Ζωντανοί στη θάλασσα

L
Νίκος Δασκαλάκης

Ζωντανοί στη θάλασσα

«Θα βρέξει ή θα τη σκαπουλάρουμε; Δεν πρόκειται να πάω πουθενά ακόμα και αν ρίχνει κεραυνούς, δεν τη χάνω αυτή τη συναυλία».

Στην Πλατεία Νερού, δίπλα στο ιστορικό Φαληρικό Δέλτα, αυτή ήταν η κυρίαρχη συζήτηση μεταξύ χιλιάδων μουσικόφιλων το απογευματάκι μιας Τρίτης που θύμιζε περισσότερο περίοδο ινδικών μουσώνων παρά μεσογειακό καλοκαιράκι. Εντέλει, ο καιρός φάνηκε μεγαλόψυχος και, όσο η ημέρα έδινε τη θέση της στη νύχτα, ο ουρανός καθάρισε από τα πυκνά σύννεφα και μια τόση δα χρυσή φέτα από φεγγάρι έκανε την εμφάνισή της πάνω από τη θάλασσα και πάνω από ένα ατελείωτο πλήθος από κεφάλια που κουνιόνταν ρυθμικά.

Η συναυλία σε εξωτερικό χώρο, με όλους τους ακροατές όρθιους και στριμωγμένους μπροστά από μια τεράστια εξέδρα, έχει πάντα κάτι εντυπωσιακό — κάτι λυτρωτικό. Αυτόματα σχεδόν, γίνεσαι μέλος μιας αχανούς παρέας που βρίσκεται εκεί για τον ίδιο ακριβώς λόγο με εσένα: να ακούσει και να κουνηθεί, να λικνιστεί στον ίδιο ρυθμό, να ενθουσιαστεί με το ίδιο ριφάκι, με την ίδια ατμοσφαιρική μπασογραμμή, να τραγουδήσει τα στιχάκια του τραγουδιού που ο καθένας άκουσε για πρώτη φορά μόνος του, σε άλλο μέρος, σε άλλη συγκυρία, με μια άλλη του αγάπη, που έσβησε, με φιλίες που ξεθώριασαν πια, αλλά που ο στίχος μένει και ενώνει χιλιάδες αγνώστους, και τα βλέμματά τους και τα στόματά τους, κατευθύνονται προς το είδωλο της σκηνής, προς τον δημιουργό αυτής της στιγμής.

Είναι το τέλος μιας ημέρας, όπως κάθε άλλης, με τις αγωνίες της, τους φόβους της, τη συσσωρευμένη κούρασή της, τις γκρίνιες της και τις υποχρεώσεις της· όμως η νυχτερινή αίσθηση του συνανήκειν σε έναν κόσμο που πηγάζει μεν από τα εγκόσμια αλλά κατακτά τα ουράνια, σε ένα σύμπαν συναισθηματικών εντάσεων και ονειρικών ηχοτοπίων, είναι μια αίσθηση προσωπικής λύτρωσης, είναι το χάσιμο των σκέψεων μπροστά στο ωστικό κύμα της φωνής που βγαίνει από εκατοντάδες ηχεία, το βίωμα που μεταμορφώνεται σε εμπειρία, μια εμπειρία αρχικά αισθητική και εγκεφαλική που άξαφνα γίνεται απτή, μετρήσιμη, ζωοδότρια, παρούσα σε απόλυτο βαθμό — ενώνει χιλιάδες ακουστικούς πόρους, συγκινεί διαφορετικές μεταξύ τους ζωές, μας ενώνει χωρίς να μας ομογενοποιεί, είναι το δικό μας «γήπεδο», η δική μας Θεία Λειτουργία.

Κάτω από τα φώτα της σκηνής δεν υπάρχει βίαιη εκτόνωση, δεν υπάρχει κοινωνική υποκρισία, δεν υπάρχουν εξοργιστικές ειδήσεις και μαύρες σκέψεις, υπάρχει μόνο χαρά, ανόθευτη χαρά για το βίωμα εκείνης της στιγμής, για τη μνήμη που σχηματίζεται εκείνη την ώρα στο υπόστρωμα του εγκεφάλου. Οι άνθρωποι της πόλης, νέοι και λιγότερο νέοι, ερωτευμένοι και μοναχικοί, περισσότερο ή λιγότερο ζορισμένοι από την οικονομική ασφυξία, γελούν και σφυρίζουν, χοροπηδάνε σαν παιδιά, κοιτούν με βλέμμα γεμάτα δέος την πηγή αυτής της εμπειρίας και αφοσιώνονται σ’ αυτή, νιώθουν ελεύθεροι και, κυρίως, ζωντανοί. Ζωντανοί στη θάλασσα.