Εκτός κοινωνικού συμβολαίου
Η πυρκαγιά της προηγούμενης Δευτέρας πέρασε και από το σπίτι μου στο Κόκκινο Λιμανάκι που βρέθηκε κυριολεκτικά στον δρόμο της φωτιάς. Για καλή μας τύχη σώθηκε η οικογένειά μου –εγώ εκείνη την ώρα μόλις είχα φτάσει στην Άνδρο και ετοιμαζόμουν να περάσω ένα ωραίο τριήμερο με τη γυναίκα μου–, αλλά και το σπίτι έμεινε σχεδόν άθικτο, με μόνες απώλειες τα δύο πεύκα του κήπου και τα κάτι αγγελικές. Ήθελα λοιπόν να γράψω ένα κείμενο όπου θα προσπαθούσα να αναλύσω αυτούς τους παράγοντες που συνετέλεσαν σε αυτήν την κατά σύμπτωση σωτηρία, η οποία δεν οφείλεται ούτε σε θαύμα και ούτε σε κάποιον φύλακα άγγελο – θεωρώ μόνο και μόνο την επίκληση της Θείας παρέμβασης ως ύβρι. Ήθελα να κάνω αυτή την ανάλυση γιατί είμαι της γνώμης πως, αν αυτοί οι παράγοντες είχαν δράσει πιο συστηματικά, τότε και τα θύματα αλλά και οι υλικές ζημίες θα ήταν πολύ λιγότερες, και αυτό άσχετα από την αδυναμία και την ολιγωρία του κρατικού μηχανισμού.
Όμως δεν μπορώ να γράψω αυτό το κείμενο και ο λόγος που δεν μπορώ δεν είναι το αίσθημα θλίψης για τα θύματα που με διακατέχει, όπως όλους μας, αλλά το αίσθημα οργής που νιώθω βλέποντας την αντιμετώπιση της κατάστασης από αυτούς που υποτίθεται ότι κλήθηκαν να κυβερνήσουν τη χώρα υποσχόμενοι ότι θα τηρήσουν κάθε λέξη του συντάγματος και ότι θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να αποτρέψουν κάθε βλάβη από του κατοίκους αυτής της χώρας.
Και δεν είναι το επικοινωνιακό σόου που έστησαν τις πρώτες ώρες της καταστροφής αυτό που με εξοργίζει, και για να πω την αλήθεια δεν είναι καν η αδυναμία τους να παραδεχτούν ότι πήραν λανθασμένες αποφάσεις – εκείνο το απόγευμα όλοι όσοι αναγκάστηκαν να κρίνουν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα εάν υφίστατο κίνδυνος και πως έπρεπε να τον αντιμετωπίσουν πήραν αποφάσεις που για πολλούς αποδείχθηκαν τραγικές και για άλλους σωτήριες.
Αυτό που με εξοργίζει και με εμποδίζει να προσπαθήσω να δω από μια ορθολογική σκοπιά το γεγονός τής κατά σύμπτωση σωτηρίας είναι το γεγονός ότι οι κυβερνώντες, όλοι ανεξαιρέτως, προσπαθούν να αποποιηθούν τις ευθύνες τους χρησιμοποιώντας τους νόμους ως όπλο αμύνης εναντίον κάθε κατηγορίας. Στην περίπτωσή μας πρόκειται για τους νόμους που διέπουν τη χωροταξική ρύθμιση της επικράτειας και την οργάνωση του τρόπου δόμησης και οίκησής της. Και έτσι ανακάλυψαν ότι στην περιοχή που δέχθηκε το μεγαλύτερο πλήγμα από την πύρινη λαίλαπα και πλήρωσε το μεγαλύτερο τίμημα σε ανθρώπινες ζωές και περιουσία δεν «τηρήθηκαν οι κανόνες», αφήνοντας προφανώς να εννοηθεί ότι η καταστροφή ήταν κάτι σαν Θεία τιμωρία για τις αμαρτίες γονέων, οι οποίες ως γνωστόν παιδεύουσι τέκνα.
Όμως γιατί δεν τηρήθηκαν οι κανόνες; Επειδή μια μέρα μερικοί πλεονέκτες αποφάσισαν να καταπατήσουν ένα παρθένο δάσος και να χτίσουν εκεί τις καλύβες τους, τις οποίες με τον καιρό τα παιδιά τους μετέτρεψαν σε παλάτια; Μια ματιά στην ιστορική διαδρομή της οίκησης των περιοχών της ανατολικής Αττικής με ιστορικής σημασίας ονόματα όπως Νέα Μάκρη ή Νέα Τριγλία (Ραφήνα) θα μας δείξει ότι οι περιοχές αυτές, που ιστορικά δεν ήταν ποτέ στην πλειοψηφία τους δασικές αλλά αγροτικές, μετετράπησαν από το ίδιο το ελληνικό κράτος σε περιοχές προς δόμηση, είτε για να εγκατασταθούν εκεί πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, είτε για να ικανοποιηθεί η αυξανόμενη ανάγκη των κατοίκων της Αθήνας από τον Μεσοπόλεμο και ύστερα να αποκτήσουν κοντά στον αστικό ιστό ένα καλοκαιρινό θέρετρο – κάτι που ανήκει ιστορικά στον τρόπο ζωής όχι μόνο των κατοίκων της Ελλάδας αλλά και της ευρύτερης περιοχής της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Τα προβλήματα «μη τήρησης κανόνων» δημιουργήθηκαν όμως επειδή η διαδικασία αυτή της μεταβολής των περιοχών από αγροτικές σε αστικές δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι λόγοι που συνέτειναν σε αυτό είναι πολλοί και ποικίλοι και έχουν να κάνουν επί το πλείστον με τα συγκρουόμενα οικονομικά και προσωπικά ενδιαφέροντα (δεν χρησιμοποιώ τον όρο «συμφέροντα» για λόγους που θα αναλύσω σε άλλο κείμενο) των παλαιών κατοίκων της περιοχής και των νέων εποίκων. Το αποτέλεσμα ήταν η κανονικοποίηση των περιοχών αυτών και η ένταξή τους στον πολεοδομικό σχεδιασμό να γίνει κατά κύματα και με τρόπο αυθαίρετο, χωρίς ακόμα να έχει ολοκληρωθεί. Έτσι υπάρχουν ακόμα περιοχές εκτός σχεδίου πόλεως, που βρίσκονται όμως περικυκλωμένες από περιοχές που έχουν ενταχθεί στο σχέδιο, πολλά από τα κτίσματα έχουν ανεγερθεί επάνω στη βάση μη επαρκουσών αδειών και προφανώς η έλλειψη ενός γενικού πολεοδομικού σχεδίου έχει ως συνέπεια οι υφιστάμενοι αγροτικοί δρόμοι να μην πληρούν τις σύγχρονες προδιαγραφές.
Δεν θέλω να προχωρήσω περισσότερο στην ιστορικο-πολιτική ανάλυση του προβλήματος της «μη τήρησης των κανόνων». Αυτό που με ενδιαφέρει εδώ και με εξοργίζει είναι ότι οι κυβερνώντες χρησιμοποιούν αυτό το ελλαττωματικό και ανεπαρκές νομικό πλαίσιο, όχι μόνο για να δικαιολογήσουν την ανικανότητά τους, αλλά και για να κρατήσουν άμωμο το «ηθικό πλεονέκτημά» τους. Δεν αρκούνται στο να δικαιολογήσουν την αδυναμία τους επικαλούμενοι την αρχή ultra posse nemo obligatur (δεν υποχρεώνεται κανείς πέραν των δυνάμεών του), αλλά περνούν στην ηθική αντεπίθεση θέτοντας με την επίκληση της «μη τήρησης κανόνων» κατοίκους και περιοχή εκτός νόμου και επιρρίπτοντας την ευθύνη της καταστροφής στα θύματά της. Το μόνο που δεν ακούστηκε ακόμα είναι ότι η περιοχή θα έπρεπε να είχε εκκαθαριστεί με μια αστυνομική επιχείρηση.
Με τη στάση της η κυβέρνηση έθεσε ακόμα μια φορά έναν αριθμό πολιτών εκτός κοινωνικού συμβολαίου και τους εξόρισε από την κανονική ζωή. Γι’ αυτό και αρκέστηκε στην κήρυξη ενός συμβολικού εθνικού πένθους το οποίο έμεινε μόνο στα λόγια και δεν σκέφτηκε καν να οργανώσει μια συλλογική εκδήλωση πένθους όπως θα έκαναν κυβερνήσεις που πραγματικά σέβονται τον όρκο τους στο σύνταγμα και λειτουργούν με γνώμονα το κοινό καλό. Αλλά το κύριο μέλημα της κυβέρνησης της ΠΦΑ δεν είναι η σωτηρία των ανθρώπων που της εμπιστεύτηκαν τις τύχες τους.
Γιατί αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν το ηθικό ανάστημα να ανταποκριθούν στις προσδοκίες τoυς.