Ξεκινώντας από τα βασικά

P
Αλέξανδρος Μίχας

Ξεκινώντας από τα βασικά

«It's scary and troubling». Με αυτές τις λέξεις περιέγραψε μια υποστηρίκτρια της Hillary Clinton τα συναισθήματά της την ώρα που ο Donald Trump πλησίαζε τον μαγικό αριθμό των 270 εκλεκτόρων. Την ίδια ώρα, όσοι ξενυχτήσαμε μπροστά στις οθόνες μας παρακολουθήσαμε ένα ξέσπασμα άγριας χαράς για ακόμα μια ήττα της «ελίτ».

Δεν είμαι ειδικός για να κρίνω ούτε το διακύβευμα των αμερικανικών εκλογών, ούτε τις καμπάνιες των υποψηφίων. Όσο, όμως, απομακρυνόμαστε χρονικά από τη νύχτα της εκλογής Trump, τόσο αρχίζω να διακρίνω μια ανάγνωση που είναι λίγο πιο αισιόδοξη της αρχικής — χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει ότι αναιρούνται οι σκληρές διαπιστώσεις και ο δύσβατος δρόμος που ανοίγεται μπροστά μας.

Ξεκινάμε με τα καλά νέα: Είμαστε περισσότεροι. Η Hillary Clinton συγκέντρωσε περισσότερες ψήφους σε απόλυτο αριθμό. Καταλαβαίνω ότι αυτό εκλογικά σημαίνει ελάχιστα, πολιτικά, όμως, σημαίνει ότι η ήττα είναι σαφώς λιγότερο συντριπτική από την πρώτη εντύπωση. Όσο κι αν το σοκ είναι μεγάλο, σε μια σύγκρουση δύο διαφορετικών κόσμων, η πλευρά που αποδέχεται την πολυπλοκότητα της ανάγνωσης της πραγματικότητας (αυτό που νομίζω εσφαλμένα εμείς ονομάζουμε «μέτωπο της λογικής») κινητοποίησε περισσότερους από την πλευρά του λαϊκισμού.

Επιπλέον, ήρθε η ώρα του ταμείου για τον Trump: υποσχέθηκε πολλά και είπε λίγα (και αυτά από ανυπόστατα ώς αστεία) για το πώς θα τα κάνει. Τώρα πρέπει να φανεί συνεπής απέναντι σε αυτούς που τον πίστεψαν, δηλαδή ένα ετερόκλητο ακροατήριο, το οποίο ιεραρχεί με πολύ διαφορετικά κριτήρια τις προτεραιότητες και τα προβλήματα που τους απασχολούν. Αυτό σημαίνει ότι είναι μάλλον απίθανο να ικανοποιηθούν όλοι — πολλώ δε μάλλον, είναι πολύ δύσκολο να ικανοποιηθούν όσοι επέλεξαν απλά να «μαυρίσουν» το σύστημα.

Το αδιέξοδο της «αντισυστημικής» ψήφου εντοπίζεται ακριβώς στο ότι, χωρίς «τελική λύση», δεν αλλάζει τίποτα στην παρέμβαση του ψηφοφόρου στον δημόσιο βίο: ο λευκός ακατάρτιστος γελαδάρης θα συνεχίσει να πληρώνει τον λογαριασμό, που απλά δεν θα υπογράφει κάποιος «συστημικός» πολιτικός, αλλά ένας τύπος που του φαίνεται πιο γήινος, πιο αλέγκρος, τον οποίο, όμως, ξανά θα μπορεί να κρίνει μόνο μια φορά την τετραετία. Μετά, θα επιστρέφει στην έξω πλευρά του ταμείου.

Αντίθετα με τον Trump, η στάση και η γενικότερη παρουσία της Clinton εξασφάλισε ότι η πλευρά της πολυπλοκότητας της ανάγνωσης της πραγματικότητας δεν θα μετρήσει «κοψοχέρηδες». Η πλευρά αυτή, λοιπόν, θα είναι σχετικά εύκολο να διατηρήσει δυνάμεις. Αυτοί που αντιστάθηκαν στον λαϊκισμό όταν αυτός γινόταν trend, δύσκολα θα τον ασπαστούν όταν θα φθίνει εφαρμοζόμενος.

Όλα καλά, δηλαδή; Όχι. Ξεκάθαρα όχι. Πρώτον και κύριον, η πλευρά της πολυπλοκότητας της ανάγνωσης της πραγματικότητας οφείλει να προστατεύσει τους πολίτες που την εμπιστεύτηκαν και που σήμερα νιώθουν φοβισμένοι και παγιδευμένοι σε μια μεγάλη περιπέτεια. Οφείλει, με όση δύναμη παρέχεται στην αντιπολίτευση, να προασπίσει το δικαίωμα στην κανονικότητα και να καταστρώσει έναν πειστικό οδικό χάρτη επιστροφής σε αυτήν όταν επανέλθει στην εξουσία.

