Περί γραφικότητος

L
Γιώργος Κυριαζής

Περί γραφικότητος

Πρόσφατα βρέθηκα σε μια κηδεία. Στο τέλος της τελετής, τρεις γνωστοί του θανόντα μίλησαν γι’ αυτόν με τα καλύτερα λόγια, κάτι φυσικό και αναμενόμενο. Αυτό που δεν ήταν ούτε φυσικό ούτε αναμενόμενο ήταν ο στόμφος με τον οποίο μίλησαν, ένας στόμφος απ’ αυτούς που σε κάνουν να ανατριχιάζεις, να ζαρώνεις στη θέση σου και να μορφάζεις προσπαθώντας να αντέξεις όσα ακούς χωρίς να γελάσεις ή να σχολιάσεις δυνατά. Ρίχνοντας μια ματιά ολόγυρα, είδα ότι οι περισσότεροι από τους παρευρισκόμενους έδειχναν να νιώθουν το ίδιο· μερικοί μουρμούριζαν και κοίταζαν νευρικά τα ρολόγια τους· κάποιοι, μάλιστα, βγήκαν από το ναό και περίμεναν απέξω να συνοδέψουν τον παλιό τους γνωστό στην τελευταία του κατοικία. Σίγουρα έπαιξε κάποιο ρόλο το γεγονός ότι οι επικήδειοι λόγοι ήταν αρκετά μακροσκελείς, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, ήταν ο στόμφος.

Πότε, άραγε, άρχισε να γίνεται αντιπαθής ο στόμφος; Αν δείτε παλιές ταινίες που δείχνουν πολιτικούς να εκφωνούν λόγους, ή ενσωματώνουν και κάποια νούμερα επιθεωρήσεων της εποχής όπου ξαφνικά ο ηθοποιός ξεφεύγει από τη σάτιρα, σοβαρεύει και αρχίζει το πολιτικό ή κοινωνικό κήρυγμα, θα διαπιστώσετε ότι ο στόμφος ήταν απαραίτητο συστατικό, το οποίο γινόταν δεκτό με ενθουσιασμό από το ακροατήριο. Σήμερα, όποιος επιχειρήσει κάτι τέτοιο θα αντιμετωπίσει, στην καλύτερη περίπτωση, την παγωμάρα. Οι τωρινές επιθεωρήσεις, όποτε μπαίνουν σε αυτά τα χωράφια, το κάνουν στην κακώς εννοούμενη «γλώσσα του λαού», και με λαϊκιστική, όχι διδακτική, διάθεση. Οι δε πολιτικοί (ή, πιο σωστά, οι λογογράφοι τους) αποφεύγουν επίσης αυτόν τον στόμφο και περιορίζονται σε πιο χαμηλών τόνων ρητορικά σχήματα, όπως οι παρομοιώσεις μέσω στερεότυπων εκφράσεων ή παροιμιών, οι αντιθέσεις, οι αριθμήσεις και τα λογοπαίγνια, κάποια από τα οποία όμως χρησιμοποιούν σε υπερβολικό βαθμό, με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν αδύνατον να παρακολουθήσεις αγόρευση στη Βουλή χωρίς να κουρελιαστούν τα νεύρα σου από τα αλλεπάλληλα (και συνήθως φτηνά) λογοπαίγνια.

Αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά, κατά τη γνώμη μου, δηλαδή η υπερβολική χρήση παροιμιών και λογοπαιγνίων και οι λαϊκίστικες αποστροφές, μαζί με τον κουτσαβακισμό, τη μαγκιά, την εξυπνάδα (που μάλιστα συνοδεύεται από πονηρό χαμογελάκι), το αυτάρεσκο ύφος, την ειρωνεία κλπ., συνιστούν τον νέο στόμφο, τον νέο σκόπελο που θα πρέπει να μάθουν να αποφεύγουν όσοι μιλούν δημόσια, αν θέλουν βέβαια να μην καταλήξουν, στην πορεία, γραφικοί. Δυστυχώς, αυτός ο νέος στόμφος φαίνεται πως είναι ακόμη αποτελεσματικός, κι αυτό τον καθιστά πολύ πιο ανησυχητικό από τον στόμφο τριών ηλικιωμένων ανθρώπων που αποχαιρετούν καλοπροαίρετα τον αγαπημένο τους φίλο με τον μοναδικό, ίσως, τρόπο που έμαθαν.