Αύρα αναγεννησιακού κόσμου

C
Γιώργος Παππάς

Αύρα αναγεννησιακού κόσμου

«H ποίηση ή θα αφορά τον οικουμενικό άνθρωπο ή δεν θα είναι ποίηση», σημειώνει νωρίς στο «Μετά τα Αφύσικα» ο Γιάννης Π.Α. Ιωαννίδης. Και το ζητούμενο βέβαια είναι πώς θα ορίσουμε τον οικουμενικό άνθρωπο, και πώς θα εστιάσουμε στο τι μπορεί να τον αφορά, σε εποχές πάσχουσες από διαταραχές συγκέντρωσης. Ως ποίηση, πάλι, μπορεί να οριστεί η όλη πορεία του Ιωαννίδη: καθηγητής στο Στάνφορντ, στον χώρο της ιατρικής βιβλιογραφίας θρυλικός και συνεχώς ανανεωτικός, στον χώρο της γραφής ιδιόμορφος, σχεδόν απόκοσμος (αλλά είπαμε: το ζήτημα είναι για ποιον κόσμο μιλάμε).

Το «Μετά τα Αφύσικα» είναι μία συλλογή γραπτών του Ιωαννίδη: κρυπτική, πολυεπίπεδη, ονειρική πρόζα που βρίθει αναφορών στην τέχνη (την αρχιτεκτονική, τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική) και στο τοπίο της Δυτικής Ευρώπης, και που σε καλεί/ αναγκάζει να την επισκεφτείς σε περισσότερες της μιας αναγνώσεις, εναλλασσόμενη με τον δημόσιο λόγο του, επιθετικό έως ανεξέλεγκτο, αναφερόμενο ίσως σε έναν ιδεατό κόσμο.

Είμαι υποκειμενικός καθώς τον γνωρίζω ώς έναν βαθμό, από την παρουσία του στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων πριν κάποια χρόνια. Για τον λόγο αυτό όμως δεν σταματά και να με εκπλήσσει: όχι μόνο επειδή είναι θαυμαστά αυτά που έχει προσφέρει στον κοινό μας χώρο, αυτόν της Ιατρικής, όχι μόνο επειδή αποτελεί ερέθισμα συνεχές για όποιον επιθυμεί να επανορίσει τα αξιώματα της επιστήμης, αλλά και επειδή, όποιος γνωρίσει των Ιωαννίδη θα γνωρίσει ένα αιώνιο παιδί, ένα επίμονο χαμόγελο, μια εικόνα που δεν αντιστοιχεί στα κρυπτικά ποιητικά γραπτά του. Ή πάλι, μπορεί και να αντιστοιχεί ακριβώς: είναι ένας αναγεννησιακός άνθρωπος ο Ιωαννίδης, κατοικεί στον κόσμο που επέλεξε και που καλεί να επιλέξει κι ο αναγνώστης, ο επιστήμονας, ο ενεργός πολίτης.

Το «Μετά τα Αφύσικα» δεν είναι εύκολο ανάγνωσμα. Απαιτεί πλήρη εστίαση κι ακόμη περισσότερο: «Πρόθεσή μου είναι, αν ένας αναγνώστης αποφασίσει να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο κείμενο, το κείμενο να συνεχίσει να τον ανταμείβει με περισσότερα ευρήματα και να μην εξαντλείται στην πρώτη επιφανειακή ή δεύτερη ή έστω τρίτη ανάγνωση», λέει ο ίδιος. Ακόμη ακριβέστερα, συχνά καλείται κάποιος «να διαβάσει το άσπρο κενό ανάμεσα στα τυπωμένα γράμματα». Ο λόγος του Ιωαννίδη ανοίγει παράθυρα (σαν αυτό που αντικρίζει την Αδριατική στο εξώφυλλο του βιβλίου), αρκεί να θες να κοιτάξεις, αρκεί να έχεις χρόνο να κοιτάξεις, αρκεί να αποφασίσεις πως έχεις χρόνο να κοιτάξεις. Αν κοιτάξεις, θα συναντήσεις σκιές του λατινικού και του αρχαιοελληνικού κόσμου, μεσαιωνικές δέσποινες, καθρέφτες ψυχών και αφηγητών.

Αλλά ο Ιωαννίδης είναι και ο δημόσιος, προκλητικός του λόγος, εδώ εκπροσωπούμενος από την πρότερη τακτική αρθρογραφία του στη Huffington Post (και με μια διακριτική πληροφόρηση για την αιτία διακοπής της αρθρογραφίας αυτής — φιλοξενείται πια στην Καθημερινή). Ο δημόσιος λόγος του Ιωαννίδη είναι απόλυτος: «Θαυμάζω επίσης τον κάθε πολίτη όποτε προσπάθησε για το καλύτερο σε ό,τι κάνει, όποιον έκανε οτιδήποτε ωφέλιμο, όμορφο, ευγενικό χωρίς να θέλει να γίνει εξουσιαστής», λέει, και επιμένει στην αξιολόγηση, τη μετρήσιμη αριστεία, την επανατοποθέτηση των κοινωνικών ηρώων, την κανονικότητα εντέλει. Μια κανονικότητα που σαφώς δεν έζησε στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων στη θητεία του, πριν αποφασίσει να ξαναφύγει «όσο γίνεται μακρύτερα από το όνειδος που χαρακτήριζε ως “επανάσταση” την αναίσχυντη τεμπελιά του καταληψία». Ο Ιωαννίδης είναι αυστηρός με όλους, όμως προτείνει. Επανέρχεται στις δικές του 10 ιδέες, τις αναλύει και αποδεικνύει, μετρήσιμα, πώς θα ωφελούσαν τον τόπο. Δεν σταματά να τον εκπλήττει ότι οι περισσότερες από αυτές τις προτάσεις θα έπρεπε να είναι αυτονόητες.

Θα μπορούσε κανείς να αντικρούσει στον δημόσιο λόγο του Ιωαννίδη πως αυτός επέλεξε να φύγει, πως επέλεξε να μη δώσει εδώ τη μάχη για να φέρει την αύρα του αναγεννησιακού του κόσμου. Πως αποδέχτηκε την ήττα του. Είναι μια συζήτηση που την έχω κάνει, νοητά, μαζί του πολλές φορές. Ο ίδιος απαντά στο «Μετά τα Αφύσικα»:

Όπως ήδη καταλάβατε, το μεγαλύτερο μέρος της χώρας μου είναι θάλασσα και υπόγεια ρεύματα και αυτό την κάνει ασταμάτητα να ταξιδεύει. Η χώρα μου ταξιδεύει πιο μακριά από μένα, εγώ μετά βίας προσπαθώ να την παρακολουθήσω. Στη στεριά η χώρα μου αποβιβάζεται σπάνια, και, όταν το κάνει, είναι για λίγο, μόνο για μερικούς αιώνες, ή από ανάγκη, σαν ναυαγός που ξεβράστηκε στην παραλία. Η ενδοχώρα είναι πάντα άγνωστη, μπορεί να χιονίζει ή να κατοικείται από ανθρώπους που ξέρουν καλά το συμφέρον τους… Είμαι κακός έμπορος ή συνήθως δεν έχω τίποτε να εμπορευτώ, άλλο από νοσταλγία, γιατί τη δικαιοσύνη, τη μνήμη και την αξιοκρατία μού τις έχουν στερήσει από καιρό.

[ Πηγή εικονογράφησης ]