Το τέλος ως ατζέντα

L
Ειρήνη Αγαπηδάκη

Το τέλος ως ατζέντα

Παρακολούθησα προχτές το βράδυ τη συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό, από την αρχή ως το τέλος. Έμεινα με την αίσθηση ότι οι ηγεσίες των κομμάτων μιλούσαν σαν να βρισκόμαστε στο 2012, ίσως και στο 2011, αλλά σίγουρα όχι στις παραμονές του 2016. Γιατί η συζήτηση και οι διαπληκτισμοί περί του ποιος «υποτάσσεται» περισσότερο ή λιγότερο στους «δανειστές» και ποιος κάνει καλύτερη αναδιανομή δεν αφορά την παρούσα συγκυρία.

Ας είμαστε ρεαλιστές: δεν έχουμε πλέον να διαχειριστούμε την κρίση: έχουμε να διαχειριστούμε την καταστροφή. Κρίση είναι η χρονική περίοδος που προηγείται της καταστροφής, κατά την οποία οι άνθρωποι προσπαθούν να είναι «proactive», όπως λένε οι «ξένοι». Να προνοήσουν, δηλαδή, ώστε να μην επέλθει το μοιραίο. Καταστροφή ονομάζεται η κατάσταση στην οποία το μοιραίο έχει επέλθει. Κρίση είχαμε πριν κλείσουν οι τράπεζες με capital controls, πριν διαλυθεί το τραπεζικό σύστημα, πριν καταρρεύσει ο κύριος χρηματοδοτικός πυλώνας τού επιχειρείν, πριν αδειάσουν τα ταμεία του Δημοσίου. Τώρα πια όλα αυτά έχουν συμβεί. Πλέον, δεν προσπαθούμε να προλάβουμε την οικονομική κατάρρευση αλλά τις συνέπειες που απορρέουν από αυτήν και που συνήθως προκαλούνται από τυχαία γεγονότα. Πρόσφατο παράδειγμα το προσφυγικό και η ανικανότητα διαχείρισής του από πλευράς μας, στον βαθμό που μας αναλογεί, που πυροδότησε τη συζήτηση για την έξοδο της χώρας από τη Συνθήκη Σένγκεν. Όταν η καταστροφή μένει χωρίς διαχείριση, τα πάντα μπορούν να συμβούν.

Η κυβέρνηση, για ευνόητους λόγους, δεν μπορεί ή/και δεν επιθυμεί να ομολογήσει καν πως μιλάμε για καταστροφή. Δεν θέλω να πιστέψω ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης αδυνατούν να μιλήσουν με όρους αλήθειας για λόγους σκοπιμότητας, αλλά ότι δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν την καταστροφή επειδή έχουν καθηλωθεί σε απρόσφορους αμυντικούς μηχανισμούς: αδυνατούν να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα. Έτσι, ο ένας αρνείται την καταστροφή χρησιμοποιώντας την απώθηση, ο άλλος προτιμά την εκλογίκευση ή την ηθικοποίηση, και κάποιοι άλλοι τη μετάθεση. (Χαρακτηριστικό παράδειγμα μετάθεσης είναι όταν ο προϊστάμενος επιπλήττει τον υπάλληλο και εκείνος, επειδή φοβάται τον προϊστάμενο, μεταθέτει τον θυμό του στη σύντροφό του: μόλις πάει στο σπίτι, τσακώνεται μαζί της). Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αντί να καταλογίσουν ευθέως και συστηματικά την ευθύνη για την καταστροφή στην κυβέρνηση —προσέξτε, λέω για την καταστροφή, όχι για την κρίση— και να συνασπιστούν μεταξύ τους για να τη διαχειριστούν — τι κάνουν; ουσιαστικά, τα βάζουν με τους Ευρωπαίους.

Όπως και να έχει, η πραγματικότητα είναι ότι πρέπει να πορευτούμε με αυτή την κυβέρνηση και αυτή την αντιπολίτευση. Μαγικά στη ζωή δεν μπορούν να συμβούν. Έχουμε μπροστά μας μια πολύ δύσκολη κατάσταση από την οποία μπορούμε να βγούμε μόνο αν τη συνειδητοποιήσουμε πλήρως. Πολλές από τις συνέπειες της κρίσης των προηγούμενων ετών και της καταστροφής που επήλθε δεν έχουν ακόμη γίνει ορατές. Ναι, τα χειρότερα είναι μπροστά μας. Και για πρώτη φορά ουδείς μπορεί να προβλέψει πού θα βρισκόμαστε σε ένα χρόνο από τώρα, αν θα έχουμε τα στοιχειώδη για να ζήσουμε, τι θα μας συμβεί.

Μέσα σε αυτή την κατάσταση της πλήρους ρευστότητας, οι πολίτες πρέπει να επηρεάσουν τις εξελίξεις. Δεν μπορεί η προοπτική της ζωής μας να τελειώνει στα όρια των ικανοτήτων του συγκεκριμένου πρωθυπουργού και των ηγεσιών των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Έχουμε ρόλο, ευθύνη, φωνή, πρέπει να βρούμε τρόπο να ακουστούμε. Αν δεν το κάνουμε, δεν θα συμβεί τίποτε. Τα κόμματα χρειάζονται βοήθεια από τους πολίτες για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των περιστάσεων. Ο ρόλος του πολίτη δεν εξαντλείται στην ψήφο. Έχουμε χρέος να παλέψουμε για τη ζωή μας, να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας και όλους όσους «δεν έχουν φωνή».

Τα υλικά που έχουμε αρκούν για να ξανασταθούμε στα πόδια μας — αλλά θα πρέπει να τα αξιοποιήσουμε.

[ Εικονογράφηση: Vincent van Gogh, Απόγευμα. Το τέλος τ