Μπροστά!
Κάπου στη δεκαετία του ’90, ήταν πολύ δημοφιλές ένα τραγούδι του Διονύση Τσακνή, που έλεγε «γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον». Με τα περισσότερα προβλήματα της χώρας (φαινομενικά…) λυμένα, το παράπονο για τον πολύ κόσμο που δεν καταλαβαίνει τον αρνητισμό και την μιζέρια σου ήταν γοητευτικό — και αδρά επιδοτούμενο. Με αυτό τον τρόπο, το τραγούδι έγινε ύμνος της κούφιας αντίστασης, πέρασε πρώτα στις επαναστατικές συνειδήσεις, κατόπιν προχώρησε στην επόμενη δεκαετία και γνώρισε μεγάλες δόξες στα πρώτα χρόνια της κρίσης. Τόσο μεγάλες, που ο δημιουργός του έφτασε να γίνει Πρόεδρος της ΕΡΤ.
Γιατί έγινε τέτοια επιτυχία; Νομίζω για δυο λόγους. Πρώτον, γιατί ήταν αρκετά μίζερο· και, δεύτερον, γιατί εξέφρασε με περίσσια ειλικρίνεια την οπισθοδρόμηση. Ενώ οι περισσότεροι εξ αυτών που δεν μπορούσαν ή/και δεν ήθελαν να προχωρήσουν έμεναν να ακολουθούν απρόθυμα στις πλάτες των άλλων, ο Διονύσης Τσακνής «γύρισε τις πλάτες του στο μέλλον» και «έμεινε μονάχος στο παρόν του», τάχα για «να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται», αλλά, στην πραγματικότητα, για να μπορεί να ατενίζει ανενόχλητος το παρελθόν. Είπε, βέβαια, και ένα ψέμα, αποδεχόμενος να υποστεί «τις συνέπειες του νόμου», αλλά η Τέχνη δεν είναι πάντα ρεαλιστική.
Το τραγούδι αυτό θα μπορούσε να είναι το soundtrack του πολιτικού μας συστήματος: πόσο ήταν το έλλειμμα του 2009, ποιος εκτόξευσε τις κρατικές δαπάνες, εξεταστικές και κόντρα εξεταστικές για παραγεγραμμένα αδικήματα, πολιτικές ευθύνες, αναζήτηση των δεινών μας στην Τουρκοκρατία και στην απουσία του Διαφωτισμού. Όλοι (μα όλοι!) στραμμένοι στο παρελθόν, στο φαντασιακό μιας post mortem δικαίωσης, ότι τάχα για την καταστροφή φταίει η μη επιλογή της μαγικής λύσης που (νομίζουμε ότι) είχαμε. Και όλα αυτά, φυσικά, χωρίς κανένα επιμύθιο, χωρίς την παραμικρή αξία για το παρόν, για το από εδώ και πέρα.
Χθες ο Πρωθυπουργός της χώρας, γνωστός για την απαράμιλλη ικανότητά του να ασχολείται με το παρελθόν (και τη μνημειώδη ανικανότητά του να λύσει όχι πρόβλημα, αλλά τα κορδόνια του σήμερα), εγκαινίασε το Μουσείο Μπελογιάννη, στρέφοντας όλο το ενδιαφέρον του δημοσίου διαλόγου στον εμφύλιο. Σαν το σκυλί του Παβλόφ, η πλειονότητα των δημοσιολογούντων άκουσε «παρελθόν» και έσπευσε να ασχοληθεί με την προσωπικότητα του Νίκου Μπελογιάννη και το τι συμβολίζει στο σήμερα.
Δεν περίμενε κανείς τίποτα καλύτερο από τον Αλέξη Τσίπρα: είναι γνωστές οι εμμονές και οι δοξασίες του, καθώς και η περιφρόνησή του προς την Αστική Δημοκρατία. Σε όλα αυτά, δυστυχώς, αποδεικνύεται καθημερινά συνεπέστατος. Και όντως αξίζουν συγχαρητήρια στον Πρωθυπουργό για αυτή την έμπνευση: από τη μία, ικανοποίησε το θυμικό του προνομιακού του ακροατηρίου, που ζητά ιστορική δικαίωση ή, ακόμα χειρότερα, πολιτική ρεβάνς· από την άλλη, αποπροσανατόλισε τους αντιπάλους του, βάζοντάς τους στη διαδικασία να μιλήσουν για κάτι που (δυστυχώς) διαχρονικά απέτυχαν να κάνουν — να αποδομήσουν την αριστερή μυθολογία. Θα είναι αυτό αρκετό για να ανασχέσει την πολιτική του κατάρρευση; Πιθανότατα, ευτυχώς, όχι· αλλά ελπίζει να πετύχει μια ήττα με τους καλύτερους για εκείνον όρους.
