Διαλέγουν πριν από σας, για σας

L
Κική Τσιλιγγερίδου

Διαλέγουν πριν από σας, για σας

Κική Τσιλιγγερίδου: Πώς ξεκίνησε η ιδέα για τη δημιουργία του άλμπουμ;

Αλεξάνδρα Χαριτάτου: Το λεύκωμα αυτό ήταν μια ιδέα του Φιλανθρωπικού Ιδρύματος Δημητρίου & Μπλανς Λαμπροπούλου, το οποίο θέλησε να αποτυπώσει σε έναν τόμο την ιστορία της επιχείρησης Αφοί Λαμπρόπουλοι, μιας πρωτοπόρου, εμβληματικής επιχείρησης που δραστηριοποιήθηκε σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, και την οποία διέκριναν επιχειρηματικές καινοτομίες και επιτεύγματα, ήθος και καλές επιχειρηματικές πρακτικές. Θα ήθελα να ευχαριστήσω το ΔΣ του Ιδρύματος και συγκεκριμένα την πρόεδρο Ξένια Λαμπροπούλου, τον αντιπρόεδρο Θωμά Βαρβιτσιώτη, την Έλενα Λαμπροπούλου και τον Βασίλη Αβαρκιώτη, για την εμπιστοσύνη που μας έδειξαν αναθέτοντάς μας την παραγωγή του λευκώματος αυτού και όλη τη στήριξη κατά τη διάρκεια του εγχειρήματος.

 

Κ.Τσ.: Θέλετε να μας πείτε δυο λόγια για το Φιλανθρωπικό Ίδρυμα Δημητρίου και Μπλανς Λαμπροπούλου; Ποιες είναι οι κύριες δραστηριότητές του;

Α.Χ.: Το Φιλανθρωπικό Ίδρυμα Δημητρίου & Μπλανς Λαμπροπούλου, από την ίδρυσή του το 1978, έχει βοηθήσει πολλές χιλιάδες συνανθρώπους μας σε όλη τη χώρα. Σκοπός του είναι η οικονομική ενίσχυση οικονομικά αδύναμων ασθενών που έχουν ανάγκη θεραπείας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αλλά και η οικονομική ενίσχυση οικογενειών καθώς και άλλων φιλανθρωπικών οργανισμών. Μέχρι σήμερα έχει προσφέρει πάνω από 4.500.000 € σε φιλανθρωπικούς σκοπούς και έχει παράσχει βοήθεια σε 3.500 οικογένειες και σε 100 φιλανθρωπικά ιδρύματα και σωματεία.

 

Κ.Τσ.: Πόσο καιρό ασχοληθήκατε με την επιμέλεια της έκδοσης; Υπήρχε ήδη συγκεντρωμένο το φωτογραφικό, κυρίως, υλικό; Είχατε να επιλέξετε ανάμεσα σε χιλιάδες, ενδεχομένως, φωτογραφίες και διαφημιστικές καταχωρίσεις, ή ψάξατε πολύ για να εντοπίσετε κάποιες;

Α.Χ.: Το λεύκωμα μας ανατέθηκε πριν από τέσσερα χρόνια και το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου απαίτησε η συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών γύρω από την ιστορία της επιχείρησης καθώς και η αναζήτηση του εικονογραφικού υλικού και των σχετικών τεκμηρίων. Οι κυρίες Λένα Μπενέκη και Αργυρώ Αγγελοπούλου έκαναν μια εξαντλητική ιστορική έρευνα για να προκύψει η ολοκληρωμένη ιστορία της οικογενείας και των επιχειρηματικών επιτευγμάτων της, την οποία κατόπιν κατέγραψε σε ένα μεστό και ευανάγνωστο κείμενο η Λένα Μπενέκη, ιστορικός που ειδικεύεται στην ιστορία των επιχειρήσεων. Δική μου δουλειά ήταν να εντοπίσω το απαραίτητο εικονογραφικό υλικό, φωτογραφίες, παλιές διαφημίσεις, αντικείμενα και τεκμήρια της πολυσχιδούς αυτής επιχείρησης, για να είναι όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη η παρουσίαση της ιστορίας της. Θησαυρός απεδείχθη το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ) καθώς και η Συλλογή Μάνου Χαριτάτου που παρείχε το μεγαλύτερο μέρος των διαφημίσεων, που διατρέχουν σχεδόν 100 χρόνια, καθώς και σπάνιες ιστορικές φωτογραφίες της εποχής. Πολύτιμη ήταν επίσης η συνδρομή του Μουσείου Μπενάκη (και ειδικότερα των Αρχείων του Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής για τα σχέδια του εμβληματικού καταστήματος της επιχείρησης στην οδό Αιόλου), του Ιστορικού Αρχείου της Εθνικής Τραπέζης, του Φωτογραφικού Αρχείου Γ. Μπακούρου καθώς και της οικογένειας Λαμπρόπουλου, που μας έδωσε συγκινητικές οικογενειακές φωτογραφίες.

