Τα ζωύφια κάτω από την πέτρα

C
Ινώ βαν Ντάικ-Μπαλτά

Τα ζωύφια κάτω από την πέτρα

Ο Πέτερ Μπιγουάλντα έσκασε στην ολλανδική λογοτεχνική σκηνή το 2010 με το ογκώδες (σχεδόν 550 σελίδες) πρώτο βιβλίο του, «Bonita Avenue». Μέχρι τότε είχε εργαστεί ως δημοσιογράφος και αρχισυντάκτης λογοτεχνικού περιοδικού, άρα είχε μια θητεία στον γραπτό λόγο. Οπότε μπορούμε να πούμε ότι δεν μας ήρθε εντελώς από το πουθενά. Πράγμα το οποίο βέβαια δεν κάνει λιγότερο εντυπωσιακό το επίτευγμα του Μπιγουάλντα. Το «Bonita Avenue» έκανε μεγάλη αίσθηση στην Ολλανδία, ήταν για πολύ καιρό στη λίστα με τα ευπώλητα και μεταφράστηκε σε αρκετές γλώσσες: στα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά μεταξύ των άλλων, αλλά και στα ισλανδικά, τα ουγγρικά, και φυσικά τα ελληνικά. Εδώ το βιβλίο κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2016 από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια και πέρασε σχεδόν απαρατήρητο, δυστυχώς. Και πολύ κακώς, κατά τη γνώμη μου, γιατί είναι εξαιρετικό βιβλίο. Έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση και πλοκή, θίγει καίρια θέματα και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη ώς το τέλος, παρόλο που αυτό το τέλος είναι ήδη γνωστό! Αυτό κάνει ακόμη πιο αξιοθαύμαστο το εγχείρημα του Μπιγουάλντα.

Ο συγγραφέας χειρίζεται άψογα την ολλανδική γλώσσα, αυτοσχεδιάζοντας πολλές φορές και χρησιμοποιώντας με αντισυμβατικό τρόπο συμβατικές λέξεις. Πράγμα εξαιρετικά εφευρετικό και απολαυστικό για τον αναγνώστη, αλλά και εξαιρετικά δύσκολο για τον μεταφραστή! Ελέγχει επίσης απόλυτα την πλοκή του βιβλίου του, πλέκοντας και ξεπλέκοντας τις διάφορες αφηγηματικές γραμμές για να φτάσει στην τελική αναπόφευκτη κατάληξη.

Το «Bonita Avenue» έχει τρεις ήρωες, τρία κύρια πρόσωπα που το καθένα με τη σειρά του αφηγούνται κομμάτια της ιστορίας. Είναι ο Σιμ Σιχέριες, ο χαρισματικός και ιδιοφυής μαθηματικός και πρύτανης ενός επαρχιακού πανεπιστημίου, ο οποίος στα νιάτα του ήταν πρωταθλητής τζούντο, η πανέμορφη και πανέξυπνη προγονή του Τζόνι, φιλόδοξη και φιλοχρήματη πέραν του δέοντος, και ο φίλος της Άαρον, φοιτητής φωτογραφίας, ο οποίος βρίσκεται υπό τον απόλυτο έλεγχο της Τζόνι.

Το μυθιστόρημα αρχίζει με τον Άαρον που συναντά στο τρένο τη γυναίκα του Σιμ, την Τίνεκε. Αρχικά δεν την αναγνωρίζει, γιατί από χοντρή και ασουλούπωτη έχει γίνει λεπτή και κομψή. Από την Τίνεκε ο Άαρον μαθαίνει ότι ο Σιμ έχει πεθάνει. Και τότε το βιβλίο μάς μεταφέρει οχτώ χρόνια πίσω, στο 2000, και ξεκινά η ιστορία μιας οικογένειας όπου επιφανειακά όλα φαίνονται υποδειγματικά και μέλι γάλα.

Ο Σιμ Σιχέριες ζει με τη δεύτερη γυναίκα του, την Τίνεκε, και τις δύο κόρες της τελευταίας από τον πρώτο της γάμο σε μια ωραία βίλα κοντά στο πανεπιστήμιο. Σιγά-σιγά μαθαίνουμε όμως ότι δεν είναι όλα όπως φαίνονται. Από τη σχέση του Σιμ με τη γυναίκα του λείπει παντελώς το σεξ, και η Τίνεκε το έχει ρίξει στο φαγητό και παρηγορείται με δονητή. Παράλληλα ο Σιμ τα φτιάχνει με μια εικοσάχρονη φοιτήτριά του, που τον σέρνει από τη μύτη. Η Τζόνι διατηρεί ένα πορνογραφικό σάιτ όπου ποστάρει γυμνές φωτογραφίες της ίδιας, τραβηγμένες από τον Άαρον. Ο Σιμ έχει ένα γιο εγκληματία από τον πρώτο του γάμο με μια αλκοολική, τον οποίο στην ουσία έχει εγκαταλείψει από παιδί.

Μεγάλο μέρος της ιστορίας εκτυλίσσεται με φόντο την έκρηξη ενός εργοστασίου κατασκευής πυροτεχνημάτων στο Ένσχεντε στις 13 Μαΐου 2000 (πραγματικό γεγονός). Είναι συμβολικό: όχι μόνο μια ολόκληρη συνοικία της πόλης ανατινάζεται, αλλά και η ίδια η οικογένεια του Σιμ τινάζεται επίσης στον αέρα. Ο Σιμ ανακαλύπτει τυχαία τη δραστηριότητα της κόρης του στο ίντερνετ. Εκεί όπου ηδονίζεται με τις φωτογραφίες μιας όμορφης κοπέλας, ξαφνικά ανακαλύπτει ότι πρόκειται για την κόρη του. Ο γιος του, που μόλις έχει βγει από τη φυλακή όπου κρατείτο για φόνο, το αντιλαμβάνεται κι αυτός (η ίδια η Τζόνι τού το λέει) και αρχίζει να εκβιάζει τον πατέρα του, που στο μεταξύ έχει γίνει υπουργός Παιδείας. Ο Σιμ έρχεται σε σύγκρουση τόσο με την κόρη του όσο και με το γιο του, με πολύ διαφορετικό αποτέλεσμα στην εκάστοτε περίπτωση. Δεν θα αποκαλύψω βέβαια εδώ τι θα συμβεί, ας το ανακαλύψει μόνος του ο αναγνώστης.

Fast forward με την Τζόνι να ζει πλέον στο Λος Άντζελες, διευθύντρια μιας εταιρίας παραγωγής πορνογραφικών ταινιών. Ενίοτε πρωταγωνιστεί και η ίδια σε κάποια ταινία, αλλά πλέον έχει δώσει τη σκυτάλη σε νεότερες, όπως η Μπόμπι Ρεντ. Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια εδώ είναι ότι η Μπόμπι Ρεντ είναι εμπνευσμένη από υπαρκτό πρόσωπο, τη Μαρίνα Ανν Χάντζις, η οποία από το 2006 ώς το 2009 έκανε θραύση ως πορνοστάρ με το όνομα Σάσα Γκρέι, συχνά μαζί με μια άλλη κοπέλα, την Μπόμπι Σταρ. Η Σάσα Γκρέι πράγματι εμφανίστηκε στην εκπομπή της Τάιρα Μπανκς και πράγματι πρωταγωνίστησε σε ταινία του Σόντερμπεργκ, ακριβώς όπως η Μπόμπι Ρεντ στο βιβλίο του Μπιγουάλντα.

Τίποτε δεν είναι τυχαίο σε τούτο το μυθιστόρημα. Οι αφηγηματικές γραμμές, οι κύριες και οι δευτερεύουσες, τα γεγονότα, μεγάλα και μικρά, όλα αλληλοσυνδέονται, και ο Μπιγουάλντα καταφέρνει με μαεστρία να ξετυλίξει το κουβάρι και να πλάσει μια δυνατή σύγχρονη ιστορία θέτοντας ερωτηματικά για τις ηθικές αξίες της εποχής μας. Υπάρχει ο χαρισματικός Σιμ, τέως πρωταθλητής του τζούντο, που αφενός θέλει να δώσει καλή ανατροφή στις προγονές του και τις αγαπά σαν να ήταν πραγματικός τους πατέρας, και αφετέρου έχει ένα γιο από τον πρώτο του γάμο τον οποίο έχει στην ουσία απαρνηθεί και ο οποίος έχει εξελιχθεί σε δολοφόνο. (Εδώ μπαίνει το ζήτημα nature vs nurture). Έχουμε την Τζόνι και τον Άαρον που έχουν μεθύσει από τα πολλά λεφτά και δεν μπορούν να σταματήσουν. Είναι θέμα χρόνου κάποιος να αναγνωρίσει την κόρη του. Και έχουμε και τον Ουίλμπερτ, που απειλεί κι αυτός την πολιτική καριέρα του Σιμ. Πώς αντιδρά ο Σιμ σε όλα αυτά; Αμείλικτα ο κλοιός σφίγγει γύρω του. Λες και διαβάζουμε αρχαιοελληνική τραγωδία. Μόνο που δεν υπάρχει κάθαρση σε τούτο το βιβλίο.

Κάτι τελευταίο: ο τίτλος παραπέμπει σε δρόμο στο Όουκλαντ όπου έμενε η οικογένεια Σιχέριες για 2 χρόνια, όταν ο Σιμ δίδασκε στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ. Μάλλον τα δύο πιο ευτυχισμένα χρόνια της κοινής τους ζωής, όταν όλα ήταν ακόμα όμορφα και απλά και το μέλλον απλωνόταν μπροστά τους γεμάτο υποσχέσεις.

Η εικόνα που μου άφησε εντέλει το βιβλίο: Περπατάς σε ένα ειδυλλιακό τοπίο, κάπου στο δάσος, ας πούμε. Βλέπεις μια ωραία πέτρα και τη σηκώνεις. Από κάτω στριφογυρνούν λογιών-λογιών σιχαμερά ζωύφια.

Ένα πολύ διαβαστερό, καλογραμμένο βιβλίο, που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον σου, μα που στο τέλος σού αφήνει μια στυφή γεύση στο στόμα. Κι αυτό φυσικά δεν το λέω σαν μομφή προς το βιβλίο, το οποίο σκιαγραφεί πιστά τα κακώς κείμενα στη σύγχρονη κοινωνία, όπου πολλοί από μας έχουμε χάσει τον μπούσουλα.