Θεσμική στασιμότητα

P
Δημήτρης Σκάλκος

Θεσμική στασιμότητα

Η απώλεια του Αμερικανού οικονομολόγου Douglass North (1920-2015) αφήνει φτωχότερη την οικονομική επιστήμη. Καθόλου κοινότοπη φράση, καθώς ο Νορθ παρέμενε ερευνητικά ενεργός παρά τα προβλήματα υγείας των προηγούμενων χρόνων (τελευταίο βιβλίο του το εξαιρετικό Violence and Social Orders. Α conceptual framework for interpreting recorded human history, 2009).

Κάτοχος του Νομπέλ Οικονομικών (το μοιράστηκε με τον επίσης σπουδαίο Αμερικανό ιστορικό της οικονομίας Robert Fogel, το 1993) για «την ανανέωση του ερευνητικού ενδιαφέροντος στην οικονομική ιστορία, εφαρμόζοντας οικονομική θεωρία και ποσοτικές μεθόδους προκειμένου να εξηγήσει την οικονομική και θεσμική αλλαγή», συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάπτυξη του κλάδου των Νέων Θεσμικών Οικονομικών που μελετά τις επιδράσεις της θεσμικής αρχιτεκτονικής («κανόνες του παιχνιδιού») στις επιδόσεις των οικονομιών.

Ο Νορθ μεταφέρει την έννοια της «τροχιάς εξάρτησης» ή «εξαρτημένης πορείας»  (path dependence) από το πεδίο της τεχνολογικής ανάπτυξης στα θεσμικά οικονομικά, προκειμένου να ερμηνεύσει τη θεσμική σταθερότητα και τη θεσμική αλλαγή. Συνοπτικά, καθώς οι θεσμοί εισάγονται με σκοπό να μειωθεί η αβεβαιότητα στις ανθρώπινες ανταλλαγές, κάθε αλλαγή τους συνεπάγεται αυξημένο κόστος. Έτσι, η θεσμική στασιμότητα (institutional inertia) χαράζει ένα «θεσμικό μονοπάτι εξάρτησης» από το οποίο δύσκολα αποκλίνει κάποιος. Όπως μάλιστα επισημαίνει ο Νορθ, «Με όλους τους άλλους παράγοντες σταθερούς, όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των κανόνων που αλλάζουν, τόσο μεγαλύτερος ο αριθμός των χαμένων και συνεπώς των αντιτιθέμενων» (Douglass C. North, Transaction Costs, Institutions, and Economic Performance, International Center For Economic Growth, Occasional Papers, September 1992).

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η σταθερότητα των θεσμών δεν συναρτάται κατ’ ανάγκην με την οικονομική αποτελεσματικότητά τους. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τους πολιτικούς θεσμούς, η πολιτική αγορά είναι περισσότερο επιρρεπής στην αναποτελεσματικότητα από τις οικονομικές αγορές, καθώς το αντικείμενο της ανταλλαγής (υποσχέσεις αντί ψήφων) είναι δύσκολα μετρήσιμο, λόγω της περιορισμένης ορθολογικότητας των ατόμων. Ξανά με τα λόγια του Ντάγκλας Νορθ, «Είναι σπάνιο να βρούμε οικονομικές αγορές που προσεγγίζουν τις απαραίτητες συνθήκες αποτελεσματικότητας. Είναι αδύνατον όμως να βρούμε πολιτικές αγορές που το κάνουν» (Douglass C. North, “Institutions and Economic Theory”, American Economist, Άνοιξη 1992).

Στην ομιλία του κατά την απονομή του βραβείου Νόμπελ (9.12.1993), ο Νορθ επισημαίνει τις βασικές προκείμενες του δίπολου της θεσμικής σταθερότητας/αλλαγής: «Οι πολιτικοί θεσμοί παραμένουν σταθεροί μόνον εάν περιζώνονται από οργανισμούς που έχουν συμφέρον στη διαιώνισή τους», δίνοντας έτσι μία ερμηνεία στη «θεσμική σκλήρωση» των πολιτικών συστημάτων. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος των «άτυπων θεσμών» (ιδεολογία) αναδεικνύεται εξίσου καθοριστικός με τους τυπικούς (νομοθεσία κλπ.): «Τόσο οι θεσμοί όσο και τα συστήματα πεποιθήσεων πρέπει να αλλάξουν για την επιτυχή μεταρρύθμιση, καθώς τα διανοητικά μοντέλα των ατόμων σχηματοποιούν τις επιλογές τους».

Στα καθ’ ημάς, η πλούσια ερευνητική εργασία του Νορθ μάς βοηθά να προσεγγίσουμε την εμπλοκή των μεταρρυθμίσεων στη χώρα μας πρωτίστως σαν ένα παράδειγμα «θεσμικής αποτυχίας» (institutional failure). Η εκκωφαντική οικονομική αποτυχία της χώρας και η επίμονη «εμπλοκή των μεταρρυθμίσεων» φάνηκε να διευρύνουν την απόσταση που μας χωρίζει από τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Αναζωπύρωσαν τη συζήτηση για την ύπαρξη μιας «ελληνικής ιδιαιτερότητας» που μας διαφοροποιεί ουσιαστικά από το ευρωπαϊκό περιβάλλον, καθιστώντας αδύνατη τη σύγκλιση με τους εταίρους μας. Οι διάφορες ερμηνείες της κρίσης, που εστιάζουν υπέρμετρα στον ρόλο της «κουλτούρας», τροφοδότησαν τα εθνικά στερεότυπα εγκλωβίζοντας τη δημόσια συζήτηση σε συντηρητικά ερμηνευτικά σχήματα που αποκλείουν κάθε δυνατότητα κοινωνικής αλλαγής. Και, τελικά, ενίσχυσαν το στρατόπεδο εκείνων που αντιμάχονται τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας και της οικονομίας, τα ιδιοτελή συμφέροντα των οποίων εξυπηρετούνται από την αναπαραγωγή του κυρίαρχου αναπτυξιακού μοντέλου, έστω και σε ένα κατώτερο πλέον σημείο ισορροπίας, έστω και αν αυτό συνοδεύεται από την περιθωριοποίηση της χώρας.

Δυστυχώς, το ιδεολογικό παράδειγμα που κυριάρχησε μεταπολιτευτικά στη χώρα μας προσάρμοσε σταδιακά τους θεσμούς, τις συμπεριφορές και τις νοοτροπίες μας στις επιταγές του κρατισμού και της προσοδοθηρίας, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην πολιτική νομιμοποίηση και στην αναπαραγωγή ενός στρεβλού οικονομικού συστήματος. Και η σημερινή συνεχιζόμενη κυριαρχία του παρεμποδίζει τον αναγκαίο μετασχηματισμό του συστήματος.

Συμπερασματικά, η ζητούμενη ανασυγκρότηση της χώρας δεν είναι αδύνατη. Προϋποθέτει όμως τη θεσμική αλλαγή της χώρας. Την αλλαγή των συσχετισμών ανάμεσα στους πολυάριθμους «παίκτες» του πολιτικού και οικονομικού μας συστήματος καθώς και την αλλαγή των κυρίαρχων ιδεών. Μία νέα πολιτική ισορροπία είναι απαραίτητη. Ο δρόμος που ανοίγεται μπροστά μας είναι μακρύς και δύσβατος. Τουλάχιστον όμως ας βαδίσουμε στο σωστό μονοπάτι.

Αυτό που μας υποδεικνύει ο Ντάγκλας Νορθ.


(Στην ελληνική γλώσσα κυκλοφορούν τα βιβλία του Ντάγκλας Νορθ, Δομή και Μεταβολές στην Οικονομική Ιστορία και Θεσμοί, από τις Εκδόσεις Κριτική, και Θεσμική Αλλαγή και Οικονομική Επίδοση, από τις Εκδόσεις Παπαζήση).