Μικρά διαχρονικά

C
Κατερίνα Σχινά

Μικρά διαχρονικά

Η ιδέα προέκυψε από ένα παλιό αντίτυπο του «Μονολόγου του βασιλιά Λεοπόλδου» που υπήρχε στην οικογενειακή βιβλιοθήκη από τα παιδικά μου χρόνια. Είχε εκδοθεί από το «Θεμέλιο», λίγο πριν από τη δικτατορία του ’67, και, παρότι αποτελούσε ίσως ακατάλληλο ανάγνωσμα για ένα παιδί, το διάβασα πολλές φορές και το περιεργάστηκα άλλες τόσες με φρίκη (ευτυχώς δεν υπήρχαν απαγορευμένα βιβλία στο σπίτι μας). Δεν ήταν μόνο ένα ανατριχιαστικό ντοκουμέντο (γιατί εκείνη η έκδοση συνοδευόταν με τις φωτογραφίες των ιθαγενών του Κονγκό που πόζαραν στο φακό με ακρωτηριασμένα χέρια, αλυσοδεμένοι, παραμορφωμένοι από τα βασανιστήρια στα οποία τους υπέβαλε η αποικιοκρατική εξουσία του Βασιλιά Λεοπόλδου του Βελγίου, στον οποίο είχε παραχωρηθεί η «ιδιοκτησία» του Κονγκό το 1885) αλλά και ένα έξοχο πολιτικό κείμενο — και, παρότι γραμμένο εν θερμώ, όπως θα μάθαινα αργότερα, ήταν οξύτατα ειρωνικό και ιδιαίτερα κομψό. Ο τόνος του δεν ήταν καταγγελτικός, ήταν δεικτικός και δηκτικός. Ο Μαρκ Τουέιν είχε βάλει τον Λεοπόλδο να μονολογεί, να σταυροκοπιέται και να φιλάει μεγαλόσταυρους (ζωντανή ενσάρκωση της υποκρισίας) προσπαθώντας να δικαιολογήσει τις ωμότητές του στο Κονγκό, αλλά στην ουσία αποκαλύπτοντας την έκταση της θηριωδίας του.

Όταν, αργότερα, άρχισα να λεηλατώ τη βιβλιοθήκη του πατέρα μου, διαπίστωσα ότι το βιβλιαράκι αυτό δεν υπήρχε. Είχε χαθεί. Το αναζήτησα στα βιβλιοπωλεία — είχαν όμως περάσει πολλά χρόνια από την έκδοσή του και δεν το βρήκα. Πάντα σκεφτόμουν πόσα σπουδαία κείμενα σβήνουν μέσα στη λήθη, εξοβελισμένα από τα βιβλιοπωλεία γιατί έχουν έρθει κι άλλα, κι άλλα, κι άλλα κείμενα να πάρουν τη θέση τους, αρκετές φορές υποδεέστερα, αχνοί αντικατοπτρισμοί εκείνων των πρώτων, θαρραλέων και φλογερών γραπτών που άνοιξαν δρόμους και που με τον τρόπο τους άλλαξαν τον κόσμο. Είμαι ευτυχής, λοιπόν, που οι Εκδόσεις Παπαδόπουλος δέχτηκαν ολόθυμα την πρότασή μου να φτιάξουμε μια σειρά από κείμενα αειθαλή, κείμενα που παρά την παλαιότητά τους μιλούν ιδιαίτερα εύγλωττα για τον κόσμο όπως ήταν και τον κόσμο που θα ’ρθει — αφού δεν ήταν λίγοι οι συγγραφείς που γράφοντας για το παρόν τους διείδαν το μέλλον και με τον τρόπο τους το προετοίμασαν. Ή, ακριβέστερα, προετοίμασαν τους αναγνώστες τους να διεκδικήσουν ένα καλύτερο μέλλον, αφυπνίζοντας και διαφωτίζοντάς τους.

Φτιάξαμε, λοιπόν, τη σειρά «Μικρά διαχρονικά», στην πρώτη διαδρομή της οποίας συμπεριλαμβάνονται, εκτός από τους «Μονολόγους τυράννων» του Μαρκ Τουέιν (το βιβλίο συμπληρώνεται από τον μονόλογο του Τσάρου Νικόλαου Β΄, ένα ακόμη δείγμα της ειρωνικής τόλμης του συγγραφέα: παρουσιάζει τον Τσάρο γυμνό να σπεύδει να περιβληθεί τη μεγάλη του στολή, γιατί, καθώς η εξουσία του κλονίζεται, μόνη του καταφυγή είναι τα εμβλήματα του αξιώματός του), και τρία ακόμη βιβλία: οι «Νυχτερινοί περίπατοι» του Τσαρλς Ντίκενς, το «Εβραϊκό Κράτος» του Τέοντορ Χερτσλ και το «Περί κακοποίησης των λέξεων» του Τζον Λοκ, μέρος του σημαντικότατου «Δοκιμίου για την ανθρώπινη νόηση» που εξέδωσε ο πατέρας του κλασικού φιλελευθερισμού το 1690. Είναι το τρίτο κεφάλαιο του Δοκιμίου και εξετάζει τη γλώσσα από φιλοσοφική πλευρά, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη νοηματική της καθαρότητα και τονίζοντας ότι μόνον έτσι η γλώσσα μπορεί να γίνει μέσο ουσιαστικής επικοινωνίας και όχι παραπλάνησης ή και χειραγώγησης.

