Οι άκοπες σελίδες
Πέραν της κοινής και αυτονόητης επιθυμίας μου να διαβάσω και να έχω στη βιβλιοθήκη μου ένα συγκεκριμένο βιβλίο, έχω κατά καιρούς αγοράσει βιβλία για εκατοντάδες άλλους λόγους. Επειδή, παραδείγματος χάριν, είχε ωραίο εξώφυλλο ή επειδή όλοι συζητούσαν γι’ αυτό, επειδή δεν μου άρεσε το προηγούμενο του ίδιου συγγραφέα και θέλησα έτσι να του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία ή επειδή ο τίτλος του περιείχε περισσότερες από έξι λέξεις· άλλοτε επειδή ταξίδευα και ήθελα ν’ αγοράσω κάποιο βιβλίο ως αναμνηστικό κι άλλοτε επειδή το νόμιζα εξαντλημένο ή το βρήκα σε προσφορά· επειδή το ανέφερε κάποιος συγγραφέας που αγαπάω· πολύ συχνά, απλώς επειδή βρέθηκα έξω χωρίς κάποιο βιβλίο στην τσάντα μου και πρέπει πάντα να έχω τουλάχιστον ένα μαζί μου.
Νομίζω όμως πως την πιο αλλόκοτη κατηγορία της βιβλιοθήκης μου την αποτελούν εκείνα τα βιβλία που τα έχω αγοράσει μόνο και μόνο επειδή δεν είχαν ξακρισμένες τις σελίδες τους και είχαν φαρδιά περιθώρια. Για την καθαρή απόλαυση δηλαδή του προσεκτικού σχισίματος των φύλλων τους με τον χαρτοκόπτη μου και της αποκάλυψης στα πεινασμένα μάτια μου του ηδονικού τους, χωρίς αμφιβολία, περιεχομένου. Αν και, οφείλω να ομολογήσω, συχνά η αδημονία μου είναι τόση που δεν κρατιέμαι μέχρι να φτάσω στο σπίτι για να χωρίσω αργά και μεθοδικά τις άκοπες σελίδες με το κατάλληλο γι’ αυτή τη δουλειά όργανο, τον χαρτοκόπτη μου δηλαδή, ή, έστω, έναν λεπτό και γερό χάρακα χρώματος πορτοκαλί που χρησιμοποιώ καμιά φορά.
Τότε κάθομαι σ’ ένα πεζούλι, σ’ ένα παγκάκι, σε μια καφετέρια ή στη στενή θέση του λεωφορείου και δοκιμάζω, με ολέθρια συνήθως αποτελέσματα, να κόψω τις άκοπες σελίδες του καινούριου μου βιβλίου με την αστυνομική μου ταυτότητα, την πιστωτική μου κάρτα, το κουταλάκι που ανακατεύω τον καφέ μου ή το πιρούνι της μπουγάτσας που μόλις έφαγα. Κι ακόμα χειρότερα: με την παλάμη μου, με το σκληρό εξώφυλλο ενός άλλου βιβλίου, με το μολύβι μου, με το κλειδί της εξώπορτας — έχω δοκιμάσει τα πάντα μέχρι να χαλάσω μια-δυο σελίδες του καινούριου μου βιβλίου, οπότε το παίρνω πια απόφαση πως πρέπει να περιμένω λίγη ώρα ακόμα και σταματάω το καταστροφικό μου έργο. Συνεχίζω ωστόσο να προσπαθώ να κοιτάξω, με καθαρά ηδονοβλεπτική διάθεση, στο στενό άνοιγμα ανάμεσα στις κολλημένες σελίδες.