 

Κ.Τσ.: Ποιοι ήταν οι σταθμοί, επιχειρηματικοί και άλλοι, της οικογένειας, πριν και μετά την ίδρυση του πρώτου πολυκαταστήματος;

Α.Χ.: Νομίζω συγκλονιστικό είναι να μάθει κανείς πως αυτό το σπουδαίο πολυκατάστημα ξεκίνησε από τον Ξενοφώντα Λαμπρόπουλο, γεννηθέντα το 1879, όταν το 1901 σε ηλικία μόλις 22 ετών έφτασε στην Αθήνα, προερχόμενος από ένα μικρό χωριό στην Αρκαδία και έγινε πλανόδιος πωλητής ανδρικών ειδών στην Αιόλου, χωρίς να έχει ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του και χωρίς να διαθέτει γνωριμίες στην πρωτεύουσα. Σύντομα τον ακολούθησε ο αδελφός του Βασίλης, και μέχρι το 1905 η επιχείρησή τους συνίστατο σε ένα καρότσι με είδη ένδυσης που το βράδυ παρέμενε στην Πλατεία Αβησσυνίας. Το 1906 ίδρυσαν την εταιρεία Αφοί Λαμπρόπουλοι σε ένα υπόγειο στην γωνία Αιόλου & Σοφοκλέους (εκεί που είναι τώρα το κτήριο Καρατζά της Εθνικής Τραπέζης) και από εκεί ξεκίνησε η γοργή εξέλιξη της επιχείρησης, όταν προστέθηκαν στο σχήμα τα πέντε υπόλοιπα αδέλφια τους! Καινοτομίες που εισήγαγαν τα αδέλφια Λαμπρόπουλοι σε μια πόλη που είχε παρελθόν οθωμανικής αγοράς ήταν να θεσπιστεί η αργία τις Κυριακές και να καταργηθεί το παζάρι, να ισχύουν δηλαδή τιμές φιξ, ως στοιχείο εμπιστοσύνης μεταξύ εμπόρου και πελάτη. Άλλοι μεγάλοι σταθμοί ήταν η μετατροπής της εταιρείας σε Ανώνυμη το 1927, που έφερε τεράστια ανάπτυξη και έθεσε τις βάσεις για τη μετέπειτα εξέλιξη της επιχείρησης, η ίδρυση υποκαταστήματος στη Θεσσαλονίκη το 1930, η συνεργασία της επιχείρησης με την ΕΜΙ-Columbia που έφερε επανάσταση στην ελληνική δισκογραφία. Η Columbia αναβάθμισε την ελληνική δισκογραφία συγκεντρώνοντας νέους μουσικούς της εποχής, όπως τους Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Θεοδωράκη, ανακαλύπτοντας νέες φωνές, όπως τη Μοσχολιού, τον Διονυσίου, τον Ξυλούρη, την Φαραντούρη, ενώ εισήγαγε στη δισκογραφία ηθοποιούς όπως τη Λαμπέτη, τον Χορν και τη Βουγιουκλάκη, ηχογράφησε θεατρικές παραστάσεις, κυκλοφόρησε τον Καραγκιόζη του Σπαθάρη σε δίσκους, και άλλαξε την αισθητική των εξωφύλλων των δίσκων βινυλίου με έργα μεγάλων καλλιτεχνών, όπως των Τσαρούχη, Μόραλη, Μποστ, Εγγονόπουλου κ.ά. Την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το εργοστάσιο της επιχείρησης καταστρέφεται και κατά τη διάρκεια της Κατοχής η επιχείρηση υπολειτουργεί. Παρ’ όλα αυτά, η διοίκηση συνεχίζει να παρέχει συσσίτια στο προσωπικό της και να δίνει άδειες μετ’ αποδοχών στο προσωπικό που υποαπασχολείται. Μετα την Απελευθέρωση ξεκινά η ανάκαμψη της χώρας αλλά και της επιχείρησης. Το 1965 οι Αφοί Λαμπρόπουλοι εορτάζουν τη λειτουργία του επταώροφου κολοσσιαίου καταστήματός τους στην οδό Λυκούργου —δίπλα στο παλιό—, κατά τα πρότυπα των ξένων πολυκαταστημάτων, και αυτό είναι το μοναδικό ελληνικό κατάστημα που γίνεται μέλος της Παγκοσμίου Ενώσεως Μεγάλων Καταστημάτων. Το 1979 ανοίγει υποκατάστημα στον Πειραιά και το 1990 στη Λάρισα, ενώ το 1991 υιοθετεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα το σύστημα «Shops in a shop». Το 1999 εντάσσεται στον Όμιλο Παπαέλληνα και το 2000 μετονομάζεται σε NOTOS.
 

