Και το όνομα αυτής: «Βόρεια Μακεδονία»
Οι λόγοι τελείωσαν, οι ψήφοι καταμετρήθηκαν, οι υπογραφές έπεσαν, τα νέφη των δακρυγόνων που παραξένεψαν λίγο τα ζώα και τα φυτά γύρω από τη Μεγάλη Πρέσπα πρέπει σιγά-σιγά να έχουν διαλυθεί, το γεύμα τελείωσε και αυτό, και τώρα όλοι –πολιτικοί, πολίτες, μέλη των σωμάτων ασφαλείας– προσπαθούν να περάσουν μερικές ώρες χαλάρωσης παρακολουθώντας τον αγώνα Γερμανία-Μεξικό, γιατί το Σαββατοκύριακο ήταν σύντομο και η καινούργια εβδομάδα καραδοκεί.
Πριν αφήσουμε τα γεγονότα να γίνουν παρελθόν, και ίσως ιστορία, ας ρίξουμε μια τελευταία ματιά σε αυτήν την περίφημη συμφωνία, που για τους μεν είναι η Λυδία Λίθος της οριστικής λύσης ενός προβλήματος που σοβεί εδώ και έναν αιώνα και για τους δε το ντοκουμέντο της τελικής και άνευ όρων υποταγής σε έναν μοχθηρό και ύπουλο εχθρό.
Για να αποτιμήσουμε όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικά το περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας, πρέπει τουλάχιστον να αποδεχτούμε ως κοινή αφετηρία την ιδέα ότι είναι προς όφελος όλων των άμεσα και έμμεσα ενδιαφερόμενων πλευρών που θέλουν να είναι μέρος της Δύσης, δηλαδή της Ελλάδας, της ακόμα πΓΔΜ, της Αλβανίας, της Βουλγαρίας, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, η σταθεροποίηση και διατήρηση της διακριτής κρατικής οντότητας αυτού του κράτους που σε ένα χρόνο σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα θα μπορεί να αυτοαποκαλείται «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας». Με αυτό ως δεδομένο, είναι προφανές ότι το κράτος αυτό πρέπει να έχει όλα τα γνωρίσματα ενός διακριτού κράτους, κάτι που συμπεριλαμβάνει εκτός από το όνομα τον επίσημο χαρακτηρισμό της πολιτειακής εθνικότητας, δηλαδή της υπηκοότητας των πολιτών του (ανεξάρτητα από τον επιμέρους εθνοτικό τους αυτοπροσδιορισμό) και την επίσημη πολιτειακή γλώσσα (ή τις γλώσσες, σε περίπτωση που το σύνταγμα το προβλέπει). Και σε αυτήν την λεπτομέρεια έγκειται η διαφωνία τόσο με την πΓΔΜ όσο και στο εσωτερικό της Ελλάδας που εμπόδισε μια συμφωνία εδώ και 26 χρόνια και προκάλεσε τη σφοδρή αντίδραση τώρα που η ελληνική κυβέρνηση συναίνεσε σε έναν συμβιβασμό που αποδέχεται όλοι αυτοί οι βασικοί όροι που χαρακτηρίζουν την οντότητα ενός ανεξάρτητου κράτους να περιέχουν την λέξη «Μακεδονία» και τα παράγωγά της.
Χωρίς να είναι δυνατόν εδώ να εξετάσω όλες τις προτάσεις και τις αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν μέχρι τώρα, είμαι της γνώμης ότι η επιλογή της διατήρησης του όρου «Μακεδονία» και η εφαρμογή του τόσο στον χαρακτηρισμό της πολιτειακής εθνικότητας όσο και της επίσημης γλώσσας του κράτους ήταν η καλύτερη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται και για μία πολιτική πανάκεια που θα σβήσει μεμιάς όλο το βαρύ παρελθόν που σκιάζει τις σχέσεις τόσο των δύο κρατών όσο και των πληθυσμών τους, που υπέφεραν πολύ από τη διαμάχη για την κυριαρχία της ομώνυμης περιοχής, η οποία όπως γνωρίζουμε εκτείνεται γεωγραφικά και στη γειτονική Βουλγαρία. Και φυσικά δεν πρόκειται να αποτρέψει εντελώς την ανάδυση νέων προβλημάτων στο μέλλον. Όμως είναι κατά τη γνώμη μου η μόνη λύση που θα μπορέσει να περιορίσει και να αποσοβήσει τις μελλοντικές κρίσεις και μακροπρόθεσμα να επιτρέψει τη σταθεροποίηση της συνεργασίας και την εμπέδωση της Ευρωπαϊκής Ιδέας στα νότια Βαλκάνια.
Ποια θα ήταν η εναλλακτική λύση όσον αφορά την πολιτειακή υπηκοότητα και τη γλώσσα; Να αποκαλούνται, όπως πρότειναν μερικοί γλωσσοδίφες και αυτόκλητοι εθνολόγοι, με παράγωγα του όρου «σλαβικός» και «βουλγαρικός»; Αυτό όμως, εκτός από την αντίδραση που θα προκαλούσε στις άλλες εθνοτικές ομάδες που κατοικούν στην χώρα, ιδιαίτερα στους Αλβανούς, θα έδινε επιχειρήματα σε εκείνη την μερίδα της βουλγαρικής πολιτικής ζωής που προσπαθεί να αναζωπυρώσει τα εθνικιστικά και μεγαλοϊδεατικά πάθη στη χώρα της και να την απομακρύνει έτσι από την ευρωπαϊκή οικογένεια. Το ίδιο ισχύει, σημειωτέον, και για ανάλογες βλέψεις και προθέσεις από την πλευρά της Σερβίας. Ο προσδιορισμός της πολιτικής, εθνικής και γλωσσικής ταυτότητας της γειτονικής χώρας ως «μακεδονική» την προστατεύει λοιπόν από τυχόν μεγαλοϊδεατικές ορέξεις των βορείων και ανατολικών γειτόνων της και τους αναγκάζει να συνεργαστούν μαζί της στα πλαίσια των πολιτειακών και στρατιωτικών συσπειρώσεων της Δύσης.
Μένει να εξετάσουμε τον κίνδυνο για την Ελλάδα που υποτίθεται ότι απορρέει από τον μεγαλοϊδεατισμό τής εφεξής Βόρειας Μακεδονίας και στρέφεται εναντίον της ελληνικής Μακεδονίας. Όμως αυτός ο κίνδυνος για να είναι ρεαλιστικός θα προϋπέθετε ότι ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων της ελληνικής Μακεδονίας θα ανακάλυπτε ξαφνικά τη «μακεδονική» του ταυτότητα και θα επιζητούσε την ένωση με τους βόρειους «αδελφούς» του – κάτι που τουλάχιστον για το προβλεπτό μέλλον ανήκει στο πεδίο της alternative history. Αλλά, ακόμα και εάν δημιουργείτο ένα ορατό αλυτρωτικό ρεύμα στον πληθυσμό της ελληνικής Μακεδονίας, ο εθνικοπολιτικός προσδιορισμός της Βόρειας Μακεδονίας ως κράτους-έθνους με διακριτή εθνικότητα και γλώσσα θα την εμπόδιζε να προωθήσει τέτοια σχέδια, γιατί αυτά θα συναντούσαν όχι μόνο την αντίθεση της Ελλάδας αλλά και των υπολοίπων γειτόνων της. Γιατί μπορεί μεν να μην αποκλείεται να έχουν Βουλγαρία και Σερβία βλέψεις στη Μακεδονία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα της επέτρεπαν την προσάρτηση περιοχών ενός άλλου κράτους – όπως και η Ελλάδα δεν θα επέτρεπε ποτέ την προσάρτηση της βουλγαρικής Μακεδονίας στη Βόρεια Μακεδονία.
Μένει να εξετάσουμε το επιχείρημα ότι με ένα εντελώς άλλο όνομα που δεν περιέχει τον όρο «Μακεδονία» ούτε στο όνομα του κράτους και φυσικά ούτε στον χαρακτηρισμό της πολιτικής εθνικότητας και της επίσημης γλώσσας, όλα αυτά τα υποθετικά σενάρια θα καταστούν όχι μόνο απίθανα αλλά αδύνατα. Όμως οι υποστηρικτές αυτού του επιχειρήματος πλανώνται: Διότι ακόμα και αν το κράτος αυτό ονομαζόταν «Δημοκρατία της Shangri-La», κανείς δεν θα μπορούσε να το εμποδίσει να συμπεριλαμβάνει μια περιοχή στα νότια σύνορά του με την Ελλάδα επονομαζόμενη «Μακεδονία της Shangri-La», με κατοίκους εθνοτικά αυτοπροσδιοριζόμενους ως «Μακεδόνες» με γλώσσα τα «μακεδονικά», όπως αυτό περίπου ίσχυε όσο η πΓΔΜ ήταν ενσωματωμένη στη Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Και φυσικά κάτι τέτοιο δεν θα την εμπόδιζε να υποθάλπει μεγαλοϊδεατικές και αλυτρωτικές τάσεις στον πληθυσμό αυτής της περιοχής.
Η χρήση του όρου «Μακεδονία» ως συστατικού τόσο της κρατικής ονομασίας όσο και της πολιτικής και γλωσσικής οντότητας αυτού του κράτους καθιστά λοιπόν τη χρήση του διαφανή και του θέτει όρια που μπορούν να ελεγχθούν από όλους. Ενσωματώνει τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας σε ένα σύστημα ελέγχων και ισορροπιών τόσο στο νοτιοβαλκανικό όσο και στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Και δημιουργεί και ενισχύει την ανοσία στις τοξίνες που προσπαθούν να διαβρώσουν το ευρωπαϊκό εγχείρημα εκ των έσω.
Σημαίνει αυτό ότι η παρούσα κυβέρνηση ενήργησε σοφά; Πολύ φοβάμαι πως όχι, γιατί τότε θα χρησιμοποιούσε επιχειρήματα παρόμοια με αυτά που παρέθεσα εδώ αντί να αναλωθεί σε έναν πόλεμο λάσπης και συκοφαντίας ενάντια στους πολιτικούς αντιπάλους της και να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει αυτή την ιστορική συμφωνία ως εργαλείο διεμβολισμού και διάσπασης της αντιπολίτευσης. Όχι, αυτοί που κόσμησαν με την υπογραφή τους τη συνθήκη από την ελληνική πλευρά δεν ενήργησαν ούτε σοφά, ούτε με βάση τον ορθό λόγο. Απλά μυρίστηκαν πού είναι το λουκάνικο της πολιτικής τους επιβίωσης και ακολούθησαν τη μυρωδιά.