Πόλεμος για το ποδόσφαιρο;

L
Μάκης Διόγος

Πόλεμος για το ποδόσφαιρο;

Με αφορμή την κόντρα Αλβανίας και Σερβίας για τα προκριματικά του Euro 2016, πολλοί ήταν εκείνοι που αναρωτήθηκαν μέχρι πού μπορεί να φτάσει μια ποδοσφαιρική κόντρα. Δυστυχώς το 1969 μια ποδοσφαιρική «κόντρα» στη Κεντρική Αμερική έφτασε μέχρι τον… πόλεμο με 6.000 νεκρούς. Το καλοκαίρι του 1969, Ελ Σαλβαδόρ και Ονδούρα διεκδικούσαν τη πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικού. Οι δύο χώρες ήταν τυπικές «μπανανίες» εκείνη την περίοδο, τις οποίες κυβερνούσαν στρατιωτικές δικτατορίες. Βρίσκονταν υπό την άμεση επιρροή της Ουάσιγκτον, που προωθούσε έναν κοινό οικονομικό χώρο στην περιοχή, ως αντίβαρο στην αυξανόμενη γοητεία της κομουνιστικής Κούβας.

Το Ελ Σαλβαδόρ, με έκταση περίπου όση η Πελοπόννησος, ήταν αρκετά πυκνοκατοικημένο με 3.000.000 κατοίκους, ενώ η Ονδούρα, με έκταση λίγο μικρότερη από της Ελλάδας, είχε μόλις 2.333.000 κατοίκους. Και οι δύο χώρες ήταν παλιές αποικίες της Ισπανίας, οι κάτοικοί τους μιλούσαν ισπανικά και ασπάζονταν στη συντριπτική τους πλειονότητα των ρωμαιοκαθολικισμό. Είχαν δύο ακόμη ομοιότητες: μαστίζονταν από τη φτώχεια και τις αβυσσαλέες κοινωνικές ανισότητες.

Ο δικτάτορας της Ονδούρας Οσβάλντο Λόπες Αρεγιάνο επιχείρησε αναδασμό της γης κάτω από την εντεινόμενη λαϊκή αντίδραση, αλλά ήταν ανίκανος να αντιπαρατεθεί με τους μεγάλους γαιοκτήμονες και τους Αμερικανούς. Έτσι, στράφηκε κατά της ακίνητης περιουσίας των μεταναστών από το Σαλβαδόρ, την οποία ουσιαστικά δήμευσε και τη μοίρασε στους ντόπιους ακτήμονες. Οι μετανάστες από το Σαλβαδόρ βρέθηκαν σε δύσκολη θέση. Έχοντας χάσει την περιουσία τους, ήταν ανεπιθύμητοι τόσο στη νέα, όσο και στην παλιά τους πατρίδα.

Στις 6 Ιουνίου 1969, οι εθνικές ομάδες των δύο χωρών παρατάχθηκαν στο στάδιο της πρωτεύουσας της Ονδούρας «Τεγκουσιγκάλπα» για τον πρώτο τους αγώνα στην προκριματική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970. Η Ονδούρα νίκησε 1-0, με γκολ που σημειώθηκε στις καθυστερήσεις. Ο Τύπος του Σαλβαδόρ άφησε υπονοούμενα για το παιχνίδι. Ο τρόπος που έχασε το Σαλβαδόρ προκάλεσε την αυτοκτονία της δεκαοχτάχρονης Αμέλια Μπολάνιος με το περίστροφο του πατέρα της. Η νεαρή κοπέλα χρίστηκε μάρτυρας από τους συμπατριώτες της, οι οποίοι ζητούσαν εκδίκηση στον επαναληπτικό.

Η ρεβάνς έγινε στις 15 Ιουνίου του 1969, στην πρωτεύουσα της χώρας Σαν Σαλβαδόρ, κάτω από πρωτοφανή μέτρα ασφαλείας. Η τοπική ομάδα νίκησε άνετα με 3-0 και ανανέωσε τις ελπίδες της για πρόκριση, αφού θα γινόταν και τρίτο παιγνίδι σε ουδέτερο γήπεδο. Παρά τα αυστηρά μέτρα, τα επεισόδια δεν αποφεύχθηκαν. Οι οπαδοί της Ονδούρας που είχαν ακολουθήσει την ομάδα τους δέχτηκαν επίθεση από ντόπιους κατά την επιστροφή τους, με αποτέλεσμα να σπάσουν τα τζάμια πολλών αυτοκινήτων και πούλμαν. Ο πρόεδρος του Σαλβαδόρ Φιντέλ Σάντσες Ερνάντες επέρριψε την ευθύνη των επεισοδίων στους κομμουνιστές.

Στις 26 Ιουνίου, το Σαλβαδόρ διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με την Ονδούρα, έπειτα από πληροφορίες για αντίποινα της αστυνομίας σε βάρος Σαλβαδοριανών μεταναστών. Την επομένη διεξήχθη και το τρίτο και καθοριστικό παιγνίδι. Το Ελ Σαλβαδόρ νίκησε με 3-2 στην παράταση και πήρε το εισιτήριο για το Μουντιάλ του Μεξικού.