Κ.Τσ.: Υπάρχει ακόμη στα σύγχρονα πολυκαταστήματα αυτό που άφησαν σαν παρακαταθήκη οι Αδελφοί Λαμπρόπουλοι στην αγορά;

Α.Χ.: Είναι βέβαιο πως οι Αφοί Λαμπρόπουλοι έφεραν νέα ήθη και συνήθειες στην αγορά, τα οποία θεωρούμε πλέον αυτονόητα, όπως: οι ορισμένες τιμές, το χαμηλό κέρδος με στόχο τη μεγάλη κατανάλωση προς όφελος του κοινού και την ιδέα του πολυκαταστήματος που προσέφερε σε έναν ενιαίο χώρο διαφορετικά προϊόντα που κάλυπταν τις περισσότερες ανάγκες του καταναλωτή.

 

Κ.Τσ.: Η Κρίση προφανώς και έχει αγγίξει κυρίως τις επιχειρηματικές και εμπορικές δραστηριότητες όλων των Ελλήνων. Με δεδομένη την πολιτική κατάσταση σήμερα στην Ελλάδα, αλλά και την οικονομική δυσπραγία, ποιοι τρόποι απομένουν, πιστεύετε, για να αντεπεξέλθει κανείς στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε;

Α.Χ.: Θα έλεγα δουλειά, πρωτότυπες ιδέες, καλές πρακτικές, και πάλι δουλειά. Δυστυχώς όμως η τωρινή πολιτική συγκυρία σχεδόν τιμωρεί το επιχειρείν, οπότε θα συμπλήρωνα: επιμονή, υπομονή και πίστη πως τα πράγματα θα αλλάξουν — και πως τελικά το καλό προϊόν και η άριστη υπηρεσία στο τέλος επιβραβεύονται.

 

Κ.Τσ.: Μεγάλα πολυκαταστήματα ή μικρές και ευέλικτες οικογενειακές επιχειρήσεις; Ποιο μοντέλο, πιστεύετε, θα έπρεπε να ακολουθηθεί;

