Οι εκδοχές του έρωτα

C
Βίβιαν Αβρααμίδου-Πλούμπη

Οι εκδοχές του έρωτα

Ποιος θα μπορούσε να γράψει με μεγαλύτερη ευαισθησία για τη Χιουρρέμ από τη Σοφία Διονυσοπούλου; Αναφέρομαι στο βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Το ροδακιό με τίτλο «Σε ονομάζω Χιουρρέμ».

Είναι μια «εποχή τόσο οικεία αλλά και τόσο μακρινή», θα πει κάπου η ίδια η συγγραφέας. Η Ροξελάνη είναι η κεντρική φιγούρα στο έργο. Χιουρρέμ, δηλαδή προσηνή, αυτή που σε κάνει χαρούμενο, την ονόμασε ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής. Ήταν κόρη ενός ορθόδοξου Γάλλου ιερέα από τη Ρουθηνία (σημερινή Ουκρανία) που κέρδισε τη πρώτη θέση ανάμεσα στις γυναίκες του χαρεμιού του. «Στήριξέ με, Χιουρρέμ, με τη λαλιά σου…» ζητά η ποιήτρια από τη Σουλτάνα. Μα, πιστέψτε με, δεν χρειάζεται καμιά στήριξη. Η συγγραφέας έχει μελετήσει τόσο βαθιά την εποχή, την ιστορία τους, μα πιο πολύ έχει εντρυφήσει στα ποιήματα που έχει γράψει για τη Χιουρρέμ ο άνθρωπος που τη γνώρισε περισσότερο και καλύτερα από όλους. Ο ίδιος ο Σουλεΐμάν. Η Σοφία Διονυσοπούλου έχει μεταφράσει ένα ιδιαίτερα δύσκολο έργο που κυκλοφόρησε την περσινή χρονιά από τις Εκδόσεις Στερέωμα με τίτλο «Ερωτευμένος», με ποιήματα που είχε γράψει ο Σουλτάνος για την εκλεκτή και αγαπημένη του.

Ο ίδιος ο τρόπος γραφής στο έργο «Σε ονομάζω Χιουρρέμ» μιλά από μόνος του. Μια ποιητική σύνθεση, όπως κατηγοριοποιείται από την ίδια την ποιήτρια, μια ιδιόμορφη σύνθεση μέσα από την οποία καταφέρνει ακριβώς αυτό που επιχείρησε να κάνει («Χωρίς την πλήξη του ιστορικού μυθιστορήματος […] χωρίς τη βεβήλωση της λογοτεχνικότητας»), με έναν λόγο ιδιαίτερο, βαθιά θεατρικό, με μονολόγους που εναλλάσσονται συνέχεια και που μας ταξιδεύουν στα μονοπάτια της Κωνσταντίνιγιε, όπως λέει την Πόλη η Χιουρρέμ, για να μας διηγηθεί έναν δυνατό έρωτα, εμποδίζοντας «να τον σκουριάσει η Ιστορία».

Τα μόνα σημεία στίξης που κρίνει χρήσιμα και απαραίτητα η ποιήτρια είναι τα ερωτηματικά και τα θαυμαστικά, δίνοντας στην ιστορία μια συνεχή κυκλική κίνηση, αποκαλύπτοντας τις προδοσίες και τις ατελείωτες δολοπλοκίες που διαδραματίστηκαν στο Παλάτι. Ένας ατελείωτος κύκλος που στην περιφέρειά του το ένα γεγονός έφερνε το επόμενο: «…Έτρεμα αλλά ήξερα / Το τέλος ήταν πίσω / Πλησίαζε η αρχή». Με την ανάμιξη κεφαλαίων και μικρών γραμμάτων, ακόμα και μέσα στην ίδια λέξη, τονίζει, τραγικοποιεί, χρωματίζει.

Σαν σε θεατρικό έργο, όλοι έχουν τον ρόλο τους στο έργο της Διονυσοπούλου. Ο ίδιος ο Σουλτάνος, βέβαια η Χιουρρέμ, η δολοπλόκος Σουλτάνα Μαχιντεβράν και ο γιος της, η μητέρα του Σουλειμάν, Βαλιντέ, αλλά και ο άλλοτε αγαπημένος του Σουλτάνου, ο Ιμπραήμ της Πάργας. Θα διαδραματίσουν όμως τον ρόλο που η ίδια —μελετώντας σε μεγάλο βάθος τα ιστορικά ντοκουμέντα και τις διάφορες πηγές— θ’ αποφασίσει να τους γράψει. Από τις εκδοχές που κατέγραψε η ιστορία, θα διαλέξει εκείνες που η ίδια πίστεψε ως πιθανές, και, ποίημα το ποίημα, στίχο τον στίχο, θα γνωρίσουμε σφαιρικά την ιστορία του έρωτα του Σουλτάνου και της αγαπημένης του:

Χνάρια ψάχνεις Βρίσκεις χάνεις Τρυπώνεις σε διαδρόμους Ανοίγεις χάρτες Βλέπεις εκστρατείες Προχωράς Μπροστά σου φαρμακωμένες παλλακίδες Αγάδες με σημειώματα και φουσκωτά πουγκιά Ταφτάδες ΦΣΣΣ μετάξια ΧΣΣΣ Ρουμπίνια σμαράγδια…

Η Διονυσοπούλου όμως δεν μένει μόνο στο τότε. Με μία σειρά καταγγελτικούς στίχους, θα φέρει την ιστορία της Χιουρρέμ στο σήμερα. Μέσα από αυτούς, η Χιουρρέμ θα έρθει σε διάλογο με τη νεαρή μουσουλμάνα τού σήμερα, το κορίτσι με την μπούρκα, για να τη φέρει μπροστά στις ευθύνες της. Της θυμίζει τη δική της συνεισφορά, τις δικές της επιλογές, τον δικό της ρόλο στα δικά της δύσκολα που συνάντησε στη ζωή της αιώνες πριν. Θα της πει:

Τι έκανα, κορίτσι με την μπούρκα; Στύλωσα άμυαλα τα πόδια; / Κλείστηκα στο καβούκι μου; / Ή μήπως ζάρωσα σε μια γωνιά; / Τίποτα απ’ όλα αυτά, κορίτσι με την μπούρκα / ΕΒΑΛΑ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΜΟΥ ΝΑ ΔΟΥΛΕΨΕΙ / ΣΚΕΦΤΗΚΑ ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ Η ΕΥΧΗ / ΣΚΕΦΤΗΚΑ ΚΑΙ ΠΕΤΥΧΑ

Και λίγο πιο κάτω θα της πει ακόμα:

Μην παριστάνεις το θύμα τώρα / Όχι σε μένα κορίτσι με την μπούρκα / Την ιστορία την πιάνεις απ’ τα μαλλιά / ΤΗ ΦΤΙΑΧΝΕΙΣ / ΠΡΙΝ ΣΕ ΘΑΨΕΙ / ΠΡΙΝ ΣΕ ΚΛΑΨΕΙ / ΑΝΕΛΕΗΤΑ / ΥΠΟΚΡΙΤΙΚΑ

Σκληρή όσο και τρυφερή, η ποιητική σύνθεση της Διονυσοπούλου αποτελεί θα έλεγα τη συνέχεια του «Ερωτευμένου» που μετέφρασε η ίδια με εξίσου περίσσια ευαισθησία. Ένα ιδιαίτερο βιβλίο που μου κράτησε υπέροχη συντροφιά το Μεγάλο Σάββατο που μας πέρασε.

Θα ήθελα επίσης να σημειώσω πως το βιβλίο, που είναι τυπωμένο στο πολυτονικό, όπως συνηθίζει ο οίκος και όπως αρμόζει σε μια ιστορία πέντε αιώνων, ντύνει ένα από τα πιο όμορφα εξώφυλλα που έχω δει, με μια εκπληκτική φωτογραφία που φτάνει μέχρι το οπισθόφυλλο. Η φωτογραφία (ενδεχομένως και η σύνθεση) είναι του Αλέξανδρου Χριστοδούλου.

Η Σοφία Διονυσοπούλου γεννήθηκε στο Κάιρο. Σπούδασε συγκριτική λογοτεχνία στη Σορβόννη και κλασικό τραγούδι και φωτογραφία στην Ελλάδα. Γράφει ποιήματα, πεζά και θεατρικά έργα, ενώ παράλληλα μεταφράζει στα ελληνικά τόσο από τα γαλλικά όσο και από τα τουρκικά.