περίπου χρόνια. Μια πολιτική που καθοδηγούν και πολλές φορές καθορίζουν η Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, ο ΟΟΣΑ και άλλοι παρόμοιοι διακρατικοί οργανισμοί. Επειδή μάλιστα οι περισσότεροι από τους οργανισμούς αυτούς εδρεύουν στην Ουάσιγκτον, η πολιτική αυτή ονομάστηκε η «συναίνεση της Ουάσιγκτον». Είναι επομένως σαφές πως δεν υπάρχει ιδεολογία με το όνομα «νεοφιλελευθερισμός». Η μόνη εμφανής μεταστροφή που μπορεί να χαρακτηριστεί ως φαινόμενο, δηλαδή η επιστροφή στην ελεύθερη οικονομία, δεν μπορεί και δεν πρέπει πλέον να ιδεολογικοποιείται. Ο όρος λοιπόν δεν είναι απλώς προβληματικός, είναι και εντελώς λανθασμένος. Χρησιμοποιείται τις τελευταίες δεκαετίες ως ένα κλασικό «επιχείρημα του σκιάχτρου» με σκοπό να παραπλανήσει όσους δεν γνωρίζουν ή δεν θέλουν να μάθουν τα βασικά έστω της πολιτικής θεωρίας και της οικονομικής επιστήμης. Ο όρος χρησιμοποιείται ελάχιστα στην πολιτική φιλοσοφία. Δεν θα βρεις σχετικές αναφορές παρά μόνο σε περιφερειακά ή περιθωριακά επιστημονικά περιοδικά και σε μονογραφίες και βιβλία που έχουν σαφή πολιτικό προσανατολισμό. Ακόμα κι εκεί όμως η έννοια είναι τόσο ρευστή που δεν προσφέρει καμία άλλη υπηρεσία πέραν εκείνης του σκιάχτρου. Εάν κάποιος έχει το κουράγιο να περιηγηθεί σ’ αυτή τη βιβλιογραφία, θα εξαντληθεί από τις αντιφάσεις και την αδυναμία συμφωνίας σε έναν στοιχειώδη ορισμό. Ο όρος χρησιμοποιείται κατά κόρον, στην καλύτερη περίπτωση, όπως είπα, από ανθρώπους που έχουν μια εντελώς επιφανειακή και κακοχωνεμένη επαφή με την πολιτική θεωρία και τα οικονομικά. Στη χειρότερη περίπτωση, από ονειροπαρμένους συνωμοσιολόγους που κοιμούνται και ξυπνάνε μ’ ένα σκιάχτρο δίπλα τους… Τώρα, όσον αφορά τη σύγκρουση αρχών και προτεραιοτήτων. Ναι, βέβαια υπάρχει. Δεν μπορείς να μεγιστοποιείς τα πάντα ταυτόχρονα. Όσοι υποβαθμίζουν τις συγκρούσεις, τις αντιθέσεις και την αναγκαιότητα για σταθμίσεις είναι απλώς επιφανειακοί ή απατεώνες. Η στάθμιση θα πρέπει όμως να ξεκινά με προϋπόθεση την προτεραιότητα της ελευθερίας. Που επιτρέπεται να περιορίζεται ελάχιστα και μόνο για να αυξηθεί μακροπρόθεσμα. Κάτι που επιτυγχάνεται σε μια κοινωνία δικαιοσύνης και ευημερίας.

6. Κ.Α.: Μπορούν να υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα χωρίς ελεύθερη αγορά, χωρίς οικονομική ελευθερία; Και, παράλληλα, μπορεί κάποιος να είναι φιλελεύθερος χωρίς γνώσεις οικονομικών;

