Σία κι αράξαμε

P
Μιχάλης Γ. Τριανταφυλλίδης

Σία κι αράξαμε

Έχουμε βουλιάξει σ’ ένα τέλμα και στριφογυρνάμε μέσα στη λασπουριά, ψάχνοντας να βρούμε στέγνα για να βγούμε. Πορπατάμε και το πόδι μας βουλιάζει μέσα στο τσαμούρι και νιώθουμε τη γλίτσα να μπαίνει στο παπούτσι και να γλιστράει το ποδάρι μας, θα μας φύγει το παπούτσι για να το παίξουμε μονοσάνδαλοι…

…Τα παιδιά στο Αυλαία δίνουνε παραστάσεις με το έργο του Ιονέσκο, «Η φαλακρή τραγουδίστρια». Θυμάμαι, έτσι με φώναζε ο Τζαβέλας, καλή του η ώρα εκεί που πήγε, με το ’να το ποδάρι, γιατί το άλλο, το ξύλινο, το άφησε στον επίγειο Παράδεισο, όταν τον εγκατέλειψε σιγουρεμένος για τη θέση του στην Κόλαση. Μια περίοδο, που έκανα και τον τραγουδιστή και μουζικό, πήγαινα με τον Τζαβέλα μέχρι και περιοδείες… Παιδεύτηκαν τα έξι τα παιδιά, κορίτσια τα μισά, για να παίξουν ένα έργο γερασμένο, που δεν ακούγεται εύκολα από γερασμένα αυτιά… αλλά αυτά βρίσκουν τις αντιστοιχίες και αναλογίες, γιατί μάθανε να διαβάζουν από τα μικράτα τους, με τα πρεσβυωπικά γυαλιά που τους φορέσαμε, για να μπορούν να βλέπουν, δήθεν, την ακόμη πιο δήθεν Αριστερά… και φυσικά στραβώθηκαν. Όπως ο σχωρεμένος ο Ναουμίδης, τότε, που έπαιζε, τόσο όμορφα αλήθεια, τα «Γούστα του κυρίου Σλόαν», σε μια μυθώδη παράσταση, του δικού μας Εργαστηριού, με σκηνοθέτη τον επίσης σχωρεμένο, από χρόνια τώρα, Σάκη Σουντουλίδη, τον περίφημο Athanassios, σκηνογράφο και ενδυματολόγο της Πίνα Μπάους… Ναουμίδης, Ναζίρης και ο Κωστάκης Καζάνας, εάν θυμάμαι καλά τη διανομή… Και τότε ο Ναουμίδης, για να τιμήσει τη μανούλα του, που την είχε χάσει πρόσφατα, έπαιζε σε όλη την παράσταση φορώντας τα βαριά μυωπικά γυαλιά της, ώσπου στραβώθηκε. Είναι απορίας άξιον πώς μέσα σε τούτη τη λασπουριά ξεχωρίζουν τα νεανικά φωτεινά τους πρόσωπα…

Και μετά ξαναβουλιάζεις στην πραγματικότητα και σιχτιρίζεις τον εαυτό σου και το σιμσιλέ σου.

Κοροϊδευόμαστε αναμετάξυ μας, στην κυριολεξία. Ένας ατέρμων κυνισμός, μια αλητήρια συμπεριφορά, πλήρους απαξίωσης κάθε έννοιας της πολιτικής, αλλά κυρίως κάθε λογικού δικαιώματος του πολίτη, από κάποιους αγράμματους, αδαείς, σκιτζήδες, που μας οδηγούν σε μια πορεία καταστροφική, ενώ παράλληλα προσπαθούν, με κάθε τρόπο, να εγκαταστήσουν ένα καθεστώς βίαιο και απάνθρωπο για να δικάζουν τους Ρίχτερ και να ψήνουν τους Μαροκάνους.

Και η αντίδραση απέναντί τους;

Έεε… τα γράψαμε θυμωμένα και οργισμένα, στο φέισμπούκ, και πήραμε τρακόσια. Λάικ.

Καλή μου, από αυτούς που πάτησαν τα λάκια, οι μισοί σε θέλουν για λακιρντί γκομενικό, οι άλλοι μισοί πατάνε το λάκι από καθωσπρεπισμό και καλή αγωγή και συμπεριφορά, για να μη φαίνονται εκτός κλίματος, και οι υπόλοιποι δεν διαβάσανε ντιπ τίποτε. Υπάρχουν κι αυτοί που διαβάζουν και δεν καταλαβαίνουν, αλλά αυτοί δεν φταίνε: γράψ’ τα πιο, σε λέει, πιο στρωτά και ορμητικά.

Το κακό είναι ότι μείναμε εκεί και καυχιόμαστε ότι σήμερα πήραμε σώβρακα. Ή ότι σήμερα τους κατατροπώσαμε… ενώ αυτοί προχωρούν ακάθεκτοι και καίνε τα σπαρτά.

Πρέπει αυτός ο κυνισμός και ο εθνικολαϊκισμός να ηττηθούν κατά κράτος, πρώτα μέσα στην κοινωνία. Πρέπει να νιώσουν ότι η κοινωνία τούς κοιτάει με μισό μάτι, όπως τον ομοιοπαθή τους, τον Μαδούρο. Πρέπει να ηττηθούν στη συνείδηση της κοινωνίας που τους ανέδειξε και τους στήριξε, τους πίστεψε και, ακόμη ζαλισμένη, παρακολουθεί τις αθλιότητες.

Ο διχασμός είναι, πλέον, φανερός, αλλά δεν τους νοιάζει… μαθημένα τα βουνά απ’ τα χιόνια… αυτοί διχασμένες προσωπικότητες ήτανε από πάντοτε.

Να στήσουμε δίκτυα και να ανταλλάξουμε γνώμες, αλλά και να συζητήσουμε σοβαρά πώς θα βγάλουμε άκρια στη σημερινή ομίχλη, ζωντανά όμως, με τον διπλανό μας, με τον γείτονα, τον ξένο στο καφενείο. Όπως και τότε, θέλει δουλειά σπυρί-σπυρί… περάσανε πολλά χρόνια, αλλά αυτή η τέχνη δεν ξεχνιέται. Δίκτυα ανθρώπων καλής θέλησης, ορθοτομούντων τον λόγο της λογικής και της δρώσας και άμεσης πολιτικής.

Αυτό χρειαζόμαστε: όλοι, και ο καθένας από μόνος του, και ομαδικά, να στήσουμε κάποιες νέες κοινότητες που θα αντισταθούν στην πλήρη κατάρρευση.

[ Εικονογράφηση: από την αφίσα της The Pearl Theatre Company για την παράσταση της Φαλακρής τραγουδίστριας, το 2011· λεπτομέρεια, επέμβαση ].