Τα πακέτα
Και ξαφνικά, δεν υπάρχουν επιβάτες να μεταφέρεις. Ο κόσμος δεν μετακινείται, δεν ταξιδεύει για αναψυχή ή για δουλειά.
Στην αρχή παγώνεις, έκανες τόσο κόπο, αγωνίστηκες πάρα πολύ να χτίσεις μια δουλειά από το μηδέν, όπως ακριβώς τη θέλεις, και τώρα είσαι με τα μούτρα στο χώμα. Ψάχνεις να βρεις λύση, το αυτοκίνητο πρέπει να κινηθεί, να δουλέψει, άσε που σου λείπει ο δρόμος, οι εικόνες του, η ελευθερία του.
Πακέτα, λοιπόν. Δεν είναι εύκολο, δεν είναι αυτό που θέλεις, είναι όμως μια λύση.
Τα πακέτα μπορεί να μη σου κάνουν παρέα μέσα στη μέρα όπως οι άνθρωποι που έμπαιναν στο αυτοκίνητο, αλλά με κάποιον τρόπο δένεσαι μαζί τους, σε νοιάζουν, θέλεις να φτάσουν στα χέρια του παραλήπτη τους. Σε πηγαίνουν σε σημεία της πόλης που βλέπεις για πρώτη φορά, έχεις μπροστά σου όλες τις αντιθέσεις, όλες τις διαφορές των κατοίκων και των περιοχών της.
Και νά που τελικά τα πακέτα μοιάζουν με τους επιβάτες. Έχουν συγκεκριμένο προορισμό, κανένα δεν είναι ίδιο με το άλλο, μπορεί, ναι, να μην έχουν μιλιά, αλλά έχουν μια ιστορία να πουν, κάποιος τα περιμένει, κάποιος τα έχει ξεχάσει και κάποιος άλλος δεν τα θέλει πια. Όπως συμβαίνει και με τους ανθρώπους.
Η διαδικασία συγκεκριμένη, σχεδόν αυτόματη. Τηλέφωνο με την ελπίδα ότι θα σου απαντήσουν και ότι θα μπορέσεις να συνεννοηθείς, στάθμευση (αν είσαι τυχερός) κοντά στο σημείο παράδοσης. Μαζεύεις όλα σου τα υπάρχοντα από το αυτοκίνητο, παίρνεις το πακέτο, περιμένεις, παραδίδεις, επιστρέφεις και, φύγαμε, πάμε για το επόμενο.
Οι ιστορίες των πακέτων είναι πάρα πολλές και διαφορετικές· άλλες προκαλούν εκνευρισμό, άλλες χαρά, άλλες συγκίνηση κι άλλες αδιαφορία. Πακέτα στα δυτικά, πακέτα στα νότια, πακέτα στα βόρεια της πόλης, πακέτα παντού — ιστορίες παντού.
[ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ]
Εικ. Pete Rumney