Υψοφοβία
ΚΑΡΤΑ ΕΠΙΒΙΒΑΣΗΣ—. Ο πιο αποφασιστικός ήχος που ξέρεις είναι αυτός που παράγουν οι τροχοί του αεροπλάνου όταν εκτείνονται, όταν είναι πια ζήτημα λεπτών η προσγείωση, σύντομος αλλά όχι στιγμιαίος, σχεδόν δίχως κλιμάκωση αλλά με εκείνη τη σαφή κορύφωση, που θυμίζει τόσες άλλες τις οποίες ένας αμήχανος μεταφραστής θα απέδιδε με το ρήμα «κλειδώνω» και ένας καλός επιμελητής θα το άλλαζε σε «ασφαλίζω», και, μολονότι γνωρίζεις καλά ότι το έδαφος απέχει πολλά μέτρα (δεκάδες; εκατοντάδες; γιατί δεν ρώτησες ποτέ;), και άρα μένουν τόσα μα τόσα ενδεχόμενα ανοιχτά, είναι ο οικείος αυτός ήχος, που αναλόγως της θέσης σου τον προσλαμβάνεις μαζί με μια υπόγεια δόνηση (υπόγεια; μα πόση ακυριολεξία για να περιγράψεις με όρους καθησυχαστικούς κάτι που διαδραματίζεται εναερίως…), μια διαβεβαίωση καθησυχαστική, όπως οι περισσότερες του είδους: δεν έχει παρά λίγα ίχνη λογικής, κι όμως, όσο περνούν τα χρόνια, και όσο πιο πολύ εκλογικεύεις το ανύπαρκτο αντίκρισμά της, δεν δύνασαι πια να αρνηθείς πως την εισπράττεις ευχαρίστως κάθε φορά, ματαιωμένη εξαρχής αλλά απαραίτητη, και μόλο που ως έννοια η υψοφοβία είναι για σένα ασύνδετη με το αεροπορικό ταξίδι (η άτρακτος του αεροσκάφους εξακολουθεί να εκπροσωπεί ένα φιλόξενο, προστατευτικό κέλυφος), σκέφτεσαι ότι σταδιακά, όσο περνούν τα χρόνια, θα δίσταζες να επαναλάβεις εκείνο το παιδικό παιχνίδι στην ταράτσα του πατρικού σου (να πατάς στο έσχατο σημείο του τοιχίου στο οποίο απέληγε ο φωταγωγός και να στηρίζεσαι με κάπως λυγισμένα χέρια στον απέναντι τοίχο, να μετράς με το βλέμμα το βάθος κάτω σου, και ύστερα με ένα τίναγμα των βραχιόνων να επαναφέρεις τον κορμό σου σε ορθή στάση) ή να κοιτάζεις όσο πιο ίσια προς τα κάτω γίνεται από το γυάλινο προστατευτικό όριο στο μπαρ του ξενοδοχείου Τόρνι στο Ελσίνκι, ή από μια πολεμίστρα στον πύργο του Φιλίπ λε Μπον στην Ντιζόν, σκέφτεσαι δηλαδή ότι το βλέμμα σου είναι πιο ευαίσθητο στο χάος από παλιά, ενώ η σκέψη σου διατηρεί ακόμη την αντοχή της, και είναι κάπως παρήγορο μα και θλιβερό ταυτόχρονα να διαπιστώνεις ότι αυτή είναι η αριθμητική των χρόνων: να δειλιάζουν οι αισθήσεις και να τολμούν οι σκέψεις. (Την Τρίτη 9 Φεβρουαρίου συνομιλούμε στον Πλανήτη Γραφή με τον συγγραφέα και δημοσιογράφο Ηλία Μαγκλίνη).