Ο σπασμένος καθρέφτης
Στις καλοκαιρινές διακοπές της παιδικής ηλικίας, άλλαζα ήπειρο κι ας μην το συνειδητοποιούσα. Όποτε το καράβι διέσχιζε τον κυματώδη έως τρικυμιώδη δίαυλο του «Τσικνιά», μαζί του περνούσα στο ασιατικό κομμάτι της σύγχρονης Ελλάδας. Παρά την ευαίσθητη συζήτηση περί υφαλοκρηπίδας, ο χαρακτηρισμός δεν θα έπρεπε να σοκάρει. Η πρώτη έννοια της Ασίας σχετιζόταν με το βασίλειο των Χετταίων και η μετέπειτα ρωμαϊκή επαρχία στην ίδια περιοχή —δυτική σημερινή Μικρασία— περιελάμβανε πολλά από τα ελληνικά νησιά.
Λίγο πριν τα δεκαπέντε μου έβγαλα το πρώτο διαβατήριο. Έως τότε η απέναντι ακτή ήταν απλά η Τουρκία της γεωπολιτικής διαμάχης και του «νομαδικής μογγολικής καταγωγής» πληθυσμού. Τα καΐκια με την κόκκινη σημαία (όπως και τα πλοιάρια με τη γαλανόλευκη) έρχονταν κι έφευγαν καθημερινά, κυρίως με μονοήμερους τουρίστες. Με το μπλε (τότε) βιβλιαράκι μπήκα κι εγώ στο κλαμπ, περιμένοντας με αγωνία μια εξωτική αίσθηση Ανατολής.
Όπως θα έπρεπε όμως να αναμένω φτάνοντας σε μια ακτή μόλις «επτά στάδια» μακριά απ’ το νησί, παρόμοιες ελιές και πεύκα χαρακτήριζαν και το απέναντι τοπίο. Το φυσικό περιβάλλον, απόρροια του ίδιου υποτροπικού κλίματος, έδειχνε ίδιο. Ωστόσο, όλα ήταν μεγαλύτερα, στη «Μικρά» κατά τα άλλα Ασία που για πρώτη φορά επισκεπτόμουν. Κι αυτή η μεγαλοσύνη συμπεριλάμβανε και τις δομημένες εκτάσεις, όπως και τις ξακουστές αρχαίες πόλεις της Ιωνίας.
Οι συζητήσεις για τον ασιατικό ή ευρωπαϊκό χαρακτήρα της σύγχρονης Τουρκίας είναι ατέρμονες και σε αυτό συντελεί μεταξύ πολλών άλλων και η «παγωμένη» ενταξιακή της διαδικασία για την ΕΕ. Η γη της δυτικής Ανατολίας, ωστόσο, πήρε από πολύ παλιά την ευρωπαϊκή της σφραγίδα χάρη στον «πρώτο ελληνικό αποικισμό». Στις τρεις περίπου χιλιετίες που τερματίστηκαν το 1922, η κατακερματισμένη νησιωτική Ελλάδα του Αιγαίου καθρεφτιζόταν στη στέρεη γη μεταξύ Τροίας και Λυκίας. Και οι επταστάδιοι και λοιποί «πορθμοί» που χωρίζουν αυτούς τους δύο κόσμους είναι ταυτόχρονα το νερό που τους ενώνει.
Αν σήμερα μας πιέζει και μας πονά η μετακίνηση μεταναστών από Ανατολή προς Δύση στην Ελλάδα-εφαλτήριο, σε όμοια φορά με τα ρεύματα προσφυγιάς Ελλήνων των δεκαετιών 1910 και 1920, αξίζει να θυμόμαστε ότι ιστορικά μάλλον κυριάρχησε η μετοίκηση στην αντίθετη φορά. Οι αποικίες του αρχαϊκού ελληνισμού σύντομα έγιναν μητροπόλεις και οι πολλαπλάσιοι πόροι τους αποτυπώθηκαν στη μεταγενέστερη ακμή, ζωντανή έως και το τέλος του 19ου αιώνα. Όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Μαζάουερ στο βιβλίο του για τα Βαλκάνια, οι ευνοϊκότερες φορολογικές συνθήκες και γενικότερες προοπτικές της ύστερης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έστειλαν νησιώτες και άλλους Έλληνες σε ένα μαζικό κύμα εποικισμού των μικρασιατικών παραλίων. Το σαμιώτικο γλωσσικό ιδίωμα στο Αϊδίνι και το χιώτικο στην Ερυθραία είναι χαρακτηριστικά στοιχεία της στενής αυτής σύνδεσης νησιών και Μικρασίας, όπως και ο συστηματικός προσανατολισμός όλων των κατά καιρούς νησιωτικών πρωτευουσών προς την Ανατολή και όχι προς κάποια μακρινή Αθήνα.
Αντίθετα, παρόλο που η θάλασσα παίζει τον ρόλο της στις πόλεις της Μικρασίας, αυτές δεν είχαν την ίδια ανάγκη προσανατολισμού. Τόσο ιστορικά όσο και σήμερα, οι σημαντικότερες από αυτές δεν ήταν άμεσα ορατές από τα νησιά. Η Μίλητος και η Πριήνη βρίσκονται «πίσω» από το βουνό της Μυκάλης, πάλαι ποτέ φάροι αντικριστοί στο στόμιο ενός κόλπου που δεν υπάρχει πια λόγω των προσχώσεων του Μαιάνδρου. Το ίδιο συμβαίνει με τις σύγχρονες πόλεις Αϊδίνι και Σώκια, που δείχνουν αποκομμένες από την τουριστική βιτρίνα των παραλίων. Και η «αρχόντισσα» Σμύρνη έχει τον θρόνο της στον μυχό ενός μεγάλου θαλάσσιου βραχίονα — σχεδόν εκατό χιλιόμετρα από το στενό Χίου-Τσεσμέ.
Where everything is big: Το μικρασιατικό όνειρο σαγήνευσε όχι μόνο τους Έλληνες της «λεπτόγεω» χώρας αλλά και άλλους, όπως οι Ιταλοί που ονειρεύονταν τις μεγάλες εύφορες εκτάσεις και τα ποτάμια μεγέθους Πάδου, τον καιρό της καταρρέουσας αυτοκρατορίας-Ελντοράντο. Η σύγκρουση των πάλαι ποτέ ιστορικών κυρίαρχων της Μεσογείου έπαιξε τον ρόλο της στην άμυνα και αντεπίθεση των Τούρκων. Η σημαντική διαφορά είναι όμως ότι οι Έλληνες, σε αντίθεση με τους περιστασιακά ενδιαφερόμενους Ιταλούς, ξεριζώθηκαν στο τέλος. Ο καθρέφτης, που μας έδειχνε μεγαλύτερους, έσπασε — κι όχι μόνο από τα χέρια του εχθρού. Παράδειγμα, η μια από τις δύο Μαγνησίες της πραγματικής «μεγάλης Ελλάδας»: μια χαμένη πατρίδα σαν τόσες άλλες, που όμως κάηκε από τον ίδιο τον στρατό μας στην τραγική του υποχώρηση, λίγες μόλις μέρες πριν ζήσει τη δική της καταστροφή η «άπιστη», ασιατική και ευρωπαϊκή μαζί, αγαπημένη και προδομένη Σμύρνη.
[ Φωτ.: Η Πριήνη και ο πάλαι ποτέ κόλπος στο σημερινό δέλτα του Μαιάνδρου ].