Μέρα με την ημέρα η κατάσταση στα σύνορα των δύο χωρών χειροτέρευε και οι αψιμαχίες ήταν καθημερινό φαινόμενο. Τις πρωινές ώρες της 14ης Ιουλίου 1969 η σαλβαδοριανή αεροπορία βομβάρδισε την πρωτεύουσα της Ονδούρας Τεγκουσιγκάλπα, ενώ την ίδια ώρα οι χερσαίες δυνάμεις της πέρασαν τα σύνορα με την Ονδούρα. Μέχρι το βράδυ της 15ης Ιουλίου, είχαν εισχωρήσει σε βάθος 8 χιλιομέτρων, αλλά η προέλασή τους ανακόπηκε ελλείψει εφοδίων και, κυρίως, καυσίμων. Η αεροπορία της Ονδούρας με τη σειρά της είχε βομβαρδίσει τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις του Σαλβαδόρ.

Οι πολεμικές αεροπορίες και των δύο χωρών ήταν απαρχαιωμένες, καθώς χρησιμοποιούσαν ελικοφόρα αεροπλάνα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αμερικανικής κατασκευής. Στη μάχη μπήκαν και πολιτικά αεροπλάνα, διασκευασμένα με διάφορες πατέντες σε πολεμικά. Αναφέρθηκαν μάλιστα περιπτώσεις κατά τις οποίες τα πληρώματά τους έριχναν με το χέρι τις βόμβες. Μεγάλα προβλήματα αντιμετώπιζαν και οι χερσαίες δυνάμεις της Ονδούρας, καθώς πολλές μονάδες υπήρχαν μόνο στα χαρτιά. Οι αρμόδιοι στρατιωτικοί είχαν καταχραστεί τα χρήματα που τους είχαν εμπιστευτεί…

Το πρωί της 16ης Ιουλίου, η κατάσταση στα πεδία των μαχών βρισκόταν σε αδιέξοδο. Οι Σαλβαδοριανοί κυριαρχούσαν στο έδαφος και οι Ονδουριανοί στον αέρα. Και οι δύο χώρες ζήτησαν τη βοήθεια του πάτρωνά τους. Οι ΗΠΑ τους την αρνήθηκαν και έριξαν το βάρος τους στην επίτευξη εκεχειρίας μέσω του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών (OAS). To βράδυ της 18ης Ιουλίου επετεύχθη συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός και απόσυρση των δυνάμεων του Σαλβαδόρ στα εδάφη του. Τέθηκε σε ισχύ στις 20 Ιουλίου, και τα στρατεύματα του Σαλβαδόρ ολοκλήρωσαν την αποχώρησή τους από τα εδάφη της Ονδούρας στις αρχές Αυγούστου.

Τα θύματα του πολέμου των 100 ωρών έφτασαν τα 6.000 και από τις δύο πλευρές, ενώ 100.000 άνθρωποι ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους. Εξαιτίας του πολέμου, οι χούντες και στις δύο χώρες ενδυναμώθηκαν, ενώ η δημιουργία της κοινής αγοράς της Κεντρικής Αμερικής καθυστέρησε 22 ολόκληρα χρόνια. Απόρροια αυτού του πολέμου ήταν και ο εμφύλιος πόλεμος στο Σαλβαδόρ, μεταξύ του σκληρού δεξιού καθεστώτος της χώρας και του αριστερού Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου «Φαραμπούντο Μαρτί» (FMLN), που διήρκεσε έως το 1991.

Έντεκα χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου, και συγκεκριμένα στις 30 Οκτωβρίου 1980, οι δύο χώρες υπέγραψαν συνθήκη ειρήνης και αποφάσισαν να φέρουν τις συνοριακές διαφορές τους ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Το Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του το 1992 και προσκύρωσε το μεγαλύτερο μέρος των διαφιλονικούμενων εδαφών στην Ονδούρα. Σήμερα, Ελ Σαλβαδόρ και Ονδούρα με δημοκρατικά καθεστώτα συνεχίζουν τις διαδικασίες για την εφαρμογή της απόφασης του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, ενώ διατηρούν ομαλές διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις, στο πλαίσιο της Κοινής Αγοράς της Κεντρικής Αμερικής.

Η ειρωνεία; Ο «Πόλεμος του Ποδοσφαίρου» δεν έλαβε μεγάλη δημοσιότητα, καθώς η προσοχή του κόσμου ήταν επικεντρωμένη στην μεγάλη προσπάθεια του πληρώματος του διαστημοπλοίου Απόλλων 11 να πατήσει για πρώτη φορά το πόδι του στη Σελήνη.

[ Βιβλιογραφία: Ρίτσαρντ Καπισίνσκι, «Ο Πόλεμος του Ποδοσφαίρου» (Μεταίχμιο) ]