Ο Ασλάν και η Ρόουζ
Ο Ασλάν είναι δεκαεφτά χρονών. Χαμογελά συνέχεια. Έχει ένα μικρό σκύλο, τη Ρόουζ. Στο ντύσιμο μοιάζει αμετανόητος μεταλάς: μακριά μαλλιά, μαύρο τισέρτ, τζιν σωλήνα, και ψηλά λευκά αθλητικά παπούτσια. Έτσι κάπως ντυνόμουν κι εγώ στην ηλικία του. Αυτό νομίζω με έκανε να τον συμπαθήσω αμέσως, αν και εγώ είχα κάποτε γάτα, ποτέ σκύλο.
Ο Ασλάν είναι Σύρος. Πριν μερικές εβδομάδες αποφάσισε πως, για να γλιτώσει από τον ζόφο του πολέμου, έπρεπε να φύγει από τη Δαμασκό. Έτσι, μια μάλλον όχι τόσο ωραία μέρα, ο Ασλάν ξεκίνησε το αβέβαιο ταξίδι προς τη Δύση, αφήνοντας τα πάντα πίσω. Τα πάντα, εκτός από το σκύλο του, τη Ρόουζ. Μαζί περπάτησαν πεντακόσια χιλιόμετρα, και διένυσαν με άλλους τρόπους άλλα χίλια μέχρι να φτάσουν εντέλει στην ακτή της Λέσβου.
«Πώς και πήρες έναν τόσο μικρό σάκο για ένα τόσο μεγάλο ταξίδι;» τον ρώτησε κάποιος σε ένα βίντεο της Ύπατης Αρμοστείας, από το οποίο έμαθα κι εγώ την ιστορία του. Φαίνεται εύλογη η ερώτηση στην αρχή. Σε ένα ταξίδι άλλωστε συνήθως παίρνεις τα εφόδια που είναι απαραίτητα για τη διαδρομή και ό,τι είναι πιθανό να χρειαστείς στον προορισμό σου: την οδοντόβουρτσα, ένα βιβλίο, το μαγιό σου αν πας στην Κρήτη το καλοκαίρι, ή μια ομπρέλα αν πας στο Λονδίνο φθινόπωρο. Αυτό, θα έλεγε κανείς, ισχύει ακόμη περισσότερο σε ένα ταξίδι σαν του Ασλάν, στο οποίο τα εφόδιά σου μπορεί να κρίνουν αν θα καταφέρεις να φτάσεις στον προορισμό σου ή όχι. «I love this dog!» απαντά χαμογελώντας ο Ασλάν, διαλύοντας τον προβληματισμό και κάνοντας την ερώτηση να φαίνεται ανόητη.
Γιατί σε ένα ταξίδι σαν το δικό του δεν παίρνεις ό,τι χρειάζεσαι. Όχι. Παίρνεις ό,τι θέλεις να διασώσεις, ακόμη και αν αυτό αυξάνει το ρίσκο. Κι αυτό που θέλεις να διασώσεις είναι πάντα αυτό που αγαπάς πραγματικά. Αυτό χωρίς το οποίο δεν έχει νόημα να φύγεις.