Υπάρχει μόνο μια κριτική που μπορεί και πρέπει να ασκηθεί με σφοδρότητα προς τον Αλέξη Τσίπρα για τη χθεσινή του παράσταση: ότι δεν είναι ιστορικός, αλλά πολιτικός· και ότι έχει εκλεγεί, όχι για να μας πει την άποψή του για το τι έγινε πριν από εβδομήντα χρόνια, αλλά για το πώς πρέπει να είναι η χώρα που κυβερνά σε εβδομήντα χρόνια. Πρέπει να υποστεί κατακραυγή διότι επιμένει να διχάζει τους πολίτες του, χωρίς καν κάποιο παροντικό ή μελλοντικό διακύβευμα. Διότι θέλει το μέλλον μας να θυμίζει το πιο σκοτεινό μας παρελθόν, γιατί, όπως κάθε πωρωμένο ανθρωπάκι, νιώθει ασφάλεια στις βεβαιότητες που δημιούργησαν άλλοι, προτού καν αυτός γεννηθεί.
Η Εθνική Συμφιλίωση συντελέστηκε από ανθρώπους που είχαν προσωπική πικρή πείρα από τον Εμφύλιο, για να αλλάξει σελίδα η χώρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η κάθε πλευρά διαγράφει τη δική της θεώρηση για τα γεγονότα, αλλά ότι παύει να πολιτεύεται με βάση αυτή τη θεώρηση. Ο πειρασμός παραβίασης της συμφωνίας ήταν μεγάλος. Το αποτέλεσμα το βλέπουμε ανάγλυφο: το κακομαθημένο παιδί της Μεταπολίτευσης, κενός τυπικών και ουσιαστικών προσόντων, επανέφερε στην καθημερινότητά μας την εμφυλιοπολεμική ρητορεία και, αν καταφέρει για λίγο ακόμα να κρατηθεί στην εξουσία γαντζωμένος από τα ερείπια της χώρας, δεν αποκλείεται να μας φέρει σε καταστάσεις που θα θυμίζουν εμφύλιο.
Η απάντηση στον Αλέξη Τσίπρα δεν μπορεί να είναι η συμμετοχή στο γαϊτανάκι του παρελθόντος, αλλά, αντίθετα, η στροφή του βλέμματος στο μέλλον. Η απάντηση είναι η ενασχόληση με τα προβλήματα που τσακίζουν κάθε μέρα τη χώρα μας και η αναζήτηση λύσεων· η τεκμηρίωση και η επικοινωνία του μηνύματος της ανασυγκρότησης της χώρας. Εξάλλου, οι πρόγονοί μας δεν ασχολήθηκαν με τους δικούς τους προγόνους, αλλά με την εποχή τους. Ο πραγματικός και ολοκληρωτικός καταποντισμός των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα επέλθει όταν πάψουν να ορίζουν την ατζέντα του δημοσίου διαλόγου. Δύσκολο, αλλά δεν αξίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών κάποιος που πολιτεύεται στα εύκολα.
Είναι η ώρα να χαράξουμε την πρώτη και θεμελιώδη διαχωριστική γραμμή μεταξύ των νοσταλγών τού χθες και των δρώντων τού σήμερα. Ανάμεσα σε πολλούς από εκείνους που θα βρεθούν στη δεύτερη κατηγορία, εύλογα θα μας χωρίζει πολιτική άβυσσος — έτσι είναι η Δημοκρατία. Με όσους, όμως, βρεθούν στην πρώτη κατηγορία, η άβυσσος θα είναι πολιτειακή. Να το πούμε απλά: η μνήμη των πολιτικών μας προγόνων δεν τιμάται με μουσεία και αγάλματα· τιμάται με δουλειές και σωστούς μισθούς, τιμάται με δυναμικά πανεπιστήμια και αξιοπρεπή νοσοκομεία, τιμάται με καινοτομία και παραγωγή, τιμάται με δικαιοσύνη και ισότητα.
Τιμάται, τελικά, αφήνοντας το παρελθόν στην ησυχία του και κοιτώντας μπροστά.