Α.Χ.: Ένας κυνικός φαντάζομαι θα έλεγε πως, σε ένα ολοένα ανταγωνιστικότερο παγκοσμιοποιούμενο χώρο αγοράς, η μόνη περίπτωση επιβίωσης είναι τα μεγάλα πολυκαταστήματα και οι πολυεθνικές εταιρείες. Έτσι, βλέπουμε όλο και συχνότερα εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, τραπεζών και οργανισμών. Κάποιος άλλος όμως θα αντέτεινε πως η μικρή και ευέλικτη οικογενειακή —ή και μη— επιχείρηση πρέπει να διασωθεί για να παραμείνουν ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, να γίνονται υψηλότερης ποιότητας προϊόντα, να υπάρχει καλύτερη εξυπηρέτηση του καταναλωτικού κοινού, κάτι που αδυνατούν να προσφέρουν οι απρόσωπες πολυεθνικές, και να υπάρχει η δυνατότητα εξειδικευμένων προϊόντων και εξατομικευμένων υπηρεσιών, πράγμα που δεν μπορεί να παρέχει μια μεγάλη εταιρεία. Νομίζω πως ρεαλιστικά και τα δύο μοντέλα είναι όχι μόνον απαραίτητα αλλά και δεν υπάρχει και τρόπος (ούτε λόγος) να καταργηθεί κάποιο. Πάντα θα χρειάζεται ο κόσμος το φτηνό, οικονομικό και έτοιμο που θα καλύπτει πολλές από τις ανάγκες του καθώς το κόστος ζωής ανεβαίνει, ο ελεύθερος χρόνος συρρικνώνεται και οι καταναλωτικές ανάγκες αυξάνονται (το «ανάγκες» καταχρηστικά, καθότι δεν μιλάμε πάντα για είδη πρώτης ανάγκης αλλά για είδη που μας γίνονται «απαραίτητα» μέσω διαφήμισης και πίεσης για κοινωνική ενσωμάτωση). Από την άλλη, υπάρχει μια στροφή μερίδας των καταναλωτών σε μικρότερες επιχειρήσεις που προσφέρουν μη μαζικές υπηρεσίες και προϊόντα, τα οποία ικανοποιούν τις πάγιες ανάγκες του ανθρώπου για ποιότητα, εξατομίκευση και επιθυμία να ξεχωρίσει από την ευρύτερη μάζα, είτε λόγω προσωπικού γούστου, είτε εξατομικευμένων αναγκών, εναλλακτικού τρόπου ζωής αλλά και διάθεσης για πειραματισμούς και εξερεύνησης νέων οριζόντων. Οπότε θα κατέληγα πως το ζητούμενο είναι το καλό επιχειρείν. Όταν υπάρχουν καλές πρακτικές και σεβασμός προς τον καταναλωτή, όλα τα μοντέλα τού επιχειρείν έχουν το κοινό τους.

 

Κ.Τσ.: Ο πατέρας σας, ο Μάνος Χαριτάτος, που έφυγε πριν από τέσσερα χρόνια, ίδρυσε το 1980 το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ), και ήταν πρόεδρός του για πολλά χρόνια. Υπήρξε πολύ γνωστός, εμβληματικός, συλλέκτης αρχειακού υλικού, κάτι που υποθέτω είναι εξαιρετικά γόνιμο και ενδιαφέρον. Πόσο σας έχει επηρεάσει αυτό;

Α.Χ.: Μεγάλωσα κυριολεκτικά μέσα στα παλιά βιβλία και στα αρχεία. Κυριολεκτικά διότι το παιδικό μου δωμάτιο είχε βιβλιοθήκες με μέρος της συλλογής βιβλίων του 19ου αιώνα και το γραφείο στο οποίο έκανα τα μαθήματά μου στο Δημοτικό ήταν το γραφείο στο οποίο έγραψε ο Γιάννης Ψυχάρης το πεζογράφημά του Το ταξίδι μου. Δουλεύω στο ΕΛΙΑ από πριν τελειώσω το σχολείο και για μένα όλο αυτο το υλικό είναι πέρα από οικείο, είναι αυτονόητο συστατικό της ζωή μου. Οπότε σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της ζωής μου, οι συλλογές ως αντικείμενα αλλά και ως τρόπος ζωής (είμαι ένα κλικ από ρακοσυλλέκτρια, χαχά) είναι δεύτερη φύση μου, είναι κάτι που κουβαλώ σε ό,τι και να καταπιάνομαι. Αυτό βέβαια είναι μεγάλη έμπνευση αλλά κάποιες φορές μπορεί να είναι και τροχοπέδη, οπότε προσπαθώ πάντα να συνδυάζω το παλιό με το νέο, την «κληρονομιά» του πατέρα μου με τα δικά μου όνειρα, σε αναλογίες τέτοιες ώστε να παράγεται ένα μέλλον παραγωγικό, με βάσεις αλλά και προοπτική.

 

Κ.Τσ.: Σας ευχαριστώ πολύ. Ελπίζω η πορεία του λευκώματος να είναι εφάμιλλη της ποιότητάς του.

Α.Χ.: Εγώ σας ευχαριστώ πολύ, και προσκαλώ τους αναγνώστες να έρθουν στην παρουσίαση του Λευκώματος την Τετάρτη 30 Νοεμβρίου στις 19:00 στο Ζάππειο. Η επιχείρηση Αφοί Λαμπρόπουλοι ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της οικογενειακής ζωής του 20ού αιώνα και οι άνθρωποι όλων των ηλικιών έχουν κάτι να θυμούνται από αυτήν. Την εκδήλωση θα συνοδεύει μία έκθεση ιστορικών τεκμηρίων και αντικειμένων από το αγαπημένο πολυκατάστημα.