Α.Χ.: Η οικονομική ελευθερία είναι μια από τις βασικές ελευθερίες. Όποιος το αρνείται αυτό δεν είναι φιλελεύθερος. Εάν αφαιρέσεις από το άτομο το δικαίωμα να επιλέγει ελεύθερα σε ζητήματα τόσο σημαντικά για τη ζωή του όσο εκείνα που προστατεύει η οικονομική ελευθερία, το μετατρέπεις σε ένα είδος σκλάβου. Στο βιβλίο περιλαμβάνω ένα δικό μου νοητικό πείραμα που διευκολύνει τον αναγνώστη να καταλάβει γιατί η οικονομική ελευθερία είναι συνυφασμένη με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και συνδέεται με την ατομική ελευθερία. Αλλά είναι επίσης γνωστό ότι δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ χώρα με πολιτική ελευθερία που δεν είχε ταυτόχρονα οικονομική ελευθερία. Γνωρίζουμε από την ιστορία πως, όταν αυξάνεται η οικονομική ελευθερία σε ένα αυταρχικό καθεστώς, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση και για την εισαγωγή φιλελεύθερων πολιτικών θεσμών. Νομίζω ότι το πιο ενδιαφέρον παράδειγμα θα είναι η Κίνα. Η αγορά της δεν είναι τόσο ελεύθερη ακόμα, αλλά απελευθερώνεται σταθερά. Το τέλος, κατά τη γνώμη μου, είναι προδιαγεγραμμένο. Οι Κινέζοι που μαθαίνουν την αξία και τη χρησιμότητα της ελεύθερης επιλογής στην οικονομία θα τη διεκδικήσουν και στην πολιτική. Ήδη το κάνουν… Όσο για το δεύτερο υποερώτημα: ναι, μπορείς βέβαια να είσαι φιλελεύθερος χωρίς να γνωρίζεις οικονομικά αλλά νομίζω ότι η γνώση των οικονομικών σε προφυλάσσει από συστηματικά λάθη, τετριμμένες ιδέες, αποτυχημένες ιδεολογίες και ανόητες ιδεοληψίες. Σου επιτρέπει επίσης να εκτιμήσεις καλύτερα τον τρόπο που δημιουργείται ο πλούτος από την ελεύθερη αγορά, να βλέπεις όχι με εχθρότητα αλλά θετικά τους ξένους που έρχονται να δραστηριοποιηθούν στη χώρα σου (από μετανάστες έως επενδυτές), να καταλαβαίνεις γιατί η τεχνολογική πρόοδος δεν οδηγεί σε ανεργία αλλά το αντίθετο. Να βλέπεις τη μεγάλη εικόνα και να αντιλαμβάνεσαι πράγματα που δεν είναι ορατά διά γυμνού οφθαλμού.

7. Κ.Α.: Ισχυρά κυρίαρχα εθνικά κράτη που θα συνεργάζονται μεταξύ τους, ή ομοσπονδίες κρατών; Το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η δημιουργία ενός «υπερκράτους», θα άμβλυνε άραγε τη φιλελεύθερη δημοκρατία, θα περιόριζε την ατομική ελευθερία — ή μήπως το αντίθετο;

Α.Χ.: Ως φιλελεύθερος είμαι και φεντεραλιστής. Όχι μόνο δεν φοβάμαι την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά ελπίζω αυτή να ολοκληρωθεί πολιτικά στη διάρκεια της ζωής μου. Η προστασία της ατομικής ελευθερίας στη χώρα μας έχει αυξηθεί σημαντικά εξαιτίας της συμμετοχής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν φοβάμαι ένα υπερκράτος όταν αυτό είναι οργανωμένο πάνω στις αρχές του φεντεραλισμού, του κράτους δικαίου, της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων. Η ΕΕ είναι ίσως το πολιτικό μόρφωμα που σέβεται περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο αυτές τις αρχές. Αντίθετα, αν καταρρεύσει το όραμα της ενωμένης Ευρώπης, πέραν των άλλων δεινών, θα μειωθεί και το επίπεδο προστασίας των ατομικών ελευθεριών (ακόμα και της οικονομικής ελευθερίας) σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο.

8. Κ.Α.: Υπάρχει, μπορεί να υπάρξει συνάντηση κάποιων φιλελευθέρων με τον Τραμπ; Προφανώς είναι δικαίωμά τους, αλλά υπάρχει λογική σε κάτι τέτοιο; Και, μιας και ο λόγος για τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ, πόσο ασφαλισμένη είναι η κατά τα άλλα ισχυρότερη φιλελεύθερη δημοκρατία στον κόσμο έναντι των εξουσιών που ως εκ της θέσεώς του κατέχει ο Πρόεδρός της;

