Η επιδίωξη της ανυποληψίας

P
Γιάννης Κοτσιφός

Η επιδίωξη της ανυποληψίας

ΚΑΡΤΑ ΕΠΙΒΙΒΑΣΗΣ.—Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, εξήγγειλε στα καλά καθούμενα, σε μια συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου, ότι θα αρχίσει εκστρατεία για να εφαρμοστεί η αντικαπνιστική νομοθεσία σε όλα τα καταστήματα εστίασης: υποσχέθηκε μια εβδομάδα διορία για να συμμορφωθούν, ύστερα πρόστιμα, με sui generis σύστημα, σαν να μην υπάρχει νόμος που τα προβλέπει όλα αυτά, και με μια συμπληρωματική επιχειρηματολογία που περιείχε δύο ψεύδη: ότι ο ίδιος ο δήμαρχος εφαρμόζει την αντικαπνιστική νομοθεσία (όλη η Θεσσαλονίκη ξέρει πόσο απέχει από την αλήθεια αυτό) και ότι θα μπορούσε να μην την τηρεί, επειδή «ο δήμαρχος κάνει ό,τι θέλει», πράγμα που αυτονοήτως δεν ευσταθεί σε οποιοδήποτε νομικό και πολιτικό περιβάλλον.

Η εβδομάδα χάριτος παρήλθε με τον αδιατάρακτο ρυθμό που παρέρχονται οι εβδομάδες, ασφαλώς δεν έχει αλλάξει το παραμικρό στα καταστήματα εστίασης, και, μολονότι ήταν γνωστό αυτό εκ των προτέρων, ουδείς αντέδρασε ή θα αντιδράσει σε αυτή την ανέξοδη τερατολογία, διότι είχε ήδη εξαντλήσει τον σκοπό της τη στιγμή που διατυπώθηκε: επιβεβαίωσε την ισοπεδωτική βεβαιότητα ότι το πιο κρίσιμο χαρακτηριστικό του πολιτικού λόγου είναι το φορτίο της ανυποληψίας που φέρει· επιβεβαίωση που, όπως ισχύει με όλους τους εθισμούς, κορυφώνει με κάθε δόση την ικανοποίηση (εν προκειμένω, την ικανοποίηση ότι δεν ωφελεί να έχει κανείς προσδοκίες, συνεπώς δεν έχει λόγο να γεννά και ο ίδιος την παραμικρή προσδοκία, quid pro quo και τα παρόμοια), και εδραιώνει την ανάγκη για αυξημένη ένταση της τερατολογίας την επόμενη φορά.

Αντιστοίχως, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε σε εκπροσώπους παραγωγικών φορέων της Θεσσαλονίκης ότι θα ιδρύσει στην πόλη «γραφείο πρωθυπουργού», και κανένας από τους εν λόγω εκπροσώπους δεν μπήκε στον κόπο να ζητήσει μια στοιχειώδη εξειδίκευση του σκοπού που θα υπηρετούσε αυτή η απροκάλυπτη παραδοξότητα. Αν υποθέσουμε ότι η αδράνεια αυτή εξηγείται από τον σεβασμό στο πρωτόκολλο της συνάντησης (που πάντως δεν χαρακτηρίστηκε από τους συντελεστές εθιμοτυπική, οπότε θα έπρεπε να επιτρέπει κάποιον ουσιώδη διάλογο, πέρα από την επίδοση υπομνημάτων), ο συγκαταβατικός έως επιδοκιμαστικός (ή και ενθουσιώδης) τόνος των δηλώσεων που έκαναν στον Τύπο οι εκπρόσωποι των ίδιων φορέων την επόμενη ημέρα επαναφέρει την υπόθεση στο μόνο μέτρο που της αναλογεί: την αμοιβαίως ομολογημένη πίστη στην εκρηκτική κορύφωση του δημόσιου διαλόγου με διατυπώσεις που θα ενσωματώνονταν άνετα με κεφαλαία γράμματα σε καρέ του «Μπλεκ» ή του «Τρουένο».

Λίγο-πολύ οι ίδιοι φορείς, άλλωστε, αποδέχτηκαν σιωπηρώς την τερατώδη προσβολή προς το σύνολο των πολιτών της Θεσσαλονίκης (και βεβαίως στους ίδιους) να εκτεθεί στο πλαίσιο της 81ης Διεθνούς Έκθεσης βαγόνι Μετρό. Όχι επειδή δεν μπορούσαν να υποθέσουν ποιο ποσοστό του πληθυσμού που θα επισκεφτεί την έκθεση είναι εξοικειωμένο με τη χρήση του μέσου εκεί όπου ήδη υπάρχει (και με αυτοκίνητα είμαστε εξοικειωμένοι, αλλά αυτό δεν αποκλείει να δούμε με ενδιαφέρον κάποια μοντέλα ως εκθέματα, ακόμη και αν έχουν χρηστικό προσανατολισμό — ένα ημιφορτηγό πόλης, για παράδειγμα)· επειδή επέλεξαν την ιδιότητα του εκθέματος για ένα αντικείμενο που δεν αποτελεί μέρος τού εν εξελίξει έργου που είναι αμφίβολο αν θα παραδοθεί ποτέ στην πόλη, αλλά περιεχόμενο και παρελκόμενό του. Σαν να δείχνουν στο κοινό ένα ψάρι σε γυάλα για να καταστήσουν πειστική την υπόσχεση: «Και θάλασσα θα σας φτιάξουμε».