Πολύ Sex, Drugs & Rock ’n’ Roll

C
Κυριάκος Αθανασιάδης

Πολύ Sex, Drugs & Rock ’n’ Roll

Αν αγαπάτε το πιο κλασικό τρίπτυχο της σύγχρονης κουλτούρας, το Sex, Drugs & Rock ’n’ Roll, αυτό το βιβλίο έχει και τα τρία στις πιο πλούσιες δόσεις που μπορείτε να φανταστείτε. Μία σκληρή, γκροτέσκα, γελοιογραφική, «αναρχική», αλλόκοτη σάτιρα on steroids της σύγχρονης μεσο-μεγαλοαστικής τάξης και της «παρακμιακής», νεο-βάρβαρης κοινωνίας, με πρόσωπα που θα μπορούσαν να υπάρξουν, ή που ίσως υπάρχουν κάπου, μα που σίγουρα δεν θα δείτε στη «διπλανή πόρτα».

Κόμικς χαρακτήρες, εκκεντρικοί και έξω από κάθε πρότυπο και καλούπι, όλοι τους διψασμένοι για πολύ σεξ και πολλά ναρκωτικά (και για πολύ ροκ-εν-ρολ, αν και αυτό το τελευταίο δεν είναι εντέλει τόσο απαραίτητο αν έχουν σε υπεραφθονία τα άλλα δύο), πλούσιοι, πολύ πλούσιοι, πρώην πολύ πλούσιοι αλλά και κάποιοι νυν φτωχοί, μπατίρηδες, χωρίς στον ήλιο μοίρα, στρέιτ, γκέι, τρανς, άφυλοι, βαριεστημένοι σεξουαλικά, ρατσιστές, αντιρατσιστές, χάκερ, old school, επιχειρηματίες, κλεφτρόνια, άνθρωποι-σκίτσα που όλοι τους κυνηγάνε την καλή, ή απλώς αποφεύγουν τις κακοτοπιές γιατί θέλουν —το είπαμε— να κάτσουν σε μια γωνιά και να εξαφανιστούν από τον κόσμο περνώντας την ώρα τους ε Sex, Drugs & Rock ’n’ Roll.

Η ιστορία είναι απλή — το βιβλίο, πάλι, όχι:

Ο Βερνόν Σουμπουτέξ, πρώην ιδιοκτήτης ενός δισκάδικου που φυσικά πλέον έκλεισε, απολίθωμα της γενιάς του, ροκάς, χωρίς καμία «ανησυχία» (πέρασε όλη του τη ζωή στο μαγαζί του, σε συναυλίες και στα κρεβάτια αμέτρητων κοριτσιών) και χωρίς απολύτως καμία δυνατότητα να συντηρηθεί από εκεί και πέρα, πένεται και λιμνάζει στην απελπισία, συντηρούμενος από έναν πάμπλουτο φίλο του που είναι διάσημος τραγουδιστής της ροκ. Όταν όμως ο φίλος καταρρέει και πεθαίνει υπό τραγικές συνθήκες, τα εμβάσματα πάνε πια, εξαφανίζονται, και ο Βερνόν καταλήγει στον δρόμο—ένας ακόμη κλοσάρ, ανίκανος να πιάσει μια δουλειά και να ζήσει (όχι «φυσιολογικά»: απλώς να ζήσει). Παρ’ όλα αυτά δεν το βάζει κάτω και επιδιώκει ολιγοήμερη κάθε φορά φιλοξενία από διάφορους παλιούς φίλους, παλιές φίλες και άτομα που γνωρίζει σχεδόν τυχαία στο Παρίσι. Από ένα σημείο και μετά, παρακολουθούμε τη ζωή ακριβώς αυτών των ανθρώπων, και άλλων που σχετίζονται με αυτούς, καθώς η Ντεπάντ τούς αφιερώνει τα δικά τους δυναμικά, υπό τύπον επιθέσεως με λεκτικές βολές κατά ριπάς, κεφάλαια.

Και είναι όλοι τους ένας κι ένας. Φιγούρες που ξεπηδούν από ένα κόμικς βγαλμένο από σκισμένα χειρόγραφα του Ουελμπέκ, μισάνθρωπες καρικατούρες μιας αστικής κοινωνίας που τα έχει όλα και τα βαριέται επίσης όλα, και τα βαριέται τρομερά, φαντάσματα με καμένες μύτες από την κοκαΐνη και με μια αιώνια διάθεση, και αιωνίως επαναλαμβανόμενη, να ξεκουραστούν μια μέρα, να μην πάνε σε ακόμη ένα πάρτι, να σταματήσουν λίγο να παίρνουν ναρκωτικά, να σταματήσουν να βγάζουν λεφτά, να κυνηγούν την καριέρα τους ή ένα απροσδιόριστο όνειρο που τους συνεπαίρνει.

Είναι ένα βιβλίο που πέφτει επάνω σου σαν ένα φορτίο απελέκητες πέτρες από ένα ανατρεπόμενο όχημα. Όμως κάθεσαι εκεί, δεν φεύγεις, και απλώς απολαμβάνεις αυτή την παράθεση απίθανων τύπων, που θα χλεύαζαν όλους εμάς (κυριολεκτικά όλους) γιατί οι ίδιοι ζουν σε ένα τελείως άλλο, παράλληλο σύμπαν, ένα σύμπαν χωρίς αναστολές, χωρίς Θεό, χωρίς ηθική.

Μία ανταπόκριση από την Κόλαση, η αλλιώς η γαργαντουική καταγραφή μιας βάρβαρης και απολίτιστης σύγχρονης μη-ζωής, ένας σοσιαλμιντιακός Κήπος των Απολαύσεων του Ιερώνυμου Μπος από μία σπιντάτη συγγραφέα που με τον Σουμπουτέξ έφτασε ένα βήμα πριν πάρει το Man Booker International. Ένα βιβλίο όχι για όλους (αν δεν σας αρέσει να διαβάζετε για χρήση ναρκωτικών χωρίς ηθικοπλαστικά μηνύματα από δίπλα, αυτό το βιβλίο δεν είναι για εσάς· αν κοκκινίζετε όταν πέφτετε επάνω σε «κακές» λέξεις, αυτό το βιβλίο δεν είναι με τίποτε για εσάς), αλλά τόσο απρόσμενα οικείο, με έναν slapstick τρόπο. Ένα μυθιστόρημα που πρώτιστο μέλημά του είναι να σκανδαλίσει — και γιατί όχι;  

Όσο για τη μετάφραση: δεν ξέρω αν είναι τόσο καλογραμμένο, τόσο απίθανο, στα γαλλικά — αλλά πολύ αμφιβάλλω. Η Ρίτα Κολαΐτη κάνει θαύματα εδώ πέρα, και τα κάνει σαν να κρατάει ένα μαγικό ραβδάκι, πιάνοντας ταυτόχρονα την κοιλιά της από τα γέλια. Chapeau!