Οι «Νυχτερινοί περίπατοι» του Ντίκενς είναι κείμενα ενός flaneur, ενός πλάνη στους δρόμους του Λονδίνου, όπως αντιστοίχως ήταν ο Μπωντλαίρ στους δρόμους του Παρισιού, την ίδια περίπου εποχή. Ο πλάνης στον Μπωντλαίρ είναι αισθητιστής και δανδής, παρατηρεί και αφουγκράζεται τις καλειδοσκοπικές μεταμορφώσεις της σύγχρονης μητρόπολης και προσπαθεί να αντλήσει «το αιώνιο μέσα από το πρόσκαιρο» και να διακρίνει «το ποιητικό στοιχείο μέσα στο ιστορικό»· απεναντίας, στον Ντίκενς είναι κοινωνικός παρατηρητής και δυνάμει αναμορφωτής, ένας ρομαντικός ρεαλιστής, που, όπως έγραψε ο ιστορικός Jaques Barzun, «Δεν κρύβει την αδυναμία του, όμως ασκεί τη δύναμή του»: περιφέρεται στις αγορές, στις σκοτεινές αλέες, στις λεωφόρους και τα σοκάκια, σκοντάφτει πάνω σε άστεγους, μεθυσμένους και παρίες, ασκώντας την ματιά του να βλέπει και πίσω από τα επιφαινόμενα και μεταμορφώνοντας τον οίκτο του σε συμμετοχή. «Όλα όσα συμβαίνουν», έγραφε στον φίλο του συγγραφέα Γουίλκι Κόλινς στις 6 Σεπτεμβρίου 1858, «δείχνουν ότι δεν είναι δυνατόν να κλειστείς έξω από τον κόσμο· ότι είσαι μέσα σ’ αυτόν, είσαι φτιαγμένος απ’ αυτόν· ότι κάνεις λάθος αν προσπαθήσεις να αποκοπείς απ’ αυτόν· ότι πρέπει να αναμειχθείς μ’ αυτόν και να αποσπάσεις το καλύτερο απ’ αυτόν και να γίνεις καλύτερος κι εσύ μέσα απ’ αυτήν την διαπραγμάτευση». Αυτή η πλευρά του μ’ αρέσει, και αυτή η πλευρά αναδεικνύεται στους «Νυχτερινούς Περιπάτους», δείχνοντας ένα δρόμο προσέγγισης και κατανόησης του άλλου, του ξένου, του ανοίκειου, τόσο νωρίς και τόσο πέρα από τον χρόνο.

Το «Εβραϊκό κράτος», του Τέοντορ Χερτσλ, από την άλλη πλευρά, είναι ένα κείμενο αμιγώς πολιτικό, που έβαλε τα θεμέλια για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Κίνητρο του Χερτσλ ήταν η αγωνία του για τον διάχυτο αντισημιτισμό που βίωσε και ο ίδιος ως Ούγγρος εβραϊκής καταγωγής και πολιτογραφημένος Βιεννέζος στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και το ανεξέλεγκτο μίσος που είδε να εκδηλώνεται με εξαιρετική σφοδρότητα στην υπόθεση Ντρέιφους την οποία είχε παρακολουθήσει ως ανταποκριτής της αυστριακής εφημερίδας Neue Freie Presse στο Παρίσι. Ο αντισημιτισμός δεν πολεμιέται, πίστευε ο Χερτσλ, και η αφομοίωση των Εβραίων στις ευρωπαϊκές κοινωνίες δεν εγγυάται την ενσωμάτωσή τους. Πάντα θα είναι ξένοι και πάντα μισητοί. Οι φόβοι του επιβεβαιώθηκαν δραματικά με το Ολοκαύτωμα, όμως οι ιδέες του καρποφόρησαν — και η ουτοπική του φλόγα παραμένει συγκινητική. Γιατί ο Χερτσλ ονειρευόταν ένα κράτος όχι μόνο για τους Εβραίους αλλά και για τους Παλαιστίνιους, ένα κράτος βασισμένο στην αμοιβαιότητα, την ελευθερία, την ισότητα και την αλληλεγγύη. «Θα ήταν ανήθικο αν αποκλείαμε τον οποιονδήποτε από τη συμμετοχή στο εγχείρημά μας, όποια κι αν είναι η καταγωγή, η προέλευση, η θρησκεία του», είχε γράψει. «Γιατί στεκόμαστε στους ώμους άλλων πολιτισμένων λαών. […] Ό,τι κατέχουμε το κατέχουμε επειδή άλλοι λαοί το προετοίμασαν. Και, ως εκ τούτου, πρέπει να πληρώσουμε το χρέος μας. Και υπάρχει μόνο ένας τρόπος να το κάνουμε: η μεγαλύτερη δυνατή ανοχή. Το σύνθημά μας, πρέπει λοιπόν να είναι, και τώρα και πάντα “Άνθρωπε, είσαι αδελφός μου”».

[ Οι επόμενοι τίτλοι της σειράς θα κυκλοφορήσουν το φθινόπωρο ].