Α.Χ.: Όχι μόνο δεν υπάρχει καμία σχέση του Τραμπ με τον Φιλελευθερισμό αλλά το ακριβώς αντίθετο: ο Τραμπ και οι οπαδοί του ενσαρκώνουν ό,τι πιο αυταρχικό, στενόμυαλο και οπισθοδρομικό εκπροσωπεί ο εθνολαϊκισμός. Και βέβαια οι οπαδοί του, που νομίζουν ότι είναι φιλελεύθεροι, έχουν μπερδέψει σοβαρά τις έννοιες. Το να βάζεις στην ίδια πρόταση τις λέξεις Τραμπ και Φιλελευθερισμός αποτελεί την καλύτερη ένδειξη άγνοιας και αυταπάτης. Ο Τραμπ είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για τους θεσμούς των ΗΠΑ. Το σημάδι που θα αφήσει στους θεσμούς (που ήδη έχουν πληγεί σοβαρά από τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας) θα είναι οπωσδήποτε εμφανές. Ελπίζω μόνο να είναι θεραπεύσιμο… Όμως αυτή η χώρα έχει ένα αξιοθαύμαστο σύστημα θεσμικού ελέγχου και ισορροπιών που εγγυάται την προστασία των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων. Ο εγγυητής αυτού του συστήματος είναι η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Είδαμε τι έγινε με την αντισυνταγματική προεδρική απόφαση που έκλεισε τα σύνορα των ΗΠΑ στους νόμιμους μετανάστες που έχουν βίζα ή άδεια παραμονής και στους πρόσφυγες από 7 μουσουλμανικές χώρες. Τρία διαφορετικά ομοσπονδιακά δικαστήρια την πάγωσαν. Αλλά στις ΗΠΑ υπάρχει και δυναμική κοινωνία πολιτών. Είδατε επίσης τι έγινε με τη διαδήλωση των γυναικών μια μέρα μετά την ορκωμοσία. Για να μην αναφέρω τον πανίσχυρο Τύπο που οι συνεργάτες του Τραμπ αντιμετωπίζουν ήδη ως τη σκληρότερη αντιπολίτευση. Ακόμα και το ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο θα τους θέσει όρια και θα δημιουργήσει εμπόδια, ιδιαίτερα στον προστατευτισμό του. Ας ελπίσουμε ότι το κύμα του εθνολαϊκισμού θα υποχωρήσει στις ΗΠΑ μέχρι τις «ενδιάμεσες» εκλογές του Νοεμβρίου του 2018. Είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος από τις πρώτες ενδείξεις ότι τα αντανακλαστικά αυτού του ιδιοφυούς συστήματος θεσμικών ελέγχων και ισορροπιών που έστησε ο James Madison (ο πατέρας του Αμερικανικού Συντάγματος) λειτουργούν καλά!

9. Κ.Α.: Ποιοι είναι οι βασικότεροι λόγοι που ένας νέος άνθρωπος θα έπρεπε να αγοράσει και να μελετήσει αυτό το βιβλίο;

Α.Χ.: Αυτό το βιβλίο είναι καταρχήν γραμμένο για νέους ανθρώπους. Ζω ανάμεσα σε νέους ανθρώπους, συνομιλώ καθημερινά μαζί τους, μαθαίνω από αυτούς και διαμορφώνω τις ιδέες μου σε αλληλεπίδραση μαζί τους. Αυτό το βιβλίο προέκυψε μέσα από την δεκαεξάχρονη διδασκαλία μου στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Οι ιδέες παρουσιάστηκαν πρώτα εκεί και εξελίχθηκαν μέσα εκεί. Δεν το κρύβω λοιπόν ότι ο λεγόμενος «ιδανικός» αναγνώστης που είχα στο μυαλό μου όταν έγραφα ήταν οι φοιτήτριες και οι φοιτητές μου αλλά και οι νέοι άνθρωποι που θα έχουν την ευκαιρία να πετύχουν εκεί που οι προηγούμενες γενιές (και η δικιά μου) απέτυχαν. Νομίζω όμως ότι το βιβλίο έχει έναν επιπλέον λόγο ύπαρξης: να βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση των φιλελεύθερων ιδεών αλλά και του τρόπου που λειτουργεί ο κόσμος. Κυρίως τους νέους ανθρώπους αλλά και όλους όσους αισθάνονται ότι οι τετριμμένες, οπισθοδρομικές, ιδεοληπτικές απαντήσεις δεν τους καλύπτουν. Που έχουν την περιέργεια να μάθουν πώς λειτουργεί ο κόσμος, δεν επαναπαύονται στην ημιμάθεια που σου εξασφαλίζει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και δεν τους ανακουφίζουν οι συνωμοσιολογικές θεάσεις του κόσμου.

10. Κ.Α.: Ξαναγυρίζοντας στην πρώτη ερώτηση: θα θέλατε να μας προσφέρετε ένα από τα κεφάλαια που έπρεπε να παραλείψετε από το βιβλίο;

Α.Χ.: Στην πρώτη εκδοχή του κειμένου υπήρχε ένα αυτοβιογραφικό απόσπασμα που τελικά χρειάστηκε να κόψω στην τελική εκδοχή. Περιγράφει πώς έγινα φιλελεύθερος. Ιδού!

Γεννήθηκα τη χρονιά που η πατρίδα μας μπήκε στον γύψο των συνταγματαρχών. Μεγάλωσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που περιελάμβανε δεξιούς, αριστερούς και κεντρώους, άκουγα τις συζητήσεις των μεγάλων, διάβαζα από μικρός εφημερίδα που αγόραζα με το χαρτζιλίκι μου και μάλωνα με τους συμμαθητές μου στο σχολείο για τα πολιτικά. Ήμουν από πολύ νωρίς πολιτικοποιημένος, αλλά δεν θα είχα ακούσει ποτέ τη λέξη φιλελεύθερος αν δεν αγαπούσα την ιστορία. Η λέξη ήταν ταυτισμένη στο μυαλό μου με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και το κόμμα του, δεν είχε ιδεολογικό περιεχόμενο. Δεν μου έλεγε τίποτα παραπάνω.

Όμως, καθώς περνούσα στο τέλος του Λυκείου ατέλειωτες ώρες στα πολλά, εκείνη την εποχή, μεγάλα βιβλιοπωλεία της Θεσσαλονίκης, έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλιαράκι γραμμένο από έναν Αυστριακό οικονομολόγο, τον Ludwig von Mises. Ο Mises ζούσε εξόριστος στις ΗΠΑ από την εποχή που οι Ναζί κατέλαβαν τη χώρα του. Δυσκολευόταν και τελικά δεν κατόρθωσε να βρει μια μόνιμη θέση σε ένα καλό αμερικανικό πανεπιστήμιο. Όμως συνέχισε να διδάσκει περιστασιακά στη Νέα Υόρκη και να δημοσιεύει κείμενα μέχρι και τον θάνατό του, τον Οκτώβριο του 1973. Όταν μπορούσε βέβαια έδινε διαλέξεις και σε άλλα μέρη του κόσμου. Έτσι, το 1958 βρέθηκε στην Αργεντινή. Οι διαλέξεις που έδωσε στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες δημοσιεύτηκαν αργότερα σε ένα μικρό βιβλίο που περιέργως μεταφράστηκε και στα ελληνικά τη δεκαετία του 1980. Και έπεσε στα χέρια μου. («Τα Οικονομικά της Ελευθερίας», μτφρ. Γιάννης Λοβέρδος, Ευρωεκδοτική 1984, στα αγγλικά «Economic Policy»).

Δεν είναι υπερβολή να πω ότι αυτό το βιβλιαράκι μού άλλαξε τη ζωή, και μάλιστα από πολλές απόψεις. Αυτό όμως που ενδιαφέρει εδώ είναι ότι για πρώτη φορά διάβασα ένα φιλελεύθερο κείμενο και μάλιστα γραμμένο από έναν πολύ καλό οικονομολόγο, σημαντικό φιλελεύθερο διανοητή και κυρίως εξαιρετικό συγγραφέα. Τα πράγματα άρχισαν να αποκτούν νόημα για πρώτη φορά. Στη Νομική Σχολή (όπου μπήκα το 1985) μάθαινες πολλά ενδιαφέροντα και χρήσιμα, αλλά όχι το πώς λειτουργεί ο κόσμος. Ο Mises δεν με βοήθησε μόνο να κατανοήσω και να ερμηνεύσω κοινωνικά και οικονομικά φαινόμενα αλλά και να αποκτήσω ένα όραμα για το πώς αυτός ο κόσμος θα γίνει περισσότερο ελεύθερος. Ο Mises μού έμαθε τι είναι ο Φιλελευθερισμός, πόσο σημαντική είναι η ελεύθερη αγορά για την ευημερία και πόσο απαραίτητη προϋπόθεση για την εξασφάλιση της πολιτικής ελευθερίας. Όταν τελείωσα την ανάγνωση του βιβλίου, ήμουν βέβαιος πως ήξερα πια τι ήμουν. Ήμουν ένας φιλελεύθερος.

Έλληνας φιλελεύθερος. Ακουγόταν λίγο σαν ανέκδοτο στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ειδικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Οι φίλοι μου, δεξιοί και αριστεροί, με αντιμετώπιζαν με κατανόηση, σαν κάτι αξιοπερίεργο και μάλλον ακίνδυνο. [...]

Τέσσερα χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, βρέθηκα στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο για να συνεχίσω τις σπουδές μου. Πριν φύγω, μια αγαπημένη μου αριστερή καθηγήτρια στη Νομική Σχολή της Θεσσαλονίκης (που δυστυχώς έφυγε νωρίς) όταν το έμαθε μου έδωσε συγχαρητήρια, αλλά αμέσως μετά με προειδοποίησε: «Προσοχή! Εκεί είναι το κέντρο των νεοφιλελεύθερων!» Το άκουσα με κρυφή ικανοποίηση γιατί έφευγα από την Ελλάδα δογματικός (ίσως και φανατικός) φιλελεύθερος. Πίστευα στην παντοδυναμία της αγοράς να διορθώνει και να αυτοδιορθώνεται. Ευτυχώς στο Σικάγο οι καθηγητές μου με προσγείωσαν στην πραγματικότητα. Εκεί έμαθα ότι η αγορά είναι ένας μηχανισμός που, όταν λειτουργεί καλά, δημιουργεί πλούτο και αυξάνει την ευημερία όλων. Αλλά για να λειτουργήσει καλά θα πρέπει να βασίζεται πάνω σε ένα σύστημα τυπικών και άτυπων θεσμών, κυρίως στο κράτος δικαίου και στην εμπιστοσύνη. Μου έμαθαν ότι η αγορά έχει εγγενείς παθογένειες και πως μ’ αυτές καταγίνεται η οικονομική επιστήμη — αυτό είναι το κύριο αντικείμενό της. Πως η δουλειά μας είναι να διορθώνουμε αυτήν την αγορά όταν χρειάζεται, αλλά χωρίς ποτέ να ξεχνάμε το πόσο εύθραυστη είναι και κυρίως πόσο κακό μπορεί να κάνει ακόμα και η πιο καλοπροαίρετη παρέμβασή μας. Μου έμαθαν να μη θεωρώ ποτέ δεδομένο ότι οι «αποτυχίες της» μπορούν να διορθωθούν με ευκολία ή ότι η κρατική παρέμβαση θα είναι οπωσδήποτε ευεργετική. Μου έμαθαν επίσης να είμαι πάντα ανοικτός στην κριτική και μάλιστα να την επιδιώκω για να ακονίσω τις ιδέες μου και να τις βελτιώσω, αλλά ακόμα και να τις εγκαταλείψω αν πάψουν να με πείθουν. Τέλος, μου δίδαξαν ότι πάνω από κάθε ιδεολογία βρίσκεται η επιστήμη. Όταν τα εμπειρικά δεδομένα διαψεύδουν μια θεωρία, τόσο το χειρότερο για τη θεωρία και την ιδεολογία που ίσως συνδέεται μ’ αυτήν.

 

ΜΙΚΡΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Ο Αριστείδης Χατζής είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας & Θεωρίας της Επιστήμης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι διδάκτωρ Δικαίου & Οικονομικών (Law & Economics) του University of Chicago, δικηγόρος, μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της Society of European Contract Law και του European Network for Better Regulation. Είναι επίσης μέλος των Επιστημονικών Συμβουλίων του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) και του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (ΚεΦιΜ). Από τον Μάρτιο του 2014 μέχρι τον Μάιο του 2016 υπηρέτησε ως μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ). Έχει τιμηθεί με υποτροφίες και ακαδημαϊκά βραβεία, εργασίες του έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους, έχει διδάξει και έχει δώσει πλήθος διαλέξεων, σεμιναρίων και ομιλιών σε συνέδρια στην Ευρώπη, στη Βόρειο Αμερική, στην Αφρική και στην Άπω Ανατολή. Είναι ο επιμελητής του πρόσφατου συλλογικού τόμου «Law and Economics: Philosophical Issues and Fundamental Questions» (London/New York: Routledge, 2015). Αρθρογραφεί σε μεγάλα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.