Υπάρχει πάντως κι ένας συγγραφέας που προτιμούσε οι αναγνώστες να μην κόβουν τις σελίδες του βιβλίου του, όχι όλες τουλάχιστον. Αυτή δεν ήταν, μάλιστα, η μόνη του παραξενιά. Εννοώ τον Ραιμόν Ρουσέλ, αγαπημένο των υπερρεαλιστών, συγγραφέα, μεταξύ άλλων εξαίσιων βιβλίων, και των «Νέων εντυπώσεων από την Αφρική», ενός μεγάλου εικονογραφημένου ποιήματος, η αφηγηματική ροή του οποίου διακόπτεται από συνεχείς παρενθέσεις που ανοίγει τη μία μέσα στην άλλη ο ποιητής, για να τις κλείσει πολλές σελίδες παρακάτω και να πιάσει την ιστορία του από εκεί όπου την είχε, κάποτε, διακόψει. Ο αναγνώστης λοιπόν αυτού του ιδιότυπου βιβλίου προειδοποιείται αρμοδίως πως ο καλύτερος τρόπος για να διαβαστεί είναι με άκοπες τις σελίδες του. Καθώς όμως το κείμενο του ποιήματος εμφανίζεται κάθε τέσσερις μόνο σελίδες, ό,τι κρύβεται στην πραγματικότητα από τις μη ξακρισμένες σελίδες είναι η εικονογράφηση.
Ο Ρουσέλ είχε αναθέσει σε έναν ντετέκτιβ να βρει έναν εικονογράφο και να του αναθέσει να φιλοτεχνήσει τις πενήντα εννέα εικόνες για το ποίημά του με βάση τα θέματα που του έδωσε. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης, ονόματι Ανρί Ζο, δεν είδε το ποίημα και δεν έμαθε το όνομα του μυστηριώδους συγγραφέα που του είχε αναθέσει τη δουλειά, παρά μόνο όταν έλαβε το πρώτο αντίτυπο του τυπωμένου βιβλίου. Μεταξύ αυτών των εικόνων υπάρχει μία που δείχνει έναν άντρα ο οποίος, καθισμένος στο γραφείο του, διαβάζει ένα βιβλίο ανοίγοντας τις ενωμένες σελίδες και προσπαθώντας να κοιτάξει το κείμενο ανάμεσά τους — όπως ήθελε ο Ραιμόν Ρουσέλ να διαβάζουμε τις «Νέες εντυπώσεις από την Αφρική»· κι όπως προσπαθούμε να ρίξουμε μια ματιά στα περιεχόμενα των άκοπων βιβλίων πριν τα αγοράσουμε στα βιβλιοπωλεία. Ο ιδιοφυής μεταφραστής του έργου στα αγγλικά πάντως, ο Ίαν Μονκ, κρατάει τα αντίτυπα της μετάφρασής του άκοπα.
Άκοπο πρέπει να μείνει, σύμφωνα με τις οδηγίες, και το βιβλίο «Σούε Τάο, ποιήτρια, χαρτοποιός και εταίρα στην Κίνα του 800 μ.Χ.» της Li-Ling Hsiao και του Μαρίνου Βλέσσα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αιώρα», όχι λόγω παραξενιάς του εκδότη ή των συγγραφέων, αλλά επειδή είναι φτιαγμένο σύμφωνα με τους κανόνες της παραδοσιακής κινεζικής βιβλιοδεσίας: «Σ’ αυτό το βιβλίο δεν χρησιμοποιείται χαρτοκόπτης», διαβάζουμε στον σελιδοδείκτη που συνοδεύει την έκδοση. «Οι σελίδες είναι διπλωμένες και ραμμένες στο χέρι σύμφωνα με την παραδοσιακή κινέζικη βιβλιοδεσία, η οποία διαφέρει από τη δυτική. Η διαφορά αυτή οφείλεται στη μέθοδο εκτύπωσης που χρησιμοποιούσαν οι Κινέζοι, η οποία επέτρεπε να τυπωθεί κάθε φύλλο χαρτιού μόνο από τη μία πλευρά. Στη συνέχεια, τα τυπωμένα φύλλα διπλώνονταν στη μέση και, μαζί με το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο, ράβονταν με σπάγκο».
Ο κατάλογος της βιβλιοθήκης του Κ. Π. Καβάφη (καταγραφή και επιμέλεια Μιχαήλας Καραμπίνη-Ιατρού) εμφανίζει αρκετά βιβλία άκοπα ή μερικώς κομμένα από τον ποιητή. Στη δική μου βιβλιοθήκη το κινέζικο αυτό βιβλίο είναι το μοναδικό που έχει άκοπες τις σελίδες του. Δεν αποκλείω ωστόσο, σε στιγμές στέρησης ή συναισθηματικής φόρτισης, να το περιλάβω κι αυτό με τον χαρτοκόπτη μου.