Κι αν αυτό φαίνεται σχετικά απλό, έρχεται η πιο σύνθετη πρόκληση: να ξανακάνει ελκυστική την πολυπλοκότητα της ανάγνωσης της πραγματικότητας σε αυτούς που ενέδωσαν στις σειρήνες του λαϊκισμού. Και είναι αλήθεια ότι η «από εδώ» πλευρά δεν έδειχνε εδώ και πολύ καιρό στον λευκό, ακατάρτιστο γελαδάρη ότι τον θεωρεί σημαντικό. Το πιο βασικό, έπαψε να του εξηγεί, έπαψε να απαντά στις ανησυχίες και τους προβληματισμούς του, απαντώντας μονότονα, «Γιατί έτσι«.

Να το πούμε πιο απλά: Δεν άλλαξε ο κόσμος. Άλλαξε η πρόσβασή του στην παραγωγή και κατανάλωση πληροφορίας. Ο αντιεπιστημονικός και ο μη μετριοπαθής λόγος πέρασαν τα όρια ενός μικρού κύκλου και πλέον απευθύνονται σε μεγαλύτερα κοινά, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των οποίων και τα υπαρκτά προβλήματα της καθημερινότητας δημιουργούν ένα εκρηκτικό θερμοκήπιο.

Θα ήταν εξαιρετικό μια ευρύτατη πλειονότητα να έχει τις ίδιες προτεραιότητες με εμάς· η πράξη, δυστυχώς, μας λέει το αντίθετο: ότι υπάρχει μια μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας που σκέφτεται διαφορετικά. Που δεν ενδιαφέρεται τόσο έντονα για τα ατομικά δικαιώματα και για τη μετριοπάθεια στον δημόσιο λόγο, που δεν αντιλαμβάνεται την πολιτική ως μια απασχόληση που χρειάζεται αρετές και δεξιότητες, αλλά κυρίως προσωπικό άστρο. Που δεν είναι το ίδιο με τους πραγματικά ακραίους, αλλά που αυτή τη στιγμή μάς κάνει εξίσου μεγάλη ζημιά με την ακραία συμπεριφορά της. Προς αυτή τη μερίδα συμπολιτών μας, έχουμε δυο δρόμους αντιμετώπισης: Ο πρώτος είναι να συγκρουστούμε ευθέως. Ο δεύτερος είναι να τους εξηγήσουμε γιατί έχουν άδικο.

Πολλοί πιστεύουν ότι «είναι θέμα παιδείας» και εκεί κάνουν το μεγάλο λάθος: αντί να εξηγήσουν με απλά λόγια και παραδείγματα το (όντως!) σύνθετο πρόβλημα, επιδιώκουν να προκαλέσουν τον συνομιλητή τους να ανέβει πολλά μορφωτικά επίπεδα πιο πάνω, προκειμένου να μπορεί να συνεχίσει να κατανοεί ένα υψηλότερο νόημα. Συγγνώμη, αυτό, εκτός από πρακτικά δύσκολο και εξωφρενικά χρονοβόρο, έχω σοβαρές αμφιβολίες αν είναι τίμιο.

Η πολιτική στη Δημοκρατία είναι για όλους. Πρέπει, λοιπόν, εμείς, που είχαμε την τύχη να αποκτήσουμε καλύτερα εφόδια, να κατέβουμε στον απλό κόσμο, να μιλήσουμε σε γλώσσα που καταλαβαίνει, να χρησιμοποιήσουμε σημεία και σύμβολα που τους είναι οικεία, να διώξουμε τους φόβους τους και να τους πείσουμε ότι εμείς είμαστε αυτοί που μπορούμε να τους εγγυηθούμε το καλύτερο δυνατό μέλλον και όχι αυτοί που τους το υπόσχονται επειδή τάχα δεν είναι πορφυρογέννητοι (που οι περισσότεροι κιόλας είναι).

Συνοψίζοντας, έχουμε δυο στρατόπεδα που φοβούνται την ύπαρξη του άλλου. Το πρόβλημα είναι ότι ο φόβος, συνδυαζόμενος με τον λαϊκισμό, παράγει οργή, ενώ, αντίθετα, οι θιασώτες της αναλυτικής σκέψης όταν φοβούνται τείνουν προς την παράλυση. Η μάχη απέναντι στον λαϊκισμό και τη δημαγωγία, λοιπόν, θα χρειαστεί δυο στοιχεία: πυγμή απέναντι στους εκφραστές του και απλές, πειστικές εξηγήσεις προς το ακροατήριό τους.

Το πρόβλημα δεν είναι πολιτικό — είναι πρωτίστως ζήτημα προσέγγισης. Είμαστε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, αυτή που πήγε τη Δύση μπροστά, αυτή που εξασφάλισε τη μεγαλύτερη περίοδο ειρήνης στα εδάφη μας, αυτή που αντιλαμβάνεται τον κόσμο σφαιρικά και που μπορεί να τον ερμηνεύσει υπέρ των πολιτών και όχι υπέρ της ικανοποίησης των ενστίκτων μας. Ίσως βιαστήκαμε να θεωρήσουμε τα διακυβεύματά μας λυμένα, αλλά έχουμε όλα τα εφόδια να τα λύσουμε, ακόμα κι αν χρειαστεί να γυρίσουμε πιο πίσω, για να ξεκινήσουμε